Άσχετα με τις εκτιμήσεις αναλυτών, η ιστορική εμπειρία έχει αποδείξει ότι το Ισλάμ σε μια χώρα επιδρά στις εξελίξεις ευθέως ανάλογα με τους αριθμούς των μουσουλμάνων που βρίσκονται εκεί. Η δυνατότητα μιας χώρας να ελέγξει την ισλαμική επεκτατικότητα συναρτάται άμεσα με την ικανότητα αντιμετώπιση της δημογραφικής ανατροπής υπέρ των μουσουλμάνων.
Μια ματιά σε ιστορικά παραδείγματα άλλων χωρών με μεγάλους αριθμούς μουσουλμάνων κατοίκων αποδεικνύει του λόγου το αληθές:
Το Πακιστάν (βλ σχετικές διακηρύξεις του ιδρυτή του Μωχάμεντ Αλί Τζίνα, FT. “Islamic Extremists pose a threat to Asian statehood” 13/1/2016) ιδρύθηκε σαν χώρα ανοχής διαφορετικών αντιλήψεων και θρησκειών. Σύντομα όμως η πλειοψηφία των μουσουλμάνων το μετέτρεψε σε ισλαμική δημοκρατία με αποτέλεσμα την εκκαθάριση όλων των άλλων θρησκευτικών ομάδων αλλά και των μη Σουνιτικών μουσουλμανικών μειονοτήτων. Παράλληλες εξελίξεις σημειώθηκαν σε περιοχές όπως το Μπανγκλαντές, η Σουμάτρα, οι Μαλδίβες, το Μπαλί, οι Φιλιππίνες, η Μαλαισία αλλά και το Αφγανιστάν σε σχέση με τους Σία Χαζάρους που κατοικούν στις κεντρικές περιοχές εκεί.
Η Πακιστανή συγγραφέας Farahnaz Ispahani, στο βιβλίο της Purifying the Land of the Rure, περιγράφει πως στο Πακιστάν οι μη μουσουλμάνοι περιορίσθηκαν από 23% του πληθυσμού το 1947 σε μόλις 3% στα χρόνια που μεσολάβησαν ανάμεσα στην ανεξαρτησία και σήμερα. Και την επιβολή βέβαια πολιτικών Σουνιτικής ισλαμικής ορθοδοξίας.
Στο Λίβανο, την άλλοτε Ελβετία της Μ. Ανατολής, οι Χριστιανοί μέχρι το 1910 αποτελούσαν το 77,5% του πληθυσμού. Πριν την έναρξη του εμφυλίου πολέμου στο Λίβανο στα μέσα της δεκαετίας του 70′, οι Χριστιανοί αποτελούσαν το 62% του πληθυσμού. Σήμερα οι Χριστιανοί του Λιβάνου αποτελούν μόλις το 34% του συνολικού πληθυσμού και οι μουσουλμάνοι το 59,5%.
Στη Βοσνία, στις αρχές της δεκαετίας του 90′, έλαβε χώρα μία από τις πιο σφοδρές και αιματηρές εθνο-θρησκευτικές συγκρούσεις μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στα 30 όμως περίπου χρόνια που προηγήθηκαν της έναρξης του πολέμου οι Σερβοβόσνιοι μειώθηκαν από το 43% στο 31% του πληθυσμού, ενώ οι Βόσνιοι μουσουλμάνοι αυξήθηκαν από το 26% του πληθυσμού στο 41%. Έτσι η Σερβία έχασε την εθνολογική πλειοψηφία στη Βοσνία και ακολούθησε και η αναπόφευκτη εδαφική απώλεια.
Το ίδιο συνέβη και με το Κόσοβο, το οποίο μέχρι και τον 17ο – 18ο αιώνα κατοικείτο από Σέρβους σε μεγάλη πλειοψηφία. Την περίοδο όμως 1689 – 92 και 1737 – 39 πολλοί Σέρβοι εξαναγκάστηκαν σε μετανάστευση για αποφυγή διωγμών από τους Οθωμανούς και έτσι άρχισε η κάμψη του σερβικού χριστιανικού πληθυσμού. Το 1948 οι Χριστιανοί Σέρβοι αποτελούσαν το 23,6% του πληθυσμού και οι Μουσουλμάνοι Αλβανοί το 68,5%. Το 2011 μετά από την εξαναγκαστική έξοδο πολλών Σέρβων κατοίκων από την περιοχή λόγω του πολέμου του 1999, οι Αλβανοί Μουσουλμάνοι αποτελούσαν το 92,5% του πληθυσμού και οι Σέρβοι μόλις το 1,5%!
Αν οι αφοσιωμένοι οπαδοί του Μωάμεθ δεν ξεπερνούν το 1% του πληθυσμού τότε οι μουσουλμάνοι ειναι φιλήσυχοι, αγαπούν την ειρήνη και δείχνουν έτοιμοι να ασχοληθούν αποκλειστικά με την καθημερινότητά τους. Αυτό ισχύει απόλυτα σε χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες η Αυστραλία η ο Καναδάς με ποσοστό μουσουλμάνων από 0,08 έως 1,8%. Η επιθετική ισλαμοποίηση έχει σαν αφετηρία την στιγμή που οι αριθμοί των μουσουλμάνων είναι αρκετοί ώστε να επιτρέπουν διεκδικητικές κινητοποιήσεις με στόχο την κατοχύρωση κατ’ αρχήν δικαιωμάτων που στην συνέχεια εξελίσσονται σε επιλογές επιθετικές η καταπιεστικές για τις άλλες πληθυσμιακές ομάδες μιας χώρας. Όπως με λεπτομέρεια αναφέρει ο Δρ. Peter Hammond στο βιβλίο του Slavery, Terrorism and Islam: The Historical Roots and Contemporary Threat (2010), όταν οι ανεκτικές, πολυπολιτισμικές και “πολιτικά ορθές” κοινωνίες δέχονται μια σειρά από απαιτήσεις των μουσουλμάνων κατοίκων τους κάποια άλλα ζητήματα αρχίζουν να γίνονται ορατά και βαθμιαία κυρίαρχα.
Μόλις ο αριθμός των μουσουλμάνων κατοίκων προσεγγίζει το 2 – 5% αρχίζει ο προσηλυτισμός άλλων εθνικών μειονοτήτων καθώς και ομάδων του πληθυσμού που αισθάνονται περιθωριοποιημένοι και εξαιρεμένοι (λχ φυλακισμένοι). Τέτοια φαινόμενα παρατηρούνται ήδη σε χώρες όπως η Δανία (2%), η Γερμανία (3%) η Βρετανία (4,4%), η Ισπανία (4%) και η Ταιλάνδη (4,6%). Μόλις το ποσοστό ξεπεράσει περίπου το 5 % (Γαλλία 8 %, Σουηδία 5 %, Ελβετία 4,3 %, Ολλανδία 5,5 %, Φιλιππίνες 5 %) οι πιέσεις εντείνονται σε βαθμό μεγαλύτερο από το μέγεθος της μειονότητας. Λ.χ., γίνονται μεγάλες διεκδικήσεις για την εισαγωγή ενός ειδικού “καθαρού” (halal) με ισλαμικούς όρους φαγητού, πχ στα σούπερ μάρκετ, με αποτέλεσμα την εξασφάλιση απασχόλησης υποχρεωτικά σε μουσουλμάνους για την προπαρασκευή και διαχείρισή του. Σε περιπτώσεις που το αίτημά τους δεν γίνεται δεκτό εμφανίζονται απειλές για κινητοποιήσεις και αντίποινα. Την ίδια στιγμή αιτήματα αυτοδιοίκησης με βάση την Σαρία (ισλαμικό νόμο) στις ιδιαίτερες κοινότητές τους εμφανίζονται με απειλές για βίαια αντίποινα αν η πίεση απορριφθεί.
Όταν το πληθυσμιακό ποσοστό των μουσουλμάνων ξεπερνά το 10%, βιαιότητες κάνουν την εμφάνισή τους με ανησυχητική συχνότητα με βάση παράπονα και αιτήματα για την κοινωνική τους κατάσταση. Στο Παρίσι βλέπουμε ήδη πυρπόληση αυτοκινήτων ενώ η παραμικρή κίνηση που ενοχλεί τους ισλαμιστές απαντάται με βιαιότητες και συχνά με αίμα (Παρίσι και Κοπεγχάγη με καρτούν για τον Μωάμεθ και Αμστερνταμ για κάποιο φίλμ). Τέτοιες εντάσεις παρατηρούνται σχεδόν καθημερινά σε κοινωνίες με τέτοια ποσοστά (Ινδία 10%, Κένυα 19%, Ρωσία 15 %).
Με ποσοστά πάνω από 20% σημειώνονται συχνές εγκληματικές ενέργειες που περιλαμβάνουν σκοτωμούς αντιφρονούντων ετερόπιστων (χριστιανών) η ετερόδοξων (σιίτες) καθώς και σχηματισμός παραστρατιωτικών οργανώσεων όπως λχ στην Αιθιοπία (32,8 %), στο Τσαντ (53,1 %) και στο Λίβανο (59,7 %) και στη Βοσνία (40 %).
Όταν το ποσοστό των μουσουλμάνων κατοίκων ξεπερνά το 60% σημειώνονται οργανωμένες διώξεις “άπιστων”, εθνοκαθάρσεις αντιφρονούντων, η χρησιμοποίηση της Σαρία σαν επιθετικού όπλου όπως και η Γίζυα (φόρος στους άπιστους) καθώς και φαινόμενα βίαιης Τζιχάντ (Μαλαισία 60,4 %, Κατάρ 77,5 %, Σουδάν 70 %, Μπανγκλαντές 83 %, Αίγυπτος 90 %, Ινδονησία 86,1 % κλπ).
Η κραυγή ‘Χετζίρα’ (Hijrah) στέλνει κραδασμούς ανατριχίλας στις ψυχές και στο θυμικό των μουσουλμάνων. Σηματοδοτεί το ξεκίνημα του Ισλάμ κι’ αναφέρεται στη φυγή σαν πρόσφυγας του Προφήτη Μωάμεθ από την Μέκκα, για να διασωθεί από επικείμενους φονιάδες, την άφιξή του στη Μεντίνα (τότε, Γιαθρίμπ), την μεθόδευση της από μέσα κατάληψής της και την επεκτατική στη συνέχεια κυριαρχία του Ισλάμ παντού. Περιέχεται σε 91 στίχους του Κορανίου σαν καθήκον των μουσουλμάνων να μιμηθούν τoν Προφήτη και να αυξήσουν την Χετζίρα, με στόχο την επεκτατική διάδοση του Ισλάμ σε άλλες χώρες και κοινωνίες. Μια τέτοια ‘φυγή’ των μουσουλμάνων, με την μορφή προσφυγιάς η μετανάστευσης, οριοθετεί τους τρόπους με τους οποίους η Σαρία (ιερός νόμος) μπορεί τελικά να επιβληθεί σε αλλόπιστες κοινωνίες.Όταν το ποσοστό των μουσουλμάνων κατοίκων ξεπερνά το 60% σημειώνονται οργανωμένες διώξεις “άπιστων”, εθνοκαθάρσεις αντιφρονούντων, η χρησιμοποίηση της Σαρία σαν επιθετικού όπλου όπως και η Γίζυα (φόρος στους άπιστους) καθώς και φαινόμενα βίαιης Τζιχάντ (Μαλαισία 60,4 %, Κατάρ 77,5 %, Σουδάν 70 %, Μπανγκλαντές 83 %, Αίγυπτος 90 %, Ινδονησία 86,1 % κλπ).
Οι νέες μεταναστευτικές ροές εμπεριέχουν έναν μεγάλο κίνδυνο, την ισλαμοποίηση της Ελλάδας. Οι μουσουλμάνοι στην Ελλάδα το 2010 αριθμούσαν 500.000 και έως το 2015 είχαν αυξηθεί σε 610.000 (αύξηση 20%), ενώ αξιοσημείωτο είναι ότι, σύμφωνα με την απογραφή του 2011, η μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, που αποτελείται από τους γηγενείς Έλληνες μουσουλμάνους, αριθμούσε 114.000. Η πρόσφατη αλλαγή της μεταναστευτικής πολιτικής της Ελλάδας, που σημαδεύτηκε από τη θέσπιση νέων ελαστικών κριτηρίων απονομής της ελληνικής υπηκοότητας, σε συνδυασμό με την απόφαση της κατάργησης της Αμυγδαλέζας τον Φεβρουάριο 2015, ήταν όπως αποδείχθηκε εγκληματική. Αν συνεχισθεί αυτή η αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος, τότε η ισλαμοποίηση της Ελλάδας είναι απλά θέμα χρόνου, χωρίς αυτό να αποτελεί συνωμοσιολογία αλλά ρεαλιστική εκτίμηση.
Αντίβαρο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου