Εκτός από τους αριθμούς υπάρχει και η ουσία: θα βγούμε από την κρίση και από τα Μνημόνια σε καλύτερη κατάσταση ή χειρότερη; Η απάντηση θα κριθεί από το πόσο πιο ασφαλής θα αισθάνεται ο πολίτης ύστερα από την περιπέτεια που ζει σήμερα.
Θα υπάρξει δικαιοσύνη, και δεν θα εξοντώνονται οι πολλοί από την υπερβολική φορολογία ενώ οι καπάτσοι θα διαφεύγουν; Θα εφαρμόζονται οι νόμοι χωρίς προχειρότητα ή δόλο; Θα είναι ίσοι οι πολίτες όσον αφορά δικαιώματα, προοπτικές και υποχρεώσεις; Πάνω απ’ όλα, όμως, θα...
εξασφαλιστεί η αίσθηση πως κανείς δεν θα μείνει στο περιθώριο της κοινωνίας, ότι και οι άνεργοι και οι ανασφάλιστοι θα έχουν ένα ελάχιστο εισόδημα και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη;
Οι ανασφάλιστοι στην Ελλάδα σήμερα υπολογίζονται μεταξύ 1,9 εκατ. και 2,4 εκατ., με βάση την εν εξελίξει καταγραφή τους από το υπουργείο Εργασίας. Εάν η χώρα δεν ορθοποδήσει τάχιστα, οι άνθρωποι αυτοί βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του κινδύνου. Εάν σταθεροποιηθεί η οικονομία και αρχίσει η ανάκαμψη, ίσως η κρίση αυτή οδηγήσει σε ένα επίτευγμα, το οποίο θα παραμείνει όταν τα χρόνια της θυσίας θα έχουν ξεχαστεί: το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Το Μνημόνιο θέτει ως υποχρέωση τη θέσπιση ελάχιστου εισοδήματος, με τη χορήγηση να αρχίζει πιλοτικά εντός του 2014 και να γενικεύεται σε όλη τη χώρα το 2015. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα κινδυνεύει κανείς να βρεθεί χωρίς εισόδημα και ανασφάλιστος. Αυτό θα είναι ένα σημαντικότατο κοινωνικό άλμα, όχι μόνο από τη σημερινή κατάσταση όπου ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι βρίσκονται σε αδιέξοδο, αλλά και σε σχέση με τα χρόνια της «ευημερίας», όταν ξοδεύονταν τεράστια ποσά σε κοινωνικές δαπάνες, αλλά τα περισσότερα χρήματα πήγαιναν στα πλουσιότερα στρώματα.
Το Μνημόνιο θέτει σαφές χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή του μέτρου. Σύμφωνα με αυτό, τον Απρίλιο του 2014 θα στηνόταν ομάδα εργασίας για την υλοποίηση του μέτρου. Μέσα στον ίδιο μήνα, θα έπρεπε να συγκεντρωθούν στοιχεία για τις περιοχές όπου θα γίνει πιλοτική εφαρμογή του προγράμματος και μελέτη για το κόστος και τις ανάγκες υποδομών για την πιλοτική εφαρμογή. Τον Μάιο θα επιλεγούν δύο δήμοι για την πιλοτική εφαρμογή και θα θεσπιστούν τα κριτήρια με τα οποία θα επιλεγούν οι δικαιούχοι, καθώς και το ποσό της παροχής. Τον ίδιο μήνα πρέπει να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες για τις υπουργικές αποφάσεις που θα θεσπίσουν το μέτρο.
Οι διαδικασίες προχωρούν, και η κυβέρνηση αναμένεται να ανακοινώσει τους δύο δήμους που θα ενταχθούν στο πιλοτικό πρόγραμμα μετά τις εκλογές της 25ης Μαΐου, για ευνόητους λόγους. Σύμφωνα με το Μνημόνιο, «έως τον Ιούνιο του 2014, η κυβέρνηση θα παρουσιάσει οδικό χάρτη για τη σταδιακή εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος για τους φτωχούς, συμπεριλαμβανομένων των μακροχρόνιων ανέργων, για να αμβλυνθούν οι συνέπειες της φτώχειας και να προωθηθεί η κοινωνική ένταξη έως το 2015, εάν υπάρχει η χρηματοδότηση».
Η τελευταία φράση είναι το κλειδί: Πώς θα χρηματοδοτούνται τόσοι άνθρωποι όταν ήδη η χώρα δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα; Σύμφωνα με το Μνημόνιο, αυτό θα επιτευχθεί με τη χρήση υπαρχόντων πόρων, με τη δημιουργία θέσεων εργασίας και με ένα πλαίσιο κοινωνικών υπηρεσιών που θα στηρίζει όσους έχουν ανάγκη και θα τους βοηθάει να βρουν εργασία. Προχθές, ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης ανακοίνωσε ότι «σήμερα το ασφαλιστικό σύστημα είναι πλήρως θωρακισμένο από την παραβατικότητα, που κόστισε πάνω από 5 δισ. ευρώ μόνο τα τελευταία 15 χρόνια». Δηλαδή, το νοικοκύρεμα του κράτους και των υπηρεσιών μπορεί να συνεισφέρει τεράστια ποσά εκεί όπου υπάρχει ανάγκη.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της «Κ» της περασμένης Τετάρτης (της Χριστίνας Κοψίνη), το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα θα δίνεται με βάση εισοδηματικά κριτήρια και δεν θα υπερβαίνει το ποσό των 200 ευρώ, με προσαύξηση κατά 70 ευρώ για τον σύζυγο και κατά 50 ευρώ για το κάθε παιδί. Για την πιλοτική εφαρμογή του προγράμματος έχουν εγγραφεί 20 εκατ. ευρώ στον προϋπολογισμό του 2014 (για 8.000 έως 10.000 άτομα).
Η Ελλάδα και η Ιταλία είναι οι μόνες χώρες της Ευρωζώνης που δεν έχουν ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, ενώ στις άλλες κυμαίνεται μεταξύ 200 και 420 ευρώ. Στην Ελλάδα, ήδη εκτιμάται ότι η περίθαλψη απόρων (για όσους έχουν ετήσιο εισόδημα κάτω των 6.000 ευρώ) και ανασφάλιστων κοστίζει περισσότερα από 120 εκατ. ευρώ ετησίως στο ΕΣΥ. Εως τώρα, κρατικές και δημοτικές υπηρεσίες, η Εκκλησία, Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και εθελοντές έχουν κρατήσει την κοινωνία όρθια. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί επ’ αόριστον. Ο μόνος δρόμος είναι ένα ελάχιστο εισόδημα, που θα εξασφαλίζει την αξιοπρέπεια και την ασφάλεια όλων.
Ν. Κωνσταντάρας / Η Καθημερινή της Κυριακής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου