Πέμπτη 18 Απριλίου 2013

Γλωσσικά Αμαρτήματα


Η συνεχώς διογκούμενη γλωσσική ανεπάρκεια, πενία, κακοδαιμονία κι αμαρτωλότητα στον χειρισμό της Νεοελληνικής Κοινής (μας γλώσσας η διαφύλαξη της καθαρότητας, πλαστικότητας, ορθότητας και λειτουργικότητας της οποίας συνιστά εθνικό καθήκον και δεν περιορίζεται μόνο στους φιλολόγους, νομικούς, ιατρούς [σημ.: η πλειονότητα των ιατρών χαρακτηρίζεται από βαθιά, εντελή γνώση της γλώσσας λόγω της στενής συνάφειας του αντικειμένου αυτού του κλάδου του επιστητού μ’ αυτήν] αλλά αφορά και σ’ όλους τους ημεδαπούς κι αλλοδαπούς θιασώτες και χρήστες της) δεν οφείλεται μόνο σε ελλιπή παιδεία και γνώση αλλά και στην γενική τάση μεγάλης μάζας νεοελλήνων....
χρηστών της αλλά και σε μια σειρά άλλων «εξωγλωσσικών» παραγόντων, όπως είναι η νωθρότητα προς διενέργεια μελέτης, αναγνώσεως λογοτεχνικών βιβλίων, έρευνας, συλλογισμών, σκέψεων και αποκρυσταλλώσεως κρίσεως, η εννοιολογική αοριστία και εναργής εκφραστικότητα με την καθ’ υπερβολή χρήση δήθεν «ευνόητων» ή/και «κατά το νοούμενον» σχημάτων, η τερατώδης (αγάπη για την) συνομωσιολογία και, γενικώς, η προχειρότητα, ανοργανωσιά και ανεμελιά με την οποία έχουμε συνηθίσει να διεκπεραιώνουμε της πάσης φύσεως λειτουργίες, υποθέσεις και καταστάσεις μας.

Αυτή η νεοελληνική έξη, νοοτροπία και πρακτική, κοινώς αποκαλούμενη ως του «άρπα-κόλλα», αρχίζει από την ευκολία με την οποία διαδίδεται μια ανέλεγκτη φήμη (π.χ. «η συνθήκη ενώσεως της Κρήτης με την Ελλάδα υπόκειται σε επανακύρωση της δια δημοψηφίσματος των Κρητών μετά την παρέλευση εκατονταετίας από της ημερομηνίας συνάψεως της κι, έτσι, διακινδυνεύεται απόσχιση αυτής της μεγαλονήσου από τον Ελλαδικό κορμό), συνεχίζεται με την υιοθέτηση και διασπορά ανεξακρίβωτων –κι επικίνδυνων για την οικονομικο-πολιτικο-κοινωνική σταθερότητα της χώρας- πληροφορία (η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει την 25 Μαρτίου 2009), προχωρά στην αποδοχή ατεκμηρίωτων ισχυρισμών (π.χ. η Ελληνική γλώσσα θα ήταν τώρα παγκόσμιας εμβέλειας διότι επρόκειτο να υιοθετούνταν ως η επίσημα γλώσσα των ΗΠΑ επί του προέδρου της Μόνρο αλλά έχασε από την επιλογή της από την Αγγλική με την διαφορά μόνο μιας ψήφου κατά την διενέργεια της σχετικής ψηφοφορίας του τότε Αμερικανικού κογκρέσου), επεκτείνεται στην παραδοχή κι εφαρμογή σοβαροφανών, νομικοφανών κι επιστημονικοφανών υποδείξεων συνεπαγομένων δεινές μακροπρόθεσμες συνέπειες για τους εφαρμοστές-θύματα των (π.χ. Μην πληρώνετε τον ΦΑΠ στους λογαριασμούς της ΔΕΗ αλλά μόνο το ποσό την\ς καταναλώσεως του ηλεκτρικού σας ρεύματος χωρίς συνέπειας αφού το τάδε δικαστήριο απεφάνθη δια της τάδε αποφάσεως του ότι θα’ στε, με το να πράξετε ούτως, καθ’ όλα νόμιμοι κι ατιμώρητοι), περνά στον άκριτο εναγκαλισμό βαρύγδουπων ευάκουστων, εύπεπτων. «φιλελληνικών», εθνικών, συγκινησιακώς εύληπτων αλλά χαλκευμένων ψευδολογιών (π.χ. κατασκευάζεται ένα δήθεν ηλεκτρονικό πρόγραμμα ονόματι Hellenic Quest, βάσει του οποίου η Ελληνική γλώσσα είναι τάχα η μόνη φιλική τοιαύτη παγκοσμίως για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και το CNN, η εταιρεία Apple την υιοθέτησαν για την λειτουργία τους και υποβάλλουν τους εργαζομένους σ’ αυτούς τους οργανισμούς στην ταχύρρυθμη εκμάθηση της ή/και πλάθεται ένα ψευδές γνωμικό όπως «Δυστυχής δεν είναι μόνο εκείνος που συγκεντρώνει τις αντικειμενικές προϋποθέσεις και συνθήκες του να δυστυχεί αλλά, κυρίως, εκείνος που νομίζει ή θέλει να πιστεύει πως είναι δυστυχής» και μετά προστίθεται δίπλα του ένα όνομα γνωστού αρχαίου Έλληνα η (συνήθως τεθνεώτος) σύγχρονου ή ημεδαπού αλλοδαπού λογίου για την πρόσδoση εγκυρότητας κι ευκολότερης «καταπόσεως» και «πέψεως» αυτής της καπηλικής ψευδολογίας) και φτάνει στην σημερινή γλωσσική (ή α-γλωσσική) και οικονομική κρίση.

Έτσι, όταν μας παρέχεται μια πληροφορία, φήμη, ενημέρωση φράση και λέξη, το πρώτο μέλημα μας είναι να ερευνήσουμε την πραγματική προέλευση, δομή κι υπόσταση της με την προσφυγή μας σε λεξικά. Βιβλία και έγγραφα για την τεκμηρίωση και απόδειξη της πραγματικής της φύσεως. Στο ίδιο κεφάλαιο εντάσσονται κι οι λανθασμένες «διορθώσεις» ορθών λέξεων, φράσεων κι εκφράσεων τις οποίες χρησιμοποιεί ο/η χρήστης των ορθώς από άτομα τα οποία –ίσως καλοπίστως αλλά ανεξελέγκτως- τον/την «διορθώνουν». Βεβαίως, το «σφάλλειν (μπορεί να) είναι ανθρώπινο» αλλά η έρευνα, κριτική ανάλυση, μελέτη, τεκμηρίωση και διασταύρωση το μειώνουν δραστικώς στα χαμηλότατα δυνατά όρια του (ιδίως σε ότι αφορά σε γλωσσικά θέματα)». Οι αθέλητες γλωσσικές παραδρομές κι οι γραπτές κακοτεχνίες –ή αλλιώς ολισθήματα γραφίδας ή γλώσσας [lapsi linguae/calami]- δεν περιλαμβάνονται σ’ αυτήν κατηγορία αφού αφορούν σε αθέλητες, παρορμητικές, αναπόδραστες απροσεξίες διαπραττόμενες υπό των κράτος βιασύνης, ψυχικής επιβαρύνσεως, αφηρημάδας, πιέσεως χρόνου και «εν τη ρύμη του λόγου».

Τούτων λεχθέντων, αναφέρονται εδώ μερικά απ’ τα ευρέως διαπραττόμενα γλωσσικά γραμματικά, συντακτικά, εννοιολογικά και υφολογικά σφάλματα λόγω της ελλείψεως προηγουμένης έρευνας και τεκμηριώσεως επ’ αυτών περί την ορθή χρήση των από την πλευρά του γραφέως-ομιλητού των

Ας ληφθεί υπόψη ότι το αυθαίρετο κριτήριο της «αισθητικής ή εύηχης» ή/και της «από διαίσθηση καλής» αντηχήσεως ή/και το άλλοθι της γενικώς επικρατούσης κοινής πρακτικής αποτελεί ένα πολλάκις ανυπόστατο και σφαλερό εργαλείο για την υιοθέτηση και χρήση λανθασμένων αντί ορθών εκφράσεων.


1) Ακούω και διαβάζω συνεχώς περί «γκουρμέ» φαγητού, κουζίνας, εστιατορίου και, γενικώς, περί οιουδήποτε άψυχου, αφηρημένου ουσιαστικού ενώ το εκγαλλισμένο ουσιαστικό (le) “gourmet” (από το Μεσαιωνικό Γαλλικό –εξ επιδράσεως του ουσιαστικού [le] gourmand = άπληστος, αχόρταγος- ουσιαστικό «groumet» = υπηρέτης, βαλές, οινοχόος εκ καταγωγής από το Αγγλικό Μεσαιωνικό ουσιαστικό «grom» = νεαρός, σερβιτόρος, το οποίο. Με την σειρά του προέρχεται λίαν πιθανώς από το αρχαιοελληνικό ουσιαστικό “γαστρονόμος” [gastronome > gastrom > grom]),που σημαίνει άτομο εκλεπτυσμένης, εκλεκτικής γεύσεως σε φαγητό και ποτό, αφορά σε ΠΡΟΣΩΠΑ δηλαδή σε ανθρώπους κι εκτείνεται (με την ίδια ετυμολογική διαδικασία και προέλευση) ως τα όρια της εννοιολογικής περιοχής του Γαλλικού ουσιαστικού «gourmand» = ο καλοφαγάς, ο διαθέτων εκλεπτυσμένη γαστρονομική γεύση μεν αλλά σε μεγάλα ποσότητες και, εκτεινόμενο ακόμα παραπέρα, σημαίνει τον έχοντα υπερβολικώς εκλεπτυσμένη γεύση μαζί με ακόρεστη αδηφαγία.

2) Ο κ. Α. Τσίπρας, ο οποίος διαθέτει στιλπνό ηχόχρωμα φωνής, καλή άρθρωση κι ορθοφωνία κατά τα’ άλλα, επιμένει να λέει «Φταίνε αυτοί που ‘χρεοκόπησαν’ την χώρα». Ας μάθει τώρα ότι το ρήμα «χρεοκοπώ» είναι αμετάβατο και δεν μεταθέτει ενέργεια σε αντικείμενο αλλά αυτήν την υφίσταται το υποκείμενο του και, έτσι, θα πρέπει να λέει εφεξής «Φταίνε αυτοί που οδήγησαν/έφεραν την χώρα σε/στην χρεοκοπία», Μια χώρα δεν την «χρεοκοπούμε» ή «αυτοκτονούμε», όπως και δεν «διαρρέουμε» μια πληροφορία αλλά την «αφήνουμε να διαρρεύσει», «προκαλούμε την διαρροή της» κλπ.

3) Εκφράσεις όπως «ο ιός θα μεταλλαχθεί», «θα ταχθώ υπέρ εσού», «αυτός ο αξιωματικός θα μεταταχθεί» κλπ φέρουν ανατριχίλα στον αναγνώστη/ακροατή τους. Οφείλουμε να ξέρουμε τον πρακτικό κανόνα περί το ότι: όσα ρήματα λήγουν σε δύο σίγμα, όπως τα τάσσομαι, κατατάσσομαι, μεταλλάσσομαι κλπ και σχηματίζουν το ουσιαστικό τους με «γ» ([μετα ή συν]τάσσω = [μετα]ταγή [ο ταγός] και [συν]ταγή, [μετ]αλλάσσω = [μετ]αλλαγή κλπ) σχηματίζουν τον Μέλλοντα και την Υποτακτική τους πάλι με γάμμα: «Γνωρίζομεν ότι όλοι σας αγωνίζεσθε τον καλόν αγώνα της Πίστεως….έκαστος εφ’ ω ετάγη” [κι όχι «ετάχθει»] (Λουκ. 13,24), «Θα συνταγώ με σένα σ’ αυτήν την υπόθεση», «Αυτός ο ιός έχει μεταλλαγεί/θα μεταλλαγεί/μπορεί να μεταλλαγεί», «Οι νεοσύλλεκτοι θα καταταγούν στον τόπο που καθορίζεται στο οικείο κέντρο κατατάξεως των» κλπ.

4) Ακούμε-διαβάζουμε το ρήμα άγω σε ποικίλες λανθασμένες χρήσεις του όπως: «οι απαγάγονται [απάγονται] μεταξύ τους». «Σχεδιάζουν να εισαγάγουν [εισάγουν ή εισάξουν] συνθετικά τρόφιμα στην χώρα», «Άγνωστοι κακοποιοί απήγαγαν [απήγαν] ένα βιομήχανο χθες». Τι κάνουμε εδώ; Απλώς βρίσκουμε το πώς σχηματίζονται οι αρχαιοελληνικοί χρόνοι του ρήματος άγω (άγω, ήγον, άξω, ήγαγον, ήγμαι, ήγμην) και τους εφαρμόζομαι αναλογικώς στα Νέα Ελληνικά: Ενεστώτας: εις/παράγω [Η εταιρεία μας εξάγει πλαστικά προϊόντα στην Γερμανία], Παρατατικός: /προς/εις/παρήγα (στ.) [Η Ελλάδα εισήγε ζάχαρη απ’ το εξωτερικό πριν από την ίδρυση του εργοστασίου ζαχάρεως στην Κεντρική Ελλάδα], Αόριστος: προς/από/εις/παρήγαγα [Η Γερμανία εισήγαγε ένα νέο φορολογικό νόμο στην νομοθεσία της προχθές] Μελ. Εξακολ.: θα εις/από/παράγω [Η Ελλάδα θα εξάγει περισσότερα προϊόντα από όσα εισάγει τώρα το 2014], (στ.) Μελ. Στιγμιαίος.: θα (εις/από/προς/παράξω [Οι ξένες επενδύσεις θα παράξουν αυξημένο ΑΕΠ]. (στ.) Παρακείμενος: έχω εις/παραγάγει. [Το εργοστάσιο μας έχει παραγάγει 3.000 αυτοκίνητα από την αρχή του έτους ως σήμερα], Υπερσυντέλικος: είχα προς/εις/γάγει [Είχαμε παραγάγει τόνους τσιμέντου πριν την επέλευση της κρίσεως, (στ.) Μελ. συντ.: θα έχω από/προς/εις/παραγάγει [Οι κατηγορούμενοι για υπεξαίρεση θα έχουν προσαγαγεί σε δίκη έως την ερχόμενη εβδομάδα].

5) Επιτέλους, πότε θα μάθουμε να κλίνουμε σωστά τα γ’ ενικά και πληθυντικά πρόσωπα των ρημάτων τα οποία λήγουν σε –μαι, όπως είναι τα (προς/επί/παρά/κατά)τίθεμαι, κείμαι κλπ (Εδώ πρόκειται [κι όχι πρόΚΕΤΑΙ] περί κλοπής δημοσίου χρήματος, Οι εχθροί μου επιτίθενται [κι όχι επιτίΘΟΝΤΑΙ] σφοδρώς);

6) Πότε θα συνειδητοποιήσουμε ότι ο «μνηστήρας» (Αγγλιστί “suitor”) είναι ο ανήρ ο οποίος προαλείφεται/φιλοδοξεί/νομιμοποιείται για, επιδιώκει και την κατάκτηση ή απόκτηση περιουσίας, τίτλου, θέσεως κλπ (π.χ. Ο Χουάν Κάρλος ήταν ο μνηστήρας του Ισπανικού θρόνου όταν νυμφεύθηκε την πριγκίπισσα Σοφία της Ελλάδος) και δεν σημαίνει τον «αρραβωνιαστικό» ενώ η σωστή ονομασία του τελευταίου είναι «ο μνηστός (κι η μνηστή)» (Γαλλιστί κι Αγγλιστί «fiancée», όπως λέμε ο κλειστός, η κλειστή, ο αγαστός, η αγαστή κλπ); Οι πολυάριθμοι μνηστήρες της Πηνελόπης ήτανε όλοι αρραβωνιαστικοί της στο κάτω κάτω;

7) Έχω βαρεθεί να διορθώνω συνεχώς τους ερωτώντες με περί το αν είμαι «ελεύθερος (αντί του ορθού όρου «ελευθέριος» με αντίθετο του τον όρο «μισθωτός»)» κι αν ασκώ «ελεύθερο» (αντί του ορθού όρου «ελευθέριο» με αντίθετο του το «μισθωτό») επάγγελμα. Οι έννοιες «ελεύθερος» κι «ελευθέριος» επαγγελματίας καθώς κι «ελεύθερο» κι «ελευθέριο» επάγγελμα μπορεί να φαίνονται ταυτόσημες αλλά δεν είναι λόγω της υφισταμένης διακριτής ειδοποιούς διαφοράς μεταξύ τους. Το αντίθετο του «ελεύθερου» (ανοιχτού νομικώς προς άσκηση του, όπως αυτό ενός δημοσιογράφου) επαγγέλματος είναι το «κλειστό» (το μη προσβάσιμο απ’ όλους ως διαθέτον δεσμεύσεις στην άσκηση του, όπως είναι αυτό του συμβολαιογράφου) τοιούτο ενώ το αντίθετο του «ελευθερίου επαγγέλματος» (ο ασκών το οποίο είναι ανεξάρτητος επιχειρηματίας, μη τελών σε σχέση εξηρτημένης εργασίας, όπως είναι αυτό ενός αυτόνομου μεταφραστή) είναι το «μισθωτό» (το τελών σε σχέση εξηρτημένης εργασίας κι ενέχον μισθοδοσία, όπως αυτό ενός μεταφραστή που έχει προσληφθεί από μια εταιρεία για την διενέργεια μεταφράσεων των εγγράφων της επί παγία αντιμισθία) και το αντίθετο του «ελευθέριου» επαγγελματία (του μη ασκούντος δεσμευμένο επάγγελμα, ενός ιδιωτικού ιατρού) είναι ο «μισθωτός» τοιούτος (ο ασκών επάγγελμα υπέρ τρίτων επί παγία αντιμισθία. Όπως είναι ο μισθοδοτούμενος ιατρός ενός δημοσίου ή ιδιωτικού νοσοκομείου). Έτσι, αν ασκείτε ένα αυτόνομο, μη εξαρτημένο, ιδιωτικό επάγγελμα κι είστε εργοδότες του εαυτού σας, τότε είστε «ελευθέριοι» κι αν υπόκειστε σε υπαλληλική, εξηρτημένη σχέση προς οιασδήποτε φύσεως εργοδότη με μισθό, τότε είστε «μισθωτοί» επαγγελματίες. Οι επαγγελματίες αμφοτέρων των παραπάνω αναφερομένων επαγγελματικών κατηγοριών οι οποίοι συνταξιοδοτούνται, λέγονται «συνταξιούχοι» άπαντες για λίγο, όμως, καιρό λόγω της παρατάσεως του ορίου συνταξιοδοτήσεως και της γλίσχρας συντάξεως την οποία λαμβάνουν, διότι είναι ευεπίφοροι να μεταβούν συντόμως εις αιωνίου μονάς, όπου τουλάχιστον δεν πονούν και δεν πεινούν πια.
και

Ας μην ευτελίζουμε το λόγο μας με γλωσσικές κονσέρβες όπως: «είμαι στο κόκκινο» (είμαι καταχρεωμένος), «Η γραμματέας του φωτογράφισε τον υπουργό» (η γραμματέας του υπουργού άφησε υπαινιγμούς/αιχμές/μπηχτές κλπ εις βάρος του), «Η Λούνα Λουλούνα είναι τώρα στην γειτονιά των αγγέλων» (πως ξέρουμε πως δεν είναι στην γειτονιά των διαβόλων; Ας λέμε, ότι μετέστη στα αιωνίους μονάς, έφυγε απ’ αυτήν την ζωή, είναι τώρα στον ουρανό, μας άφησε χρόνους, έκοψε ρόδα μυρωμένα κλπ), «Ο δημοσιογράφος Σπύρος Καρασμπίρος πέθανε και μας άφησε φτωχότερους» (πέθανε και νιώθουμε έντονη την έλλειψη του/θα τον στερηθεί η δημοσιογραφική οικογένεια), «Τα μαλλιά της Τασίας κάνουν κάτι σαν χελιδονοφωλιά» (…μοιάζουνε με χελιδονοφωλιά), «Η Μαίρη είναι κάπως (κάπως πως: βαρύθυμη, παράξενη, άρρωστη κλπ;) σήμερα» (…μου φαίνεται παράξενη, άρρωστη, χαρούμενη κλπ), «Σου κάνει κάτι αυτή η μουσική;» (Τι αισθήματα σου προκαλεί αυτή ή πως αισθάνεσαι μ’ αυτήν την μουσική;), «Η δικαιοσύνη κλείνει το μάτι στους μεγαλέμπορους ναρκωτικών» (..μεροληπτεί υπέρ….), «Αυτό το πράγμα δεν μου επικοινωνεί καλά» (δεν το καταλαβαίνω απολύτως) κλπ.

Έκκληση: ας επαναφέρουμε τα εξορισθέντα εμπρόθετα άρθρα και τις εξοστρακισμένες αντωνυμίες στην γλώσσα μας και λέμε «Είμαι/πηγαίνω ΣΤΗΝ Θεσσαλονίκη (αντί για «είμαι Θεσσαλονίκη» αν κι εγώ προσωπικώς θα ήθελα να ήμουν Παρίσι), «Πηγαίνω/είμαι ΣΤΟ σπίτι μου’’ (κι όχι είμαι σπίτι ενώ εγώ θα’ θελα να ήμουν νομισματοκοπείο για να ζω πολυτελώς), «Είμαστε ΣΤΟΝ αέρα» (αντί για είμαστε αέρα ενώ εγώ θα’ θελα να΄μουν θάλασσα, την οποία υπεραγαπώ), «Ο –όπουλος είναι ΣΤΗΝ φυλακή (κι όχι είναι φυλακή διότι θα μπορούσε να ήταν κι ο Κήπος του Λουξεμβούργου).

του Κωνσταντίνου Φουράκη

Ἀντίβαρο / antibaro.gr,

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου