-Με ποιο τρόπο;
Μέσω της κατάργησης πολλών από τις φοροαπαλλαγές, που ελαφρύνουν τη συντριπτική πλειοψηφία των φορολογουμένων, κυρίως αυτούς με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα. Μάλιστα, μίλησε για φορολογικά προνόμια, τα οποία πρέπει να επανεξεταστούν: «Δεν είναι μόνο ότι υπάρχει φοροδιαφυγή, εξακολουθούν να υπάρχουν και...
φορολογικές απαλλαγές. Υπάρχουν μια σειρά από φορολογικά προνόμια τα οποία ενδεχομένως, η κοινωνία να θέλει να τα αξιολογήσει εάν σε συνθήκες δημοσιονομικής κρίσης θα πρέπει να παραχωρούνται», δήλωσε στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ, και συνέχισε, προχωρώντας ένα βήμα παρακάτω, βάζοντας μάλιστα στο τραπέζι – έστω και υπό τη μορφή παραδείγματος – την κατάργηση των μισών, ακόμα και όλων των φοροαπαλλαγών: «Δεν είπα ότι θα πάρουμε πρωτοβουλία να καταργήσουμε τις φορολογικές απαλλαγές. Αλλά, δεν είναι σωστό η κοινωνία να συζητά για τον οδικό χάρτη της μείωσης των ελλειμμάτων και να αγνοεί, αν σήμερα, το επίπεδο των δημοσιονομικών εσόδων είναι της τάξης των πενήντα δύο δισ. και δεν είναι της τάξης των πενήντα πέντε ή των πενήντα έξι δισ. ή ενδεχομένως και περισσότερο. Αυτό εν πολλοίς οφείλεται στο γεγονός ότι ο τρόπος, με τον οποίο έχουμε θεσπίσει και λειτουργεί το φορολογικό μας πλαίσιο επιτρέπει την παρουσία ορισμένων φορολογικών απαλλαγών. Αυτές οι φορολογικές απαλλαγές εάν καταργηθούν, για παράδειγμα στο σύνολό τους, μπορεί να αποφέρουν πέντε δισ., εάν κρατηθούν οι μισές μπορεί να αποφέρουν τρία».
Εκτιμάται ότι αυτή τη στιγμή ο αριθμός των φοροαπαλλαγών ξεπερνά τις 900, και πρόκειται μεταξύ άλλων για εκπτώσεις και απαλλαγές φόρου από ενοίκια, δίδακτρα, ασφάλιστρα, ιατρικές δαπάνες, ενισχυμένο αφορολόγητο όταν υπάρχουν παιδιά. Επίσης, για απαλλαγές ή μειωμένους συντελεστές Φ.Π.Α. και άλλων ειδικών φόρων σε συγκεκριμένα προϊόντα, που ισχύουν για τους κατοίκους νησιών, για απαλλαγές στην πρώτη κατοικία και στους φόρους κληρονομιών κλπ., καθώς και για τα μειωμένα τέλη ταξινόμησης αυτοκινήτων, που απολαμβάνουν ανάπηροι, πολύτεκνοι και άλλες κατηγορίες φορολογουμένων.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Κληθείς να σχολιάσει τις προβλέψεις του Κέντρου προγραμματισμού και ερευνών για αύξηση της φοροδιαφυγής, λόγω της αύξησης του ανώτατου φορολογικού συντελεστή στο 45%, υπεραμύνθηκε της απόφασης αυτής, όταν όλοι γνωρίζουμε ότι τη νύφη πληρώνουν οι μισθωτοί και οι ειλικρινείς φορολογούμενοι, ενώ οι πραγματικά έχοντες υψηλά εισοδήματα εξακολουθούν να μην τα δηλώνουν : «Σε συνθήκες δημοσιονομικής κρίσης όπου έχουν κληθεί να συμμετάσχουν όλοι οι Έλληνες με περικοπές μισθών η συντάξεων, το ερώτημα εάν πρέπει να έχουμε υψηλούς φορολογικούς συντελεστές το έχουμε θέσει και έχουμε απαντήσει. Είπαμε, ναι, πρέπει να έχουμε υψηλούς φορολογικούς συντελεστές έτσι ώστε όλοι να συνεισφέρουν σε αυτή την προσπάθεια με βάση τις δυνάμεις τους. Επομένως, είναι θα έλεγα εκ του πονηρού στις παρούσες συνθήκες να ανοίγει συζήτηση εάν θα πρέπει να καταργήσουμε τους ανώτατους φορολογικούς συντελεστές στη φορολογία εισοδήματος».
Είναι προφανές ότι και σε αυτή την περίπτωση, το οικονομικό επιτελείο φαίνεται ότι παραδέχεται εμμέσως πλην σαφώς – παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις – ότι αδυνατεί να κινητοποιήσει όπως θα έπρεπε τον ελεγκτικό και εισπρακτικό μηχανισμό και επιλέγει την εύκολη λύση της φορολογικής επιβάρυνσης αυτών, που είτε δεν μπορούν να ξεφύγουν, είτε επωφελούνται – καθ΄ όλα νόμιμα – κάποιων κοινωνικού χαρακτήρα απαλλαγών.
Του Νεκτάριου Β. Νώτη
τις φοροαπαλλαγες των εφοπλιστων δεν τις συζητανε καν οι σοσιαλιστες της πορτοφολας
ΑπάντησηΔιαγραφή