Για το 2017 μετατίθεται η οριστική εφαρμογή του σχεδίου των e-αποδείξεων βάσει των οποίων θα «χτίζεται» το αφορολόγητο ποσό αφού για το 2016 θα υπάρξει μεταβατική περίοδος εφαρμογής του μέτρου που θα τεθεί σε ισχύ το τελευταίο τρίμηνο του έτους.
Δηλαδή για το διάστημα από 1ης Οκτωβρίου έως 31 Δεκεμβρίου του 2016, που σημαίνει ότι και τα ποσοστά από τα φετινά εισοδήματα που θα πρέπει να καλύψουν με «πλαστικό χρήμα οι φορολογούμενοι είναι περιορισμένα ως προς αυτό το τρίμηνο.
Ανάλογα με το εισόδημα του υπόχρεου τα ποσοστά αυτά κυμαίνονται από 2,5% έως 7,5% των εισοδημάτων που θα αποκτηθούν φέτος.
Όπως ίσχυε τα προηγούμενα χρόνια εκτός από φέτος, το ποσό που θα μείνει ακάλυπτο από τις αποδείξεις θα φορολογηθεί με 22% που είναι ο συντελεστής του πρώτου κλιμακίου στην φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Τη διασύνδεση του αφορολογήτου ποσού αυστηρά και μόνο με τις δαπάνες που γίνονται μέσω πιστωτικών ή χρεωστικών καρτών προβλέπει διάταξη που θα περιληφθεί στο νομοσχέδιο για το «πλαστικό» χρήμα που γίνεται προσπάθεια να κατατεθεί στην Βουλή το αργότερο μέχρι αυτή την Παρασκευή.
Διαφορετικά θα ανακοινωθεί από την κυβέρνηση στη συνέχεια θα αναρτηθεί για δημόσια διαβούλευση και πάει από τον Σεπτέμβριο για κατάθεση στο ελληνικό κοινοβούλιο.
Με το νομοσχέδιο για το «πλαστικό» χρήμα θα καθορίζεται το ύψος των αποδείξεων που θα πρέπει να συγκεντρώνουν εφεξής μισθωτοί, συνταξιούχοι και αγρότες προκειμένου να εξασφαλίσουν το νέο «κουρεμένο» αφορολόγητο ποσό (πλέον κλιμακώνεται από 8.636 έως 9.545 ευρώ ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του καθενός).
Κατά πληροφορίες, το συνολικό ύψος των αποδείξεων για το «χτίσιμο» του αφορολόγητου θα είναι συνάρτηση του ετήσιου εισοδήματος.
Ειδικότερα, θεσπίζεται κλίμακα με διαφορετικά ποσοστά δαπανών ανά εισοδηματική κατηγορία που θα πρέπει να γίνονται με πλαστικό χρήμα.
Οι φορολογούμενοι θα πρέπει να καλύπτουν ένα ποσοστό του ετησίου εισοδήματός τους με δαπάνες αγοράς αγαθών και λήψης υπηρεσιών εξοφληθείσες μέσω χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών ή μέσω ηλεκτρονικής τραπεζικής (e-banking), προκειμένου να κατοχυρώνουν το αφορολόγητο όριο εισοδήματος.
Συγκεκριμένα:
* Όσοι μισθωτοί και συνταξιούχοι δηλώνουν ποσά ετησίου εισοδήματος από μισθούς ή συντάξεις μέχρι 10.000 ευρώ θα πρέπει να καλύπτουν ποσοστό 10% του εισοδήματος αυτού με δαπάνες εξοφληθείσες με «πλαστικό» ή ηλεκτρονικό χρήμα.
* Για όσους δηλώνουν ετήσια εισοδήματα από μισθούς ή συντάξεις πάνω από 10.000 και μέχρι 20.000 ευρώ το ποσοστό του εισοδήματος που πρέπει να καλύπτεται με «πλαστικό» ή ηλεκτρονικό χρήμα θα ανέρχεται στο 15%, ενώ για όσους δηλώνουν πάνω από 20.000 και μέχρι 40.000 ευρώ το ποσοστό αυτό θα ανέρχεται σε 20%.
* Για όσους δηλώνουν ετήσιο εισόδημα από μισθούς ή συντάξεις πάνω από 40.000 ευρώ το ποσοστό υποχρεωτικής κάλυψης με δαπάνες εξοφληθείσες με «πλαστικό» ή ηλεκτρονικό χρήμα θα ανέρχεται στο 30% του ετησίου αυτού εισοδήματος.
Για το 2016 έχει προβλεφθεί μεταβατική περίοδος κατά την οποία η κάλυψη του ετησίου εισοδήματος θα πραγματοποιείται με δαπάνες εξοφληθείσες είτε με πλαστικό είτε με ηλεκτρονικό χρήμα οι οποίες θα είναι μειωμένες στο 1/4 αυτών που θα ισχύουν σε ετήσια βάση από το 2017 και μετά.
Αυτό λόγω της τρίμηνης εφαρμογής του μέτρου.
Συνεπώς, φέτος από τον Οκτώβριο έως τον Δεκέμβριο:
* Όσοι φορολογούμενοι έχουν ετήσια εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ από μισθούς ή συντάξεις θα πρέπει να καλύψουν με δαπάνες εξοφληθείσες μέσω χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών ή μέσω ηλεκτρονικής τραπεζικής (e-banking) το 2,5% του συνολικού ετησίου εισοδήματος (το 1/4 του 10%).
Θα πρέπει δηλαδή να πληρώσουν μέσω καρτών ή μέσω internet δαπάνες ύψους μέχρι 250 ευρώ.
* Όσοι έχουν ετήσια εισοδήματα από μισθούς ή συντάξεις πάνω από 10.000 και μέχρι 20.000 ευρώ θα πρέπει να εξοφλήσουν με «πλαστικό» ή ηλεκτρονικό χρήμα δαπάνες σε ποσοστό 3,75% του ετησίου εισοδήματός τους (το 1/4 του 15%).
Το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί σε ποσά τα οποία κυμαίνονται από 375 έως 750 ευρώ.
* Όσοι έχουν ετήσια εισοδήματα από μισθούς και συντάξεις άνω των 20.000 και μέχρι 40.000 ευρώ θα πρέπει να πραγματοποιήσουν με κάρτες ή με e-banking δαπάνες σε ποσοστό 5% του εισοδήματος (το 1/4 του 20%) που κυμαίνονται από 1.000 έως 2.000 ευρώ.
* Όσοι έχουν ετήσια εισοδήματα από μισθούς ή συντάξεις μεγαλύτερα των 40.000 ευρώ θα πρέπει να καλύψουν με e- δαπάνες το 7,5% του ετησίου εισοδήματός τους ήτοι τουλάχιστον 3.000 ευρώ.
Εξετάζεται για το τρίμηνο αυτό να ισχύσουν και οι χάρτινες αποδείξεις οι οποίες θα πρέπει να συλλέγονται και να φυλάσσονται από τους φορολογούμενους.
Στις δαπάνες που θα αναγνωρίζονται για την κατοχύρωση του αφορολογήτου θα περιλαμβάνονται όλες οι αγορές καταναλωτικών αγαθών και οι παροχές υπηρεσιών. Δηλαδή θα λαμβάνονται υπόψη ακόμη και οι αγορές σε σούπερ μάρκετ, οι πληρωμές ενοικίων, τόκων από στεγαστικά δάνεια, ασφαλίστρων, διδάκτρων, μέχρι και η πληρωμή των κοινοχρήστων. Ως δαπάνες για το χτίσιμο του αφορολόγητου δεν θα λογίζονται οι καταθέσεις σε τρίτα πρόσωπα ή τα εμβάσματα, ενώ «γκρίζα ζώνη» είναι οι λογαριασμοί των ΔΕΚΟ.
Επίσης και οι συναλλαγές των φορολογουμένων με ιατρικά κέντρα, γιατρούς, αλλά και η δαπάνη φαρμάκων θα πρέπει να εξοφλούνται μέσω χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών ή μέσω ηλεκτρονικής τραπεζικής.
Σε διαφορετική περίπτωση, οι δαπάνες θα απορρίπτονται από την Eφορία και δεν θα λαμβάνονται υπόψη για την κατοχύρωση του αφορολογήτου.
Από την υποχρέωση να καλύπτουν ένα ποσοστό του ετησίου εισοδήματος με δαπάνες πληρωθείσες με «πλαστικό» ή ηλεκτρονικό χρήμα θα εξαιρεθούν όσοι συνταξιούχοι έχουν ηλικία 70 ετών και άνω, καθώς και όσοι μισθωτοί και συνταξιούχοι κατοικούν σε οικισμούς με πληθυσμό κάτω από ένα συγκεκριμένο όριο και σε περιοχές ορεινές που βρίσκονται σε υψόμετρο μεγαλύτερο από ένα συγκεκριμένο όριο.
Με απόφαση του υπουργού Οικονομικών θα καθορίζονται κι άλλα κίνητρα προς τους φορολογουμένους, με στόχο να επεκταθεί η χρήση του «πλαστικού» χρήματος και των πληρωμών μέσω e-banking.
Τα κίνητρα θα καθορίζονται σε ετήσια βάση από τον υπουργό Οικονομικών και θα προβλέπουν κληρώσεις δώρων (αυτοκίνητα, ταξίδια κ.λ.π.) καθώς και ακινήτων.
Επίσης, με άλλες ρυθμίσεις θα προβλέπονται τα εξής:
• Από την 1η Ιανουαρίου 2017 όλες οι νέες επιχειρήσεις που θα ανοίξουν θα πρέπει υποχρεωτικά να έχουν μηχανάκια POS.
• Από το 2017 θα καταγραφούν όλες οι επιχειρήσεις που έχουν ή δεν έχουν μηχανάκια POS.
Συγκεκριμένα, οι υφιστάμενες την 1η-1-2017 επιχειρήσεις θα ενταχθούν σε ειδικό μητρώο το οποίο θα περιλαμβάνει αναλυτικά τα στοιχεία τους και θα έχει ως πρόσθετη πληροφορία για κάθε εγγεγραμμένη επιχείρηση την ύπαρξη ή την μη ύπαρξη μηχανήματος POS.
Μ. Χριστοδούλου
www.bankingnews.gr
Από την 1η Ιανουαρίου του 2017 λοιπόν:
Για εισόδημα έως 10.000 ευρώ το ποσοστό ελάχιστης δαπάνης με πλαστικό χρήμα θα είναι 10%
Για εισόδημα από 10.001 έως 20.000 ευρώ το ποσοστό ελάχιστης δαπάνης με κάρτα θα είναι 15%
Για εισόδημα από 20.001 ευρώ έως 40.000 ευρώ το ποσοστό ελάχιστης δαπάνης με κάρτα θα είναι 20%
Για εισόδημα από 40.001 ευρώ και πάνω η ελάχιστη δαπάντη με πλαστικό χρήμα θα είναι 30%
Το νομοσχέδιο προβλέπει ότι εξαιρετικά για το φορολογικό έτος 2016, δηλαδή για τα φετινά εισοδήματα, το ποσοστό ελάχιστης δαπάνης μειώνεται κατά 30%.
Έτσι, για εισόδημα έως 10.000 ευρώ οι φορολογούμενοι θα πρέπει να έχουν αποδείξεις με πλαστικό χρήμα ίσες με το 7% του εισοδήματός τους, για ετήσιο εισόδημα από 10.001 έωs 20.000 ευρώ απαιτούνται δαπάνεs ίσες με το 10,5% του εισοδήματος, για ετήσιο εισόδημα από 20.001 έωs 40.000 ευρώ θα πρέπει οι αποδείξεις με πλαστικό χρήμα να ανέρχονται στο 14% του εισοδήματος και για ετήσιο εισόδημα άνω των 40.000 ευρώ οι αποδείξεις θα πρέπει να ανέρχονται στο 21% του εισοδήματος.
Πέναλτι φόρου 22% για λιγότερες αποδείξεις
Σε περίπτωση που δεν προσκομίζεται το απαιτούμενο ποσό αποδείξεων με πλαστικό χρήμα, τότε ο φόρος προσαυξάνεται κατά τη θετική διαφορά μεταξύ του απαιτούμενου ποσού αποδείξεων και του δηλωθέντοs ποσού αποδείξεων, η οποία πολλαπλασιάζεται με συντελεστή 22%.
Για παράδειγμα, ένας μισθωτός χωρίς παιδιά με ετήσιο εισόδημα 30.000 ευρώ θα πρέπει να έχει δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί με πλαστικό χρήμα τουλάχιστον το ποσό των 6.000 ευρώ. Αν ο φορολογούμενος έχει αποδείξεις με κάρτες το ποσό των 4.000 ευρώ τότε οι 2.000 ευρώ πού τον λείπουν θα θεωρηθούν εισόδημα και θα φορολογηθούν με συντελεστή 22%.
Έτσι ο μισθωτός, πέρα από τον φόρο 5.600 ευρώ που αναλογεί στο εισόδημά του, θα επιβαρυνθεί με πρόσθετο φόρο 440 ευρώ (2.000 Χ 22%) και συνολικά θα πληρώσει στην Εφορία 6.040 ευρώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου