Πέμπτη 19 Οκτωβρίου 2017

Η Μάχη των Γιαννιτσών 19-20 Οκτωβρίου 1912 +Βίντεο


Προελαύνοντας συνεχώς ο ανίκητος ελληνικός στρατός (η Στρατιά Θεσσαλίας), μετά τη Βέροια και τη Νάουσα, έφτασε στη Σκύδρα και ετοιμαζόταν να προχωρήσει προς τη Θεσσαλονίκη, σύμφωνα με την αυστηρή εντολή του πρωθυπουργού και υπουργού Στρατιωτικών Ελευθερίου Βενιζέλου προς τον αρχιστράτηγο-διάδοχο Κωνσταντίνο, για να προλάβουν οι Ελληνες τους Βουλγάρους.

Στη Σκύδρα το Γενικό Στρατηγείο της Στρατιάς, υπό τον Παναγιώτη Δαγκλή, στις 18 Οκτωβρίου, κατάρτισε το σχέδιο επιχειρήσεων για την επόμενη μέρα,...
 που ήταν όμως πρόχειρο, γιατί οι επιτελείς είχαν αόριστες και ασαφείς πληροφορίες για τα πολεμικά σχέδια του αρχιστρατήγου των Τούρκων Χασάν Ταξίν πασά. Δηλαδή οι Ελληνες ανέμεναν οι αντίπαλοί τους να αντιτάξουν άμυνα στις όχθες του ποταμού Αξιού, για να προστατεύσουν τη Θεσσαλονίκη, κάτι που ήταν και στρατιωτικώς ορθό.

Αλλά οι Τούρκοι προτίμησαν να αγωνιστούν σθεναρά στα Γιαννιτσά, στην ιερή τους πόλη, τη μακεδονική Μέκκα, για λόγους ψυχολογικούς και στρατηγικούς. Αφενός η αναμέτρησή τους σ' αυτόν τον τόπο θα αναπτέρωνε πιθανότατα το πεσμένο από τις συνεχείς ήττες ηθικό τους και αφετέρου θα γινόταν εκ μέρους των αξιοποίηση των εδαφικών πλεονεκτημάτων της περιοχής, τα οποία οφείλονταν στη φυσική διαμόρφωσή της με πλούσια βλάστηση, υψώματα, ποτάμια, έλη της παλιάς λίμνης και αντερείσματα του βουνού Πάικου. Ετσι οι αμυνόμενοι από υψηλές θέσεις Τούρκοι θα χτυπούσαν τους, εκτεθειμένους στα ανοιχτά, επιτιθέμενους Ελληνες, στα δυτικά των Γιαννιτσών.

Το επιτελικό ελληνικό σχέδιο λοιπόν περιελάμβανε την άμεση συμμετοχή στη μάχη 4 μεραρχιών, με δύναμη κρούσης 50.000 ανδρών περίπου, από το χωριό Μελίσσι ώς το χωριό Πενταπλάτανος. Στο δεξιό άκρο παρατάχθηκε η ΙΙΙ μεραρχία, με διοικητή τον Κων. Δαμιανό και επιτελάρχη τον Νικ. Τρικούπη, δίπλα της η ΙΙ μεραρχία με διοικητή τον Κων. Καλλάρη και επιτελάρχη τον Ριχ. Καραμαλίκη, στη συνέχεια η IV μεραρχία με διοικητή τον Κων. Μοσχόπουλο και επιτελάρχη τον Ευστρ. Πίσσα και τέλος στο αριστερό άκρο η VI μεραρχία με διοικητή τον Κομν. Μηλιώτη και επιτελάρχη τον Γεώρ. Χατζηανέστη. Βοηθητικό ρόλο θα έπαιζαν οι μεραρχίες Ι, πίσω από την ΙΙ, που θα ήταν εφεδρική, και η VII, που θα κάλυπτε ως πλαγιοφυλακή το δεξιό άκρο.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει όμως και η κατάσταση μέσα στα Γιαννιτσά. Οι χριστιανοί κάτοικοι της πόλης δεν μπορούσαν να ενημερωθούν για τις πολεμικές εξελίξεις, αλλά από όσα έβλεπαν και άκουγαν ήσαν καταφοβισμένοι, οπότε προσπαθούσαν να κρυφτούν σε σπίτια, σε εκκλησίες, ενώ οι καθολικοί-παπικοί, κυρίως, σε γαλλικά ιδρύματα με γαλλική σημαία, στα ανατολικά της πόλης (νοσοκομείο, σχολείο, πρεσβυτέριο).

Από την άλλη, οι μουσουλμάνοι κάτοικοι, που πληθυσμιακά υπερτερούσαν, προσπαθούσαν, με κάποια νευρικότητα, να βοηθήσουν όπως μπορούσαν το στρατό τους. Εκλεισαν τα καταστήματα και τα σχολεία τους, μοίρασαν όπλα και φυλάκισαν προληπτικά προκρίτους της πόλης.

Το πρωί της Παρασκευής 19 Οκτωβρίου 1912 (1η Νοεμβρίου με το παλιό ημερολόγιο) άρχισε η κρίσιμη διήμερη μάχη των Γιαννιτσών, που ήταν κανονικά μη αναμενόμενη, όπου η κάθε μεραρχία αγωνίστηκε σύμφωνα με τις περιστάσεις, με πρωτοβουλίες των αξιωματικών της. Η αναμέτρηση προβλεπόταν σκληρή. Ο στρατός μας, αν και απειροπόλεμος, επέδειξε κι εδώ μαχητικότητα.

Είναι σημαντικό να γνωρίζει κανείς την ψυχολογική κατάσταση των Ελλήνων στρατιωτών εκείνες τις ώρες. Σύμφωνα με ζωντανές μαρτυρίες, έμειναν άγρυπνοι στο ύπαιθρο από την αγωνία, άναβαν φωτιές και συζητούσαν διάφορα, για να περάσει η ώρα, ώσπου να ξημερώσει. Αλλά και στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της μάχης, διατήρησαν το κέφι τους. Στο μεταξύ επηρεάστηκαν ευνοϊκά και από τα ευχάριστα νέα που άκουσαν στο πρωινό ξεκίνημά τους: Την απελευθέρωση της Εδεσσας και την πυρπόληση στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης από τον Νικ. Βότση του τουρκικού θωρηκτού Φετίχ Μπουλέντ, κατά την προηγούμενη μέρα, 18 του μήνα.

Η μεγάλη μάχη των Γιαννιτσών ξεκίνησε ως σύγκρουση προφυλακών στην πεδινή περιοχή νότια από τα χωριά Καρυώτισσα και Μελίσσι. Οι φαντάροι μας, ανυποψίαστοι, συνάντησαν και αντιμετώπισαν τους αντιπάλους των, πετυχαίνοντας να τους εκτοπίσουν.


Στη συνέχεια προέλαυναν με ορμή κάτω από βροχή σφαιρών, με τις προτροπές των αξιωματικών τους «Εμπρός... Εμπρός». Βάδιζαν σε υγρό ελώδες έδαφος και ήταν εκτεθειμένοι στις βολές των εχθρών τους, που πολεμούσαν από οχυρές θέσεις. Επίσης γρήγορα άρχισαν να αντεπεξέρχονται και στις οβίδες του τουρκικού πυροβολικού, αφού προωθήθηκε κατάλληλα το ελληνικό πυροβολικό και σφυροκοπούσε τις γραμμές των Τούρκων. Στις δυτικές παρυφές των Γιαννιτσών από τις ανταλλαγές των πυρών χαλούσε ο κόσμος.

Οι μαχητές έδειξαν αυταπάρνηση, αλλά είχαν, όπως ήταν φυσικό, και θύματα. Ανάμεσα στους πρώτους νεκρούς αξιωματικούς ήταν οι ταγματάρχες Νικ. Γεωργούλης και Ηλ. Ηλιόπουλος και ο υπολοχαγός Ι. Γιάνναρος, που αναδείχτηκαν μεγάλοι ήρωες.

Πρέπει να αναφερθεί πως οι Ελληνες πολεμιστές γνώρισαν ποικίλες δυσκολίες, προσπαθώντας αγόγγυστα να εκτελέσουν το καθήκον τους. Κόπωση, αϋπνία, πείνα, δίψα και αδυναμία στην περίθαλψη ήταν στο πρόγραμμα καθ' όλη την εκστρατεία. Ανάγκες τροφής τις ικανοποιούσαν αρπάζοντας από σπίτια από τα οποία περνούσαν, χριστιανικά ή μουσουλμανικά, ό,τι προλάβαιναν. Βρίσκονταν βέβαια και άνθρωποι που πρόθυμα τους πλησίαζαν και τους πρόσφεραν ψωμί και νερό. Από άποψη ιατρικής περίθαλψης οι αρμόδιοι, γιατροί και νοσοκόμοι, παρά τις προσπάθειές τους, δεν ήταν πάντα σε θέση να εξυπηρετήσουν τραυματίες και ασθενείς.

Προς το απόγευμα σημειώθηκε σημαντική νίκη. Προωθούμενες ελληνικές μονάδες κατέλαβαν άθικτη τη γέφυρα του ποταμού του Μελισσιού, από την οποία στη συνέχεια διάβαιναν σιγά σιγά, κάτω από εχθρικά πυρά, τμήματα της ΙΙΙ και της ΙΙ μεραρχίας. Αυτά πετύχαιναν και έστηναν προγεφυρώματα στα ανατολικά της γέφυρας. Ετσι έπαιρνε άλλη τροπή η σφοδρή σύρραξη στην περιοχή.

Πάντως η πρώτη μέρα της μάχης πέρασε γενικά με επιτυχίες του ελληνικού στρατού. Το βράδυ, όταν πια σκοτείνιασε, έπιασε άγρια μπόρα. Κι όμως οι Ελληνες στρατιώτες ήταν αναγκασμένοι να διανυκτερεύσουν στο ύπαιθρο, απέναντι από τους Τούρκους, παρ' όλη την ολοήμερη εξαντλητική προσπάθειά τους. Ηταν μια μαρτυρική νύχτα.

Την επόμενη μέρα, Σάββατο, ξανάρχισε ο αιματηρός αγώνας. Το πυροβολικό μας, δίνοντας κατά κάποιον τρόπο το σύνθημα, υποστήριζε το προωθούμενο πεζικό θαυματουργώντας. Οι άντρες συναγωνίζονταν στην ευψυχία. Οφείλουμε όμως να αναγνωρίσουμε πως και οι αντίπαλοί τους με καρτερία και πείσμα αντιμετώπιζαν τις επιθέσεις των Ελλήνων.

Καθώς περνούσε η ώρα και οι ελληνικές δυνάμεις προχωρούσαν ακάθεκτες, στένευε ο κλοιός γύρω από τους οχυρωμένους Τούρκους, που προσβάλλονταν από όλα πλέον τα σημεία και έδειξαν ότι φοβούνταν κυκλωτικό ελιγμό από τους επιτιθέμενους Ελληνες. Πραγματικά όταν είδαν και την ορμητικότητα των ευζώνων εκείνων, που αποτελούσαν την εμπροσθοφυλακή της VI μεραρχίας, στην περιοχή του σημερινού νεκροταφείου και του Πενταπλατάνου, φοβήθηκαν μήπως υπερφαλαγγιστούν και άρχισαν να φεύγουν πανικόβλητοι οι περισσότεροι προς τα ανατολικά, με κατεύθυνση τη Θεσσαλονίκη, κατά τις 10 η ώρα, για να σωθούν. Ηταν μια ανθρωποθάλασσα φυγάδων.

Αξιοσημείωτο είναι πως παρέσυραν και κατοίκους μουσουλμάνους των Γιαννιτσών. Εικόνα της φυγής τους μας δίνει ο Αγγλος ρεπόρτερ Κρ. Πράις: «Είδα πολλά άξια λόγου πράγματα εν Μακεδονία, αλλά κανένα θέαμα τόσον σπαραξικάρδιον και τόσον θλιβερόν, όσον εκείνη η υποχώρησις των Τούρκων μετά την μάχην των Γιαννιστών... Το πλήθος των φυγάδων ήτο πυκνόν... ένας πένθιμος συρφετός. Η αθλιότης των ήτο απερίγραπτος και το πένθος διαχυμένον εις τας μορφάς των... Συναντήσαμεν μίαν έφιππον πυροβολαρχίαν, χωρίς όμως ίππους και πυροβόλα. -Πού είναι τα κανόνια σας; εφώναξα διερχόμενος. -Στα Γιαννιτσά. Ο ντουσμάν μας τα επήρε, απήντησαν...».

Με τέτοια αποτελέσματα η μάχη κρίθηκε. Οι Τούρκοι κατατροπώθηκαν, οι Ελληνες θριάμβευσαν και πανηγύριζαν. Η εξήγηση για την άτακτη υποχώρηση των Τούρκων δόθηκε από τον Ταξίν πασά: Εφταιξαν οι ρεδίφηδες της περιοχής (έφεδροι). Από φόβο οι πρώτοι υποχώρησαν και παρέσυραν τους άλλους στρατιώτες...

Αντίθετα οι Ελληνες πολεμιστές επέδειξαν υψηλό ηθικό, κάτι που αναγνωρίζει ο ίδιος ο Ταξίν πασάς δηλώνοντας: «Ο Ελληνας στρατιώτης προχωρούσε στη μάχη με το θάρρος του βέβαιου νικητή».

Κατά το μεσημέρι της ημέρας εκείνης οι μπαρουτοκαπνισμένοι απελευθερωτές έμπαιναν στα Γιαννιτσά, όπου συγκεντρώθηκαν ανάκατα αρκετές χιλιάδες κατάκοπων μαχητών και γέμισαν όλους τους δρόμους. Γι' αυτόν το λόγο, αλλά και λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, όπως και λόγω κακού προγραμματισμού δεν έγινε καταδίωξη του ηττημένου εχθρού, με αποτέλεσμα οι Τούρκοι, μόλις συνήρθαν από την ταραχή μετά την ήττα τους, να καταστρέψουν άνετα τη γέφυρα του Αξιού ποταμού και να καθυστερήσουν, επικίνδυνα, την ελληνική προέλαση προς τη Θεσσαλονίκη.

Οι Ελληνες όμως τη νίκη τους την πλήρωσαν ακριβά. Είχαν κατά το ΓΕΣ/ΔΙΣ νεκρούς 10 αξιωματικούς και 178 στρατιώτες, μαζί με 785 τραυματίες, ενώ κατά υπολογισμούς πολλών ιστοριογράφων τα θύματα της μάχης ήταν πολύ περισσότερα.

Μετά την πανηγυρική είσοδο στην πόλη και του Επιτελείου με το διάδοχο Κωνσταντίνο, τελέστηκε επίσημη δοξολογία στο μητροπολιτικό ναό της πόλης. Την άλλη μέρα έγινε νεκρώσιμη ακολουθία για τα θύματα της πολεμικής αναμέτρησης και ταφές τους.

Πρέπει ιδιαιτέρως να τονιστεί πως η νικηφόρα μάχη των Γιαννιτσών είχε άμεσες θετικές συνέπειες στην εξέλιξη του Α' Βαλκανικού Πολέμου, κυρίως για την τύχη της μακεδονικής πρωτεύουσας. Τη σπουδαιότητά της εξαίρουν όλοι οι παλιοί και νεότεροι συγγραφείς, ξένοι και Ελληνες. Ενδεικτικά αναφέρουμε κάποιες γνώμες. Ο αρχαιολόγος Γεώρ. Οικονόμος (1913) πρότεινε: «...Η κωμόπολις Γενιτσά, εις ανάμνησιν της περιφανούς νίκης του ελληνικού στρατού, ήτις εξησφάλισεν ημίν την Θεσσαλονίκην, όπως μετονομασθή Στρατονίκεια». Ο Γάλλος Ζαν Λεν (1914) έγραψε ότι «η μάχη των Γιαννιτσών πρέπει να θεωρηθεί ως μεγίστης σπουδαιότητος». Ο Φωκ. Φωτόπουλος (1914) σημείωσε: «Η μάχη των Γιαννιτσών ήτο η σπουδαιοτέρα πασών, διότι δι' αυτής συνετρίβη σχεδόν εξ ολοκλήρου ο τουρκικός στρατός και αφέθη ελευθέρα η προς Θεσσαλονίκην οδός». Και ο σύγχρονός μας Νικ. Μέρτζος γνωμάτευσε: «Ο Ταξίν πασάς άφησε στα Γιαννιτσά κάτι πολύτιμο: Τα κλειδιά της Θεσσαλονίκης».

Σήμερα ένας επισκέπτης της πόλης φέρνει στη μνήμη του εκείνη την εποποιία αντικρίζοντας το Ηρώο, τις προτομές των πρωτεργατών, πρωθυπουργού Ελ. Βενιζέλου και αρχιστρατήγου Κωνσταντίνου, και διαβάζοντας ονοματοδοσίες σε πινακίδες πολλών οδών των Γιαννιτσών.

agelioforos.gr
ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΜΙΧ. ΧΑΤΖΗΒΡΕΤΤΑ,
Φιλολόγου, μέλους της Ιστορικής, Λαογραφικής Εταιρείας «Φίλιππος»



Γιαννιτσά 1912, οι νικητές μπροστά στο τέμενος του Γαζή Εβρενός
Έλληνες αξιωματικοί στα Γιαννιτσά μετά τη φονική μάχη.
" Η Φωτογραφία είναι από την οικογένεια του Χρήστου Μπιζίμη που φορά το περιβραχιόνιο του γιατρού στο χέρι."
















Δείτε ακόμη:

Γιαννιτσά ~ Φωτογραφίες από τα εγκαίνια στο Στρατιωτικό Μουσείο







0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου