Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

Λεφτά... υπήρχαν


Το Ιδρυμα Μείζονος Ελληνισμού μάς αφηγείται ιστορίες αρχαίων συναλλαγών.
Νομισματοκοπεία, τράπεζες, επιτόκια, δάνεια, υποτιμήσεις... Πολλά από τα «προνόμια» του σύγχρονου χρηματοπιστωτικού συστήματος -συνυφασμένα και με την οικονομική κρίση- ήταν αρχαιότατες εφευρέσεις.

Το χρήμα, ακόμα και πριν γίνει ένα κομμάτι χαρτί, όταν ήταν ολόχρυσο ή ασημένιο, αποδείκνυε την οικονομική υπεροχή, την πολιτική κυριαρχία ενός κράτους. Τέτοια ενδιαφέροντα και επίκαιρα αντλεί κανείς από την έκθεση «Ιστορίες νομισμάτων - Αφηγήσεις πόλεων» που μόλις εγκαινιάστηκε στο Ιδρυμα Μείζονος Ελληνισμού.

Πρόκειται για την πρώτη παρουσίαση μέρους της συλλογής του -είναι η τέταρτη μεγαλύτερη στον κόσμο συλλογή νομισμάτων της Μικράς Ασίας- με 160 εκθέματα που μας ταξιδεύουν από τη Θράκη ώς τη...
 Μεσοποταμία, από τον 6ο αι. π.Χ. ώς τον 3ο αι. μ.Χ. Σύμβολα και είδωλα, θεοί, βασιλιάδες και αυτοκράτορες ζωντανεύουν αποκαλύπτοντας τις δυο όψεις ιστορικών γεγονότων, πολιτικών αλλαγών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων.


* Κεντρική τράπεζα. Στη Μεσοποταμία ήταν οι ναοί όπου φυλάσσονταν τα αρχεία πληρωμών και δανείων καθώς και τα σταθμά. Λεφτά υπήρχαν και οι Βαβυλώνιοι τα βρήκαν με τον περίφημο «Κώδικα» του Χαμουραμπί, που μεταξύ άλλων όριζε υψηλό επιτόκιο 20% σε δάνειο αργύρου. Πάντως, ο οφειλέτης μπορούσε να εξοφλήσει το χρέος του και με σιτηρά.

* Το αθηναϊκό τετράδραχμο «ήταν το δολάριο της εποχής, το αποδέχονταν όλες οι αγορές της Μεσογείου», τονίζει η αρχαιολόγος-νομισματολόγος Ελένη Παπαευθυμίου, που επιμελείται την έκθεση. «Κι αυτό λόγω της σταθερής περιεκτικότητάς του σε άργυρο, της σπουδαιότητας των εμπορικών συναλλαγών της Αθήνας και του όγκου των νομισμάτων που μπορούσε να θέσει σε κυκλοφορία, μια και της ανήκαν τα ορυχεία αργύρου του Λαυρίου. Ασφαλώς και λόγω της πολιτικής υπεροχής της πόλης, ιδίως μετά την Α' Αθηναϊκή Συμμαχία».

* Το χάλκινο νόμισμα εισήχθη στην ηπειρωτική Ελλάδα για να εξυπηρετεί τις αγορές φτηνών ειδών και αποτελεί απόδειξη της κερματοποίησης της οικονομίας στην καθημερινή ζωή. Μόνο η Αθήνα δεν τα δεχόταν, θεωρώντας τα ψεύτικα. «Ακόμα και στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, όταν οι Σπαρτιάτες είχαν καταλάβει την Αττική, εμποδίζοντας την πρόσβαση των Αθηναίων στα μεταλλεία του Λαυρίου, οι τελευταίοι προτίμησαν να χυτεύσουν τα αγάλματα με τις χρυσές Νίκες στην Ακρόπολη και να εκδώσουν περιστασιακά, για εξωτερικές αγορές, χρυσά νομίσματα, ενώ συγχρόνως έθεσαν σε κυκλοφορία επάργυρα. Πρόκειται για τα "πονηρά χαλκία" για τα οποία μιλάει ο Αριστοφάνης στους "Βατράχους"».

* Συνάλλαγμα. Οι ξένοι υποχρεώνονταν να ανταλλάξουν τα νομίσματά τους με αυτά της πόλεως στην οποία έφταναν. «Τα πλέον διαδεδομένα συστήματα στις ελληνικές πόλεις ήταν αυτά της Αίγινας, όπου μία δραχμή ζυγίζει 6,28 γραμμ. και υποδιαιρείται σε οκτώ οβολούς, της Εύβοιας, όπου η δραχμή ζυγίζει 4,32 γραμμ. και έξι οβολούς, και το θρακομακεδονικό, όπου ένας αργυρός στατήρας ζυγίζει περί τα 14,20 γραμμ.», διευκρινίζει η επιμελήτρια.

* Το νομισματοκοπείο των αρχαίων Αθηναίων βρισκόταν στη νότια πλευρά της Αγοράς από τον 5ο μέχρι τον 1ο αιώνα π.Χ. Οι εργάτες ήταν δούλοι. «Επίσης έχει ταυτιστεί η τοποθεσία του νομισματοκοπείου της Πέλλας κατά την ελληνιστική περίοδο και του νομισματοκοπείου της ρωμαϊκής περιόδου της Θεσσαλονίκης, επίσης μέσα στην Αγορά της πόλης».

* Υποτίμηση. Οι Ρωμαίοι κάτι ήξεραν. Ελεγχαν τη νομισματική παραγωγή, εκδίδοντας νομίσματα από χρυσό και άργυρο μόνο στα αυτοκρατορικά νομισματοκοπεία της Ρώμης. Στις αποικίες επέτρεπαν μόνο τα χάλκινα. Ετσι, δεν κέρδιζαν μόνο από την κατάργηση των εξόδων μεταφοράς, αλλά και επειδή τα «επαρχιακά» νομίσματα ήταν ελαφρύτερα κατά δύο γραμμάρια περίπου. *

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου