*Τρώγεται το κρέας του δελφινιού;
*Η αφή ως μέσο αναγνώρισης των φρέσκων τροφών;
*Πώς ψάρευαν τα χταπόδια στα Δωδεκάνησα ως το 1950;
*Οι αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν το φενγκ-σούι
*Πανάρχαια η γνώση για τις δυνάμεις των λίθων
*Κοσμήματα από υαλόμαζα και φαγεντιανή σηματοδοτούν μια περίοδο παρακμής;
*Άγαλμα της Νέμεσης
Τρώγεται το κρέας του δελφινιού;
Οι Έλληνες ποτέ δεν έτρωγαν το κρέας του δελφινιού, θεωρώντας το θηλαστικό αυτό πολύ κοντά στον άνθρωπο. Στην ελληνική μυθολογία τα δελφίνια βοηθούν και σώζουν ανθρώπους που κινδυνεύουν στη θάλασσα. Οι ευεργετούμενοι λοιπόν δεν μπορούσαν να σκοτώνουν τους ευεργέτες τους και να τους τρώνε.
Ένας Γάλλος ταξιδιώτης, που επισκέφτηκε την Κωνσταντινούπολη στα μέσα του 16ου αιώνα, εντυπωσιάστηκε από το γεγονός ότι ούτε οι Έλληνες μα ούτε και οι Τούρκοι και οι Εβραίο έτρωγαν δελφίνι, ενώ στη Γαλλία το κρέας αυτό ήταν βασιλικό έδεσμα. Και ο λόγος είναι πολύ απλός. Οι βασιλιάδες ζούσαν στην ενδοχώρα και τα ψάρια μπαγιάτευαν ώσπου να φτάσουν στο τραπέζι τους. Το δελφίνι όμως, που είναι θηλαστικό, έκανε δυο-τρεις μέρες να πεθάνει έξω από το νερό, έτσι έφτανε φρέσκο στο βασιλικό τραπέζι.
Η αφή ως μέσο αναγνώρισης των φρέσκων τροφών
Τον καιρό που δεν υπήρχε ψύξη στα σπίτια και που τα τρόφιμα χαλούσαν γρήγορα, η αφή ήταν ένα μέσο αναγνώρισης της φρεσκάδας τους.
Εκτός από το να αγγίζει ωμά τα τρόφιμα, το να τρώει κανείς με τα δάχτυλα του προσέφερε, μαζί με την απόλαυση της αίσθησης της αφής, και τη γνώση της υφής του φαγητού: το σιτεμένο κρέας έχει τελείως διαφορετική υφή από το φρέσκο, όπως και το παχύ από το άπαχο. Η αφή αποτελούσε, λοιπόν, έναν επιπλέον τρόπο αναγνώρισης, απόλαυσης ή απόρριψης μιας τροφής.
Πώς ψάρευαν τα χταπόδια στα Δωδεκάνησα ως το 1950;
Τα χρόνια πριν από τη δεκαετία του 1950, σε περιπτώσεις που ένας ψαράς δεν είχε «γυαλί» (τον γνωστό κύλινδρο με γυάλινο πάτο, που ακουμπούσε στην επιφάνεια της θάλασσας και ο βυθός φαινόταν καθαρά), έχυνε λίγο λάδι στην ήρεμη θάλασσα και, στην επιφάνεια του νερού, σχηματιζόταν ένας κύκλος διάφανος που του επέτρεπε να παρατηρήσει το βυθό. Έτσι, όπου θεωρούσε ότι υπήρχε θαλάμι (φωλιά χταποδιού), είχε τον τρόπο να παρατηρήσει το χώρο και να χτυπήσει το χταπόδι με σιγουριά. Αυτή η εμπειρική μέθοδος μοιάζει τόσο παλιά όσο και το ψάρεμα του χταποδιού…
Οι αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν το φενγκ-σούι
Άλλη μια θεωρία γνωστή στους αρχαίους Έλληνες, αλλά ξεχασμένη από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια και μετά, είναι το «χωροθεσιακό σύστημα οικοδύναμης» ή όπως το ξέρουν πια όλοι, στα ιαπωνικά, το «φενγκ-σούι».
Τη θεωρία για την επίδραση του χώρου στον άνθρωπο διαβάζουμε στο βιβλίο του Ιπποκράτη "Περί αέρων, υδάτων, τόπων", όπου εξηγεί το πώς και γιατί οι διάφοροι λαοί διαφέρουν μεταξύ τους, ανάλογα με την περιοχή στην οποία ζουν, τις κλιματικές διαφορές κ.λπ. Όμως γνώσεις μη κωδικοποιημένες βλέπουμε και μέσα στα κείμενα των ομηρικών επών!
Πανάρχαια η γνώση για τις δυνάμεις των λίθων
Στα ορφικά ποιήματα συγκαταλέγεται και ένα ποίημα, το «Λιθικά», το οποίο αναφέρεται στις ιδιότητες των λίθων και στις επιδράσεις που ασκούν στους ανθρώπους που τους κατέχουν.
Στην αρχαιότητα, επειδή κάθε λίθος (πολύτιμος, ημιπολύτιμος ή κοινός) αντιστοιχούσε σε μια εποχή του έτους, εκείνοι που ήθελαν να βοηθηθούν από τις ιδιότητες των λίθων, έπρεπε να χρησιμοποιούν ως φυλακτό διαφορετική πέτρα για την κάθε εποχή.
Το ποίημα αυτό χρονολογείται στα τέλη του 4ου ή στον 5ο αιώνα μ.Χ., είναι γραμμένο σε εξάμετρο και έχουν σωθεί 774 στίχοι. Σήμερα ξαναβρήκαμε την πίστη στις δυνάμεις των λίθων μέσα από τις άπω-ανατολίτικες θεωρίες που έχουν γίνει της μόδας στην Ευρώπη.
Κοσμήματα από υαλόμαζα και φαγεντιανή σηματοδοτούν μια περίοδο παρακμής;
Το γυαλί (ύαλος) είναι σύνθετο υλικό. Κατασκευάζεται με την σύντηξη πυριτικής άμμου (SiΟ2), οξειδίων καλίου (Κ2Ο) ή νατρίου (Νa2Ο) και οξειδίου ασβεστίου (CaO). Ανάλογα με την ποιότητα και το χρώμα που επιθυμούμε να έχουμε, άλλες ενώσεις ή μέταλλα μπορούν να εμπλουτίσουν την αρχική σύνθεση. Το γυαλί, αν και στερεό, στη φυσική θεωρείται υγρό. Τα παλαιότερα γυάλινα αντικείμενα που έχουν έρθει στο φως μέχρι σήμερα, προέρχονται από την Αίγυπτο (2500 π.Χ.). Ίσως όμως να ήταν γνωστή η υαλουργία και στη Βαβυλώνα, από το 2600 π.Χ.
Το 1250-1190 π.Χ. (Υστεροελλαδική ΙΙΙ), στις Μυκήνες –όπως αναφέρει ο ανασκαφέας, και συγγραφέας του βιβλίου Αι πολύχρυσοι Μυκήναι, Γ. Μυλωνάς– κατασκευάζονταν μικρά αντικείμενα καθώς και κοσμήματα από υαλόμαζα και από φαγεντιανή. «Συνήθως, μικρά κοσμήματα από υαλόμαζαν, φαγεντιανήν και κύανον εχύοντο εις μήτρας, κατόπιν δε εκαλύπτοντο με λεπτά φύλλα χρυσού δια να δίδουν την εντύπωση χρυσών κοσμημάτων» (1983, σ. 230).
Η Υστεροελλαδική ΙΙΙ περίοδος χαρακτηρίζεται από την καταστροφή του Μυκηναϊκού πολιτισμού το 1104 π.Χ. Καθώς λοιπόν η τελική περίοδος είναι αυτή κατά την οποία εμφανίζονται τα γυάλινα χρυσόχρωμα κοσμήματα, μπορούμε να υποθέσουμε ότι από την καταστροφή προηγείται μια περίοδος παρακμής κατά την οποία δεν διατίθεται πλέον τόσος πολύς χρυσός και γι’ αυτό τα κοσμήματα που κατασκευάζονται είναι «απομιμήσεις».
Άγαλμα της Νέμεσης
To άγαλμα της Νέμεσης στο Ραμνούντα αναφέρεται στα αρχαία κείμενα ως ένα από τα αριστουργήματα γλυπτικής. Σύμφωνα με τη Σούδα, η θεά κρατούσε κλάδον μηλέας. Όμως το όνομα του τόπου, Ραμνούς, και οι ιδιότητες του φυτού της Ράμνου μας βάζουν σε υποψία ότι η Νέμεση κρατούσε κλάδον Ράμνου και όχι μηλιάς.
Ο καρπός της Ράμνου μπορεί να περιγραφεί ως μικρό μήλο και οι ιδιότητές του, σύμφωνα με τον Διοσκουρίδη, συνοψίζονται στο ότι καταπολεμά τη ζαλάδα. Και τι πιο κατάλληλο για να κρατά η Νέμεση, από τον καρπό αυτόν, που εγγυάται την ισορροπία και επομένως προάγει τη δικαιοσύνη;
Πηγή:arxaiologia.gr
*Η αφή ως μέσο αναγνώρισης των φρέσκων τροφών;
*Πώς ψάρευαν τα χταπόδια στα Δωδεκάνησα ως το 1950;
*Οι αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν το φενγκ-σούι
*Πανάρχαια η γνώση για τις δυνάμεις των λίθων
*Κοσμήματα από υαλόμαζα και φαγεντιανή σηματοδοτούν μια περίοδο παρακμής;
*Άγαλμα της Νέμεσης
Τρώγεται το κρέας του δελφινιού;
Οι Έλληνες ποτέ δεν έτρωγαν το κρέας του δελφινιού, θεωρώντας το θηλαστικό αυτό πολύ κοντά στον άνθρωπο. Στην ελληνική μυθολογία τα δελφίνια βοηθούν και σώζουν ανθρώπους που κινδυνεύουν στη θάλασσα. Οι ευεργετούμενοι λοιπόν δεν μπορούσαν να σκοτώνουν τους ευεργέτες τους και να τους τρώνε.
Ένας Γάλλος ταξιδιώτης, που επισκέφτηκε την Κωνσταντινούπολη στα μέσα του 16ου αιώνα, εντυπωσιάστηκε από το γεγονός ότι ούτε οι Έλληνες μα ούτε και οι Τούρκοι και οι Εβραίο έτρωγαν δελφίνι, ενώ στη Γαλλία το κρέας αυτό ήταν βασιλικό έδεσμα. Και ο λόγος είναι πολύ απλός. Οι βασιλιάδες ζούσαν στην ενδοχώρα και τα ψάρια μπαγιάτευαν ώσπου να φτάσουν στο τραπέζι τους. Το δελφίνι όμως, που είναι θηλαστικό, έκανε δυο-τρεις μέρες να πεθάνει έξω από το νερό, έτσι έφτανε φρέσκο στο βασιλικό τραπέζι.
Η αφή ως μέσο αναγνώρισης των φρέσκων τροφών
Τον καιρό που δεν υπήρχε ψύξη στα σπίτια και που τα τρόφιμα χαλούσαν γρήγορα, η αφή ήταν ένα μέσο αναγνώρισης της φρεσκάδας τους.
Εκτός από το να αγγίζει ωμά τα τρόφιμα, το να τρώει κανείς με τα δάχτυλα του προσέφερε, μαζί με την απόλαυση της αίσθησης της αφής, και τη γνώση της υφής του φαγητού: το σιτεμένο κρέας έχει τελείως διαφορετική υφή από το φρέσκο, όπως και το παχύ από το άπαχο. Η αφή αποτελούσε, λοιπόν, έναν επιπλέον τρόπο αναγνώρισης, απόλαυσης ή απόρριψης μιας τροφής.
Πώς ψάρευαν τα χταπόδια στα Δωδεκάνησα ως το 1950;
Τα χρόνια πριν από τη δεκαετία του 1950, σε περιπτώσεις που ένας ψαράς δεν είχε «γυαλί» (τον γνωστό κύλινδρο με γυάλινο πάτο, που ακουμπούσε στην επιφάνεια της θάλασσας και ο βυθός φαινόταν καθαρά), έχυνε λίγο λάδι στην ήρεμη θάλασσα και, στην επιφάνεια του νερού, σχηματιζόταν ένας κύκλος διάφανος που του επέτρεπε να παρατηρήσει το βυθό. Έτσι, όπου θεωρούσε ότι υπήρχε θαλάμι (φωλιά χταποδιού), είχε τον τρόπο να παρατηρήσει το χώρο και να χτυπήσει το χταπόδι με σιγουριά. Αυτή η εμπειρική μέθοδος μοιάζει τόσο παλιά όσο και το ψάρεμα του χταποδιού…
Οι αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν το φενγκ-σούι
Άλλη μια θεωρία γνωστή στους αρχαίους Έλληνες, αλλά ξεχασμένη από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια και μετά, είναι το «χωροθεσιακό σύστημα οικοδύναμης» ή όπως το ξέρουν πια όλοι, στα ιαπωνικά, το «φενγκ-σούι».
Τη θεωρία για την επίδραση του χώρου στον άνθρωπο διαβάζουμε στο βιβλίο του Ιπποκράτη "Περί αέρων, υδάτων, τόπων", όπου εξηγεί το πώς και γιατί οι διάφοροι λαοί διαφέρουν μεταξύ τους, ανάλογα με την περιοχή στην οποία ζουν, τις κλιματικές διαφορές κ.λπ. Όμως γνώσεις μη κωδικοποιημένες βλέπουμε και μέσα στα κείμενα των ομηρικών επών!
Πανάρχαια η γνώση για τις δυνάμεις των λίθων
Στα ορφικά ποιήματα συγκαταλέγεται και ένα ποίημα, το «Λιθικά», το οποίο αναφέρεται στις ιδιότητες των λίθων και στις επιδράσεις που ασκούν στους ανθρώπους που τους κατέχουν.
Στην αρχαιότητα, επειδή κάθε λίθος (πολύτιμος, ημιπολύτιμος ή κοινός) αντιστοιχούσε σε μια εποχή του έτους, εκείνοι που ήθελαν να βοηθηθούν από τις ιδιότητες των λίθων, έπρεπε να χρησιμοποιούν ως φυλακτό διαφορετική πέτρα για την κάθε εποχή.
Το ποίημα αυτό χρονολογείται στα τέλη του 4ου ή στον 5ο αιώνα μ.Χ., είναι γραμμένο σε εξάμετρο και έχουν σωθεί 774 στίχοι. Σήμερα ξαναβρήκαμε την πίστη στις δυνάμεις των λίθων μέσα από τις άπω-ανατολίτικες θεωρίες που έχουν γίνει της μόδας στην Ευρώπη.
Κοσμήματα από υαλόμαζα και φαγεντιανή σηματοδοτούν μια περίοδο παρακμής;
Το γυαλί (ύαλος) είναι σύνθετο υλικό. Κατασκευάζεται με την σύντηξη πυριτικής άμμου (SiΟ2), οξειδίων καλίου (Κ2Ο) ή νατρίου (Νa2Ο) και οξειδίου ασβεστίου (CaO). Ανάλογα με την ποιότητα και το χρώμα που επιθυμούμε να έχουμε, άλλες ενώσεις ή μέταλλα μπορούν να εμπλουτίσουν την αρχική σύνθεση. Το γυαλί, αν και στερεό, στη φυσική θεωρείται υγρό. Τα παλαιότερα γυάλινα αντικείμενα που έχουν έρθει στο φως μέχρι σήμερα, προέρχονται από την Αίγυπτο (2500 π.Χ.). Ίσως όμως να ήταν γνωστή η υαλουργία και στη Βαβυλώνα, από το 2600 π.Χ.
Το 1250-1190 π.Χ. (Υστεροελλαδική ΙΙΙ), στις Μυκήνες –όπως αναφέρει ο ανασκαφέας, και συγγραφέας του βιβλίου Αι πολύχρυσοι Μυκήναι, Γ. Μυλωνάς– κατασκευάζονταν μικρά αντικείμενα καθώς και κοσμήματα από υαλόμαζα και από φαγεντιανή. «Συνήθως, μικρά κοσμήματα από υαλόμαζαν, φαγεντιανήν και κύανον εχύοντο εις μήτρας, κατόπιν δε εκαλύπτοντο με λεπτά φύλλα χρυσού δια να δίδουν την εντύπωση χρυσών κοσμημάτων» (1983, σ. 230).
Η Υστεροελλαδική ΙΙΙ περίοδος χαρακτηρίζεται από την καταστροφή του Μυκηναϊκού πολιτισμού το 1104 π.Χ. Καθώς λοιπόν η τελική περίοδος είναι αυτή κατά την οποία εμφανίζονται τα γυάλινα χρυσόχρωμα κοσμήματα, μπορούμε να υποθέσουμε ότι από την καταστροφή προηγείται μια περίοδος παρακμής κατά την οποία δεν διατίθεται πλέον τόσος πολύς χρυσός και γι’ αυτό τα κοσμήματα που κατασκευάζονται είναι «απομιμήσεις».
Άγαλμα της Νέμεσης
To άγαλμα της Νέμεσης στο Ραμνούντα αναφέρεται στα αρχαία κείμενα ως ένα από τα αριστουργήματα γλυπτικής. Σύμφωνα με τη Σούδα, η θεά κρατούσε κλάδον μηλέας. Όμως το όνομα του τόπου, Ραμνούς, και οι ιδιότητες του φυτού της Ράμνου μας βάζουν σε υποψία ότι η Νέμεση κρατούσε κλάδον Ράμνου και όχι μηλιάς.
Ο καρπός της Ράμνου μπορεί να περιγραφεί ως μικρό μήλο και οι ιδιότητές του, σύμφωνα με τον Διοσκουρίδη, συνοψίζονται στο ότι καταπολεμά τη ζαλάδα. Και τι πιο κατάλληλο για να κρατά η Νέμεση, από τον καρπό αυτόν, που εγγυάται την ισορροπία και επομένως προάγει τη δικαιοσύνη;
Πηγή:arxaiologia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου