Σάββατο 20 Αυγούστου 2011

Ο Κρασοπατέρας ~ Ποίημα




«Ο Κρασοπατέρας» είναι ίσως η αυστηρότερη από τις πολλές σάτιρες του μέθυσου που γράφονται στη νεοελληνική ποίηση από τον Ι. Βηλαρά.







Ο Κρασοπατέρας (1827)

Μετά βιάς γλυκοχαράζει,
στα βουνά η αυγή χαράζει
              κι αρχινάει
το σκοτάδι να σκορπάει,

στρώθηκε ο Κρασοπατέρας!
Πρώτη έγνοια της ημέρας,
              μόν' ξυπνήσει,
το ποτήρι να σφουγγίσει.

Και προμιού τα μάτια τρίψει,
την κοιλιά του για να νίψει,
               μια κανάτα
οχ τον πείρο νηστικάτα.

Κι απέ, ύστερα, ως τό βράδυ,
που να πιάκει το σκοτάδι,
               το λαγήνι
οχ το χέρι δεν τ' αφήνει.

Μόν' ρουφάει και μόνε ζάφτει
κι οσο πίνει, τόσο ανάφτει.
              Όλο πίνει
κι όλο γένεται καμίνι.

Οχ τον πείρο δέ σπαρνάει,
το βαγένι μόν' τηράει,
              και η σβάνα
είν' της δίψας του η καμπάνα.

Μυριοστέφανο βαγένι,
πες μου τι θέλ' απογένει,
         στα σωστά σου,
ως το τέλος η κοιλιά σου;

Τις κανάτες όπου αδειάζεις

και σε ταύτη τις σοδειάζεις,
             πώς χωνεύεις
και να πίνεις μόν' χαλεύεις;

Το κρασί που σβαναρίζεις,
τα λαγήνια που στραγγίζεις,
               μέγα πράμα!
Πως δεν σκάζεις είναι θάμα!

Ω κοιλιά με δίχως πάτο,
κρασοσφούγγαρο μονάτο!
                     Ω πηγάδι,
δίχως βάθου καν σημάδι!

Ω καδί, που δε χορταίνεις
και ποτέ δεν αποσταίνεις
             σ' όσο βρίσκεις,
κι άδειο πάντα σου απομνήσκεις!

Ω καρούτα αναιώνια,
που να ρίχνουν χίλια χρόνια,
                   στα χαμένα
θα παιδεύουνται μ' εσένα!

Ω κρασιού αλήθεια τάφε,
τ' άντερα σου βάφε, βάφε!...
                  Έ κοντύλι,
μου 'ρθε πλιό ή ψυχή στ' αχείλι!

Πες κάνα άλλο κι άφ'σ' τη βρώμα.
Θέλα ειπείς, μου λές, ακόμα;
               Αμ, σέ πιάνω
κι όλο τρίμματα σέ κάνω!...


Λεξιλόγιο:
οχ: από
πείρος: κάνουλα ή πώμα βαρελιού
ζάφτει.: πίνει πολύ, το τσούζει
δε σπαρνάει: δεν φεύγει, δεν το κουνάει
βαγένι: βαρέλι
σβάνα: ποτήρι
χαλεύω: ζητω
σβαναρίζω και σβανάρω: πίνω πολύ, μεθάω
καδί: κάδος
άπομνήσκω: απομένω
καρούτα: σκάφη
αναιώνιος: αιώνιος
πλιό: πια



Ο Ιωάννης Βηλαράς έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην Ήπειρο. Σπούδασε ιατρική στην Ιταλία και επέστρεψε ως γιατρός στην αυλή του Αλή πασά, όπου συγκεντρώθηκαν κατά καιρούς ορισμένοι από τους σημαντικότερους Έλληνες λογίους της εποχής.

Στενά δεμένος με τη λαϊκή παράδοση, τη λαϊκή γλώσσα και τη δημοτική ποίηση, ο Βηλαράς είναι μαζί με τον σχεδόν συνομήλικο του Χριστόπουλο, οι δύο κορυφαίοι εκπρόσωποι στην προεπαναστατική πορεία ανανέωσης της νεοελληνικής ποίησης. Η έμπνευσή του βρίσκεται κοντά στον λαϊκό πολιτισμό, δεν λείπουν ωστόσο από το έργο του οι απηχήσεις της ευρωπαϊκής και της φαναριώτικης παράδοσης. Δανείζεται θέματα από ευρωπαίους συγγραφείς, αφομοιώνει την ευαισθησία του προρομαντισμού, επιδιώκει την κομψότητα, μεταφράζει και αυτός Ανακρέοντα, υπακούοντας στις διαθέσεις της εποχής για ποιήματα με θέμα το κρασί και τον έρωτα.

3 σχόλια: