Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2016

Τσάμηδες: Οι διαβουλεύσεις του 1924-25 και τα μοιραία λάθη


«Μοιραίος άνθρωπος» για το Τσάμικο ο Θεόδωρος Πάγκαλος

Όπως είχαμε αναφέρει, οι Τσάμηδες ήταν γηγενείς χριστιανοί της Θεσπρωτίας, που εξισλαμίστηκαν πιθανότατα τον 17ο αιώνα, κυρίως μετά το κίνημα του Διονύσιου του Φιλοσόφου το 1611 [σημείωση Krasoblog: γνωστός και ως "Σκυλόσοφος" οι  Τούρκοι τον έγδαραν ζωντανό(!) -και μας λένε οι θολοκουλτουριάρηδες ότι δεν υπήρχανε επαναστάσεις και κινήματα πριν το 1821]. Μάλιστα μετά το 1635, φαίνεται ότι οι εξισλαμισμοί αυτοί εντάθηκαν. Ωστόσο, δεν είχαν καμιά σχέση με τους Αλβανούς και δεν διέθεταν αλβανική εθνική συνείδηση, αλλά τα ήθη και τα έθιμά τους ήταν παρόμοια με τα χριστιανικά, ενώ πολλοί είχαν και χριστιανικά ονόματα.

Με την πάροδο του χρόνου, όμως, οι Τσάμηδες εξελίχθηκαν σε...
φανατικούς μουσουλμάνους και σφοδρούς πολέμιους των Ελλήνων. Κατά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο και στη διάρκεια των επιχειρήσεων για την απελευθέρωση της Ηπείρου, πολέμησαν εναντίον των ελληνικών στρατευμάτων, έχοντας συστήσει συμμορίες.

Το Νοέμβριο του 1921, η Πρεσβευτική Συνδιάσκεψη αποφάσισε τα εδάφη στα οποία ζούσαν οι Τσάμηδες να αποδοθούν οριστικά στην Ελλάδα.

Πόσοι ήταν όμως οι Τσάμηδες;

Ο Π. Αραβαντινός, στο τρίτο μέρος της "Περιγραφής της Ηπείρου" αναφέρει ότι οι Μωαμεθανοί της Τσαμουριάς ανέρχονταν σε 4.000 οικογένειες περίπου. Η αλβανική κυβέρνηση υπολόγισε το 1925 τον αριθμό τους σε 25.000 άτομα. Η Μεικτή Επιτροπή στην οποία θα αναφερθούμε εκτενώς παρακάτω, υπολόγισε τον αριθμό τους σε 20.160 άτομα.

Ας επανέλθουμε όμως στα ιστορικά γεγονότα.

Τον Αύγουστο του 1923, δολοφονήθηκε στην Κακαβιά ο Ιταλός στρατηγός Τελίνι, καθώς και άλλα μέλη της ιταλικής αντιπροσωπείας, όπως είχαμε γράψει στο protothema.gr, και το "τσάμικο", παρέμεινε σε εκκρεμότητα.

Ο Ιταλός στρατηγός Τελίνι


Μετά τη μικρασιατική καταστροφή, υπογράφηκε μια ελληνοτουρκική σύμβαση, που προέβλεπε την ανταλλαγή των ορθόδοξων χριστιανών κατοίκων της Τουρκίας με τους μουσουλμάνους κατοίκους της Ελλάδας (Λωζάνη, 30/1/1923). Στο κείμενο αυτό δεν υπήρχε καμιά αναφορά σε όσους μουσουλμάνους κατοικούσαν στη Δυτική Μακεδονία και την Ήπειρο, καθώς θεωρούνταν "αλβανικής" καταγωγής.

Μάλιστα, το μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας Δημ. Κακλαμάνος, δήλωσε ότι "Η Ελλάδα δεν πρόκειται να ανταλλάξει τους μουσουλμάνους "αλβανικής" καταγωγής. Αυτοί κατοικούσαν σε μία περιοχή σαφώς καθορισμένη, την Ήπειρο και, παρόλο που η θρησκεία τους ήταν η ίδια με αυτή των Τούρκων, ήταν διαφορετικής εθνικότητας."

Η ατυχής αυτή δήλωση Κακλαμάνου έδωσε την ευκαιρία στους Αλβανούς να επωφεληθούν. Ο απεσταλμένος τους στη Λωζάνη Μιντάτ Φρασέρι, έστειλε μία επιστολή στον Ιταλό πρόεδρο της επιτροπής για τις μειονότητες Αντόνιο Μοντάνια, με την οποία του τόνιζε ότι θα πρέπει να γίνουν πολύ προσεκτικές κινήσεις στο θέμα των Τσάμηδων και να εξαιρεθούν με κάθε τρόπο από την επικείμενη συναλλαγή. Ο Μοντάνια τον καθησύχασε, διαβεβαιώνοντάς τον ότι Ελλάδα και Τουρκία είχαν δεσμευθεί όσοι Αλβανοί κατοικούσαν στα εδάφη τους να εξαιρεθούν από την ανταλλαγή πληθυσμών.

Τελικά αποφασίστηκε μια Μεικτή Ελληνοτουρκική Επιτροπή, που συγκροτήθηκε τον Μάρτιο του 1924, να ασχοληθεί με το ζήτημα του προσδιορισμού της καταγωγής των μουσουλμάνων. Οι Αλβανοί, οι οποίοι αποκλείστηκαν από την επιτροπή, κατέθεσαν προσφυγή κατά της Ελλάδας στο Συμβούλιο της Κοινωνίας των Εθνών, προσπαθώντας να μην εφαρμοστεί η ελληνική πρόταση για εισαγωγή ενός γενικού μέτρου για την εξαίρεση των μουσουλμάνων από την ανταλλαγή.

Η προσφυγή τους συζητήθηκε στο Συμβούλιο στις 17/12/1923 και απορρίφθηκε η πρότασή τους για τη σύσταση νέας επιτροπής που θα αποφάσιζε για την τύχη των μουσουλμάνων της Δυτικής Μακεδονίας και της Ηπείρου, στην οποία θα έπαιρναν μέρος και οι ίδιοι. Η Μεικτή Επιτροπή που αναφέραμε παραπάνω ανέθεσε σε μία τριμελή αντιπροσωπεία, αποτελούμενη από τους E.E. Ekstrand, Π. Μεταξά και Χαντίμπεη να μεταβούν επί τόπου στην Ήπειρο, για να διερευνήσουν τη βούληση των μουσουλμάνων. Το ταξίδι αυτό πραγματοποιήθηκε την άνοιξη του 1924 και είχε διάρκεια ενός μηνός.

Τα μέλη της αντιπροσωπείας κατέληξαν ομόφωνα στο συμπέρασμα ότι οι μουσουλμάνοι δεν είχαν ακόμη διαμορφώσει εθνική συνείδηση και βασικό κριτήριο του αυτοπροσδιορισμού τους ήταν η θρησκεία. Ελάχιστοι ισχυρίζονταν ότι ήταν αλβανικής καταγωγής, ενώ οι περισσότεροι δήλωναν πως είναι τουρκικής καταγωγής και ζητούσαν να μετεγκατασταθούν στην Τουρκία.

Τα Τίρανα αντέδρασαν έντονα και επιδίωκαν την, με κάθε τρόπο, παραμονή των Τσάμηδων στην Ελλάδα, ως "αντίβαρο" για το βορειοηπειρωτικό αλλά έχοντας πάντα κατά νου ότι το "τσάμικο" θα μπορούσε να αποτελέσει και στο μέλλον μοχλό για την Ελλάδα.

Έτσι οι Αλβανοί ανέβασαν τους τόνους της αντιπαράθεσης προσφεύγοντας ξανά στο Συμβούλιο της Κ.τ.Ε. κατά της Ελλάδας. Παράλληλα, απέστειλαν επιστολές προς τον Γ.Γ. της Κ.τ.Ε. Το ίδιο διάστημα, δεκάδες πράκτορες των Τιράνων κατέκλυσαν τα χωριά των Τσάμηδων, προσπαθώντας να τους πείσουν ότι έχουν αλβανική καταγωγή. Η ελληνική πλευρά κράτησε μετριοπαθή στάση, κάτι που αναγνώρισε ο επίσημος εισηγητής της Κ.τ.Ε. για το θέμα των Τσάμηδων, Ισπανός Ντε Λεόν. Τότε προέκυψε ένα άλλο πρόβλημα, καθώς οι Τούρκοι δεν δέχονταν άλλους Τσάμηδες στην επικράτειά τους, μάλλον για οικονομικούς λόγους. Ισχυρίζονταν επίσης ότι οι Τσάμηδες δεν είχαν τουρκική εθνική συνείδηση.

Τα τρία ουδέτερα μέλη της Μεικτής Επιτροπής που επισκέφθηκαν την περιοχή κατέληξαν στο ίδιο συμπέρασμα με τους απεσταλμένους της Επιτροπής που είχαμε αναφέρει παραπάνω. Η ελληνική πλευρά ζήτησε από την Τουρκία να δεχθεί τουλάχιστον 10.000 Τσάμηδες, πράγμα που συνάντησε σφοδρές αντιδράσεις από την αλβανική πλευρά. Τελικά, τον Ιούνιο του 1925, η Άγκυρα ενημέρωσε τον Έλληνα επιτετραμμένο Ιωάννη Πολίτη ότι μπορούσε να δεχθεί στην επικράτειά της 5.000 μουσουλμάνους της Ηπείρου. Η κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου, αν και δεν ήταν απόλυτα ικανοποιημένη από αυτό τον αριθμό, πίστευε ότι μόλις αναχωρούσαν οι πρώτοι Τσάμηδες για την Τουρκία, θα τους ακολουθούσαν και οι υπόλοιποι.

Ενώ το θέμα φαινόταν ότι λυνόταν ευνοϊκά για τη χώρα μας, στις 25-26 Ιουνίου 1925 ο Θεόδωρος Πάγκαλος ανέτρεψε την κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου. Ο Πάγκαλος, αν και με ηπειρώτικες ρίζες, ήταν γνωστός για τα φιλοαλβανικά του αισθήματα και ήθελε την εξομάλυνση των σχέσεων των δύο πλευρών, γιατί έτσι πίστευε ότι θα αναπτυσσόταν οικονομικά η Ήπειρος (!). Πήρε λοιπόν την απόφαση να εξαιρεθούν οι Τσάμηδες από την ανταλλαγή (Φεβρουάριος 1926), τη στιγμή που οι Αλβανοί ήταν απομονωμένοι και το πρόβλημα λυνόταν με ευνοϊκό για την Ελλάδα τρόπο...

Ο Θεόδωρος Πάγκαλος


Στις 11 Φεβρουαρίου 1926 το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών αποφάσισε και επίσημα τη διάλυση των βορειοηπειρωτικών συλλόγων, την παράδοση των αρχείων τους στις κατά τόπους Νομαρχίες και την απόδοση της περιουσίας τους στην Εθνική Τράπεζα! Ακόμα, ο Πάγκαλος σκόπευε να αμνηστεύσει τους μουσουλμάνους της Τσαμουριάς, που είχαν τιμωρηθεί λόγω της προπαγανδιστικής τους δράσης στην ελληνική επικράτεια...

Ωστόσο, η Αλβανία συνέχιζε να κατηγορεί τη χώρα μας ότι αποστερούσε από τους "μουσουλμανικής αλβανικής καταγωγής" της Τσαμουριάς τα δικά τους σχολεία (όπου η διδασκαλία έπρεπε να γίνεται στα αλβανικά) και ότι καταπατούνταν από πρόσφυγες οι περιουσίες των Τσάμηδων. Όμως το ελληνικό κράτος έδινε το δικαίωμα στους μουσουλμάνους να ανοίξουν, εφόσον το ήθελαν, τα δικά τους σχολεία. Όσο για τις απαλλοτριώσεις, πραγματικά από τον Φεβρουάριο του 1913 έγιναν, προκειμένου να παραχωρηθούν κτήματα στους Μικρασιάτες πρόσφυγες. Από το μέτρο αυτό όμως δεν θίγονταν μόνο "Τσάμηδες", αλλά κυρίως μεγάλοι και μικροί Έλληνες κτηματίες. Τελικά οι Αλβανοί προσέφυγαν στην Κ.τ.Ε. (Μάρτιος 1928) σχετικά με το ζήτημα των κτημάτων και την "κρίσιμη κατάσταση" στην οποία είχε περιέλθει η "αλβανική μειονότητα" της Τσαμουριάς. Ο Νικόλαος Πολίτης, με έναν μνημειώδη λόγο, κατέρριψε τα αλβανικά επιχειρήματα και τον Ιούνιο του 1928, το Συμβούλιο της Κ.τ.Ε. απέρριψε την προσφυγή της Αλβανίας, η οποία δέχθηκε ισχυρότατο πλήγμα.

Αυτά είναι σε γενικές γραμμές τα γεγονότα σχετικά με το λεγόμενο "τσάμικο" τη δεκαετία του 1920. Όλες οι πηγές συμφωνούν ότι μοιραίος άνθρωπος ήταν ο Θεόδωρος Πάγκαλος, που άφησε μια τεράστια πληγή με την πολιτική του στην Ήπειρο και όλη την Ελλάδα.

Κλείνοντας να ευχαριστήσουμε θερμά τον κ. Ιωάννη Παπαφλωράτο, που μας επέτρεψε να χρησιμοποιήσουμε στοιχεία από το έργο του "Η Ιστορία του Ελληνικού Στρατού" (1833-1949).

Σημαντικά στοιχεία αντλήσαμε και από το εξαίρετο βιβλίο "Ήπειρος" του Κ.Α. Βακαλόπουλου.

Υ.Γ. Επανερχόμαστε στην ετυμολογία της λέξης Τσαμουριά, με μια πολύ πιθανή εκδοχή, που ίσως δημοσιεύεται για πρώτη φορά. Την "οφείλουμε" στον σπουδαίο φιλόλογο και μελετητή της ιστορίας της Ηπείρου Ευάγγελο Θ. Πριώνη, από την Καστάνιανη Πωγωνίου Ιωαννίνων. Στην αρχαιότητα υπήρχε κοντά στις εκβολές του Καλαμά ο Πηλώδης Λιμήν, μαρτυρείται ήδη στον Ηρόδοτο και τον Στράβωνα (Pelodes Limen) και τον Μεσαίωνα ο Κακός Πηλός. Γενικά όλη η περιοχή από τη Σαγιάδα ως το Βουθρωτό ήταν γεμάτη πηλό, λάσπη (πηλώδης=γεμάτος λάσπη). Οι Τούρκοι με τη σειρά τους ονόμασαν την περιοχή Τσαμουριά, από τη λέξη camur=λάσπη.

Θα επανέλθουμε στο θέμα αυτό με περισσότερα στοιχεία...



Η ιστορία της Χειμάρρας και ο αδιόρθωτος Έντι Ράμα

Η έντονη διαμάχη του Ράμα με τον μειονοτικό βουλευτή Βαγγέλη Ντούλε 

Τελικά η ζωή κρύβει πολλές και διαρκείς εκπλήξεις. Κάποια πράγματα έρχονται από εκεί που δεν τα περιμένεις. Μετά τις ρεβιζιονιστικές (αναθεωρητικές) αναφορές στα "σύνορα της καρδιάς" κλπ. του νεοσουλτάνου Ερντογάν, έχουμε και έναν άλλο ηγέτη γειτονικής χώρας, πρωθυπουργός αυτός, τον Αλβανό Έντι Ράμα, ο οποίος διατυπώνει κάποιες θεωρίες πέρα από κάθε λογική.

Αφού λοιπόν μας είπε ότι χάρη στους Αλβανούς η Ακρόπολη βρίσκεται ακόμα στη θέση της, παρουσίασε μία ακόμα εξωφρενική άποψη. Ότι Έλληνες στη Χειμάρρα εγκαταστάθηκαν μόλις μετά το 1940! Ήταν μάλιστα πεινασμένοι και κάποιοι Αλβανοί, (γνωστοί… κιμπάρηδες άλλωστε) τους έδωσαν ψωμί. Θα μπορούσαμε να τον αγνοήσουμε και να μην ασχοληθούμε μαζί του ξανά. Επειδή όμως η γνώση της ιστορίας ποτέ δεν βλάπτει, θα παρουσιάσουμε σήμερα μια συνοπτική ιστορία της Χειμάρρας, που καταδεικνύει την ελληνικότητά της από τα πανάρχαια χρόνια, καθώς η Πολιτεία δεν φρόντισε ΠΟΤΕ να συμπεριλάβει στα σχολικά βιβλία, λεπτομερή στοιχεία για τα ευαίσθητα εθνικά θέματα…

Στο δεύτερο μέρος του άρθρου, θα αναφερθούμε στην έντονη διαμάχη του Ράμα με τον μειονοτικό βουλευτή Βαγγέλη Ντούλε και θα προσθέσουμε μερικά επιπλέον στοιχεία για τα γεγονότα του 1687 στην Αθήνα.


Συνοπτική ιστορία της Χειμάρρας
Η Χειμάρρα (ή Χιμάρα) είναι πόλη της Νότιας Αλβανίας (ή Βορείου Ηπείρου) βορειοανατολικά της Κέρκυρας. Ο πληθυσμός της (απογραφή 2004) είναι 11.257 κάτοικοι, οι περισσότεροι από τους οποίους έχουν ελληνική καταγωγή. Στην περιοχή της, βρίσκονται τα χωριά Δρυμάδες, Βούνο, Παλάσα, Κυπαρό, Πηλιούρι, Κούδεσι, Άγιος Βασίλειος και Λιάτες (Ηλίας).
Για το όνομά της, υπάρχουν δύο εκδοχές. Είτε ότι προέρχεται από το μυθικό τέρας Χίμαιρα (που σκότωσε ο Βελλεροφόντης) είτε ότι προέρχεται από τους πολλούς χειμάρρους της περιοχής. Γι' αυτό θεωρούμε ότι και οι δύο γραφές Χιμάρα και Χειμάρρα είναι ορθές. Για λόγους οικονομίας χώρου, χρησιμοποιούμε τη γραφή Χειμάρρα στο άρθρο αυτό.

Σχετικά με τη δεύτερη εκδοχή για την ονομασία της πόλης, ο Κερκυραίος καθολικός ιεραπόστολος Σίλβεστρος Κωνσταντίνος Σλάδης, ο οποίος την επισκέφτηκε μετά τα μέσα του 18ου αιώνα, γράφει σχετικά:
«Η Επαρχία της Χειμάρρας οφείλει την ονομασία της στους πολλούς χειμάρρους που τη διασχίζουν. Είναι περιοχή όπου αναπτύχθηκε αρχαίος πολιτισμός, πράγμα που και σήμερα μαρτυρείται από τα πολλά παλαιά νομίσματα που ξεθάβουν οι κάτοικοι όταν καλλιεργούν τα χωράφια τους…».

Η περιοχή της Χειμάρρας φαίνεται ότι κατοικείται από την 2η χιλιετία π.Χ. Η πόλη ήταν μία από τις σημαντικότερες της Χαονίας, περιοχής που άρχιζε νότια της Αυλώνας και έφτανε ως τον Καλαμά. Οι Χάονες, ήταν το αρχαιότερο από τα 14 ηπειρωτικά φύλα. Επιβεβαίωση, στην ελληνικότητα της περιοχής, δίνει μια επιγραφή, αρχαιοελληνική, που βρέθηκε στα ερείπια ναού του Απόλλωνα, κάτω από το ερειπωμένο σήμερα επισκοπικό μέγαρο της Χειμάρρας:
"ΦΟΙΒΟΣ ΑΠΟΛΛΩΝ ΧΙΜΑΙΡΑΝ ΕΠΟΛΙΣΕΝ", δηλ. "Ο Φοίβος Απόλλων ίδρυσε την πόλη της Χίμαιρας".

Τον 7ο π.Χ. αι., φτάνουν στην περιοχή Σπαρτιάτες, αναπτύσσοντας ισχυρούς δεσμούς με τους κατοίκους της Χίμαιρας. Η σχέση αυτή συνεχίζεται και τους επόμενους αιώνες. Είναι χαρακτηριστικό, ότι πολλά στοιχεία της αρχαίας δωρικής σώζονται ακόμα στην τοπική διάλεκτο της Χειμάρρας μέχρι σήμερα. Επίσης, στην Ελλάδα σήμερα, μόνο ένα χωριό έχει το όνομα Χιμάρα (ως το 1940 Χείμαρρος και παλαιότερα Χειμάρρα) και βρίσκεται στην περιοχή του Γυθείου της Λακωνίας.

Στο "Ετυμολογικό Λεξικό των Νεοελληνικών Οικωνυμίων", ο Χ.Π. Συμεωνίδης ετυμολογεί το όνομα του χωριού από τη μυθική Χίμαιρα.

Μετά τον θάνατο του Πύρρου (από κεραμίδα στο Άργος), οι Ρωμαίοι κατακτούν την Ήπειρο και καταστρέφουν πολλές πόλεις της. Ο Πλίνιος, αναφέρεται στη Χειμάρρα. Αργότερα, ο Ιουστινιανός Α', που υπήρξε αυτοκράτορας του Βυζαντίου από το 527 ως το 565, (ξανα) έχτισε το κάστρο της πόλης Χίμαιραι, της σημερινής Χειμάρρας δηλαδή. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από το έργο "Περί Κτισμάτων" του ιστορικού Προκόπιου, σύγχρονου του Ιουστινιανού:


Αναφορά στη Χειμάρρα γίνεται και από την Άννα Κομνηνή. Στις αρχές του 11ου αιώνα, εντάχθηκε στη δικαιοδοσία του αρχιεπισκόπου Αχρίδας.

Η Χειμάρρα δοκιμάζεται από επιδρομές Σαρακηνών (877) και Βουλγάρων (1034), από Σταυροφόρους και Σέρβους που την καταλαμβάνουν το 1346 και τελικά από Αλβανούς και Τούρκους.

Το 1403, ο βασιλιάς της Νεάπολης, Κάρολος, αποβιβάζεται στα παράλιά της και απωθεί τους Αλβανούς προς τον βορρά. Οι Χειμαρριώτες, με επικεφαλής τον φίλο του Γεώργιου Καστριώτη, Γεώργιο Στρέσιο, αγωνίζονται για να μην πέσει η πόλη στα χέρια των Τούρκων. Δυστυχώς, η Χειμάρρα έπεσε οριστικά στα χέρια των Τούρκων το 1492.

Ωστόσο, τους επόμενους αιώνες, τα κινήματα των Χειμαρριωτών ενάντια στους Οθωμανούς ήταν συνεχή…

Έτσι, μόλις το 1518, υπογράφεται συμβιβαστική συνθήκη ειρήνης μεταξύ των κατοίκων της Χειμάρρας και του σουλτάνου Σελίμ, με την οποία δέχονται την τουρκική επικυριαρχία, αλλά διατηρούν σημαντικότατα προνόμια.

Παρόλα αυτά, τους επόμενους αιώνες, οι Χειμαρριώτες ήταν μόνιμος εφιάλτης για τους Τούρκους, καθώς συμμετείχαν σε όλες τις εξεγέρσεις.

Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι το 1566, ο Πιαλή πασάς εκστράτευσε εναντίον της Χειμάρρας για να εισπράξει τους φόρους που καθυστέρησαν να καταβάλλουν. Απέτυχε οικτρά και αποχώρησε.
Το 1571, Χειμαρριώτες καταλαμβάνουν του Σοποτό και τη Νίβιτσα, ενώ μεγάλη ήταν η συμβολή τους στην επικράτηση του χριστιανικού στόλου στη ναυμαχία της Ναυπάκτου το ίδιο έτος.

Πολλοί Χειμαρριώτες υπηρετούσαν στο πλευρό των Βενετών ως stradioti. Το 1627, άνοιξαν στην πόλη τα πρώτα ελληνικά σχολεία. Γράφει χαρακτηριστικά ο Σίλβεστρος Κωνσταντίνος Σλάδης, που αναφέραμε παραπάνω, σε επιστολή του στο Βατικανό (1780):

"… οι απέναντι Βενετοί της Κέρκυρας για να έχουν βέβαιη τη σύμπραξη των Χειμαρριωτών στους πολέμους τους πληρώνουν μισθό σε 250 περίπου επιφανείς οικογένειες της περιοχής. Οι άνθρωποι των παραλίων ομιλούν νέα ελληνικά και αλβανικά, του εσωτερικού αλβανικά. Οι λειτουργίες τους γίνονται στα αρχαία ελληνικά…".

Μην ξεχνάμε ότι οι μαζικοί εξισλαμισμοί στην Ήπειρο, άρχισαν μετά την αποτυχία του κινήματος του Διονύσιου του Φιλόσοφου (1611).

Κατά την Επανάσταση του 1821, διακρίνονται πολλοί Χειμαρριώτες (Α. Χιμαριώτης, Γκιόκας Χαρίσης, Δημητρίου κ.ά.), με κορυφαίο βέβαια, τον θρυλικό Σπυρομήλιο.

Στις 5 Νοεμβρίου 1912, εθελοντές απ' τη Χειμάρρα και χωροφύλακες από την Κρήτη, απελευθερώνουν την πόλη και σταδιακά, όλη την περιοχή. Ωστόσο, το 1914, οι Μεγάλες Δυνάμεις (με πρώτες Αυστρία και Ιταλία), περιέλαβαν τη Χειμάρρα στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος. "Η μοιραία σύναψη των συνοριακών αυτών εκκρεμοτήτων με σκοπιμότητες και κριτήρια ξένα προς την εθνολογική πραγματικότητα των επίμαχων επαρχιών, έτεινε να ματαιώσει την προσάρτηση της Β. Ηπείρου στην Ελλάδα, παρά την κατάληψή της από τον ελληνικό στρατό στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων" (Κ. Σβολόπουλος, "Ελληνική Εξωτερική Πολιτική, 1830-1981).

Τελικά, η Χειμάρρα πέρασε σε ιταλική κατοχή (ως το 1921) και από τις 8/6/1921 ως τις 2/6/1922 παρέμεινε αυτόνομη, αυτοδιοικούμενη από επταμελές συμβούλιο. Στη συνέχεια, εντάχθηκε στην Αλβανία, η οποία το 1927, αναγνώρισε τα προνόμιά της. Ωστόσο, τα Τίρανα, το 1930, καταπάτησαν τη συμφωνία και έκλεισαν όλα τα ελληνικά σχολεία, τα οποία άνοιξαν μετά από αγώνες και πάλι, το 1937. Στις 22 Δεκεμβρίου 1940, ο στρατός μας, μέσα σε ενθουσιώδεις πανηγυρισμούς απελευθέρωσε τη Χειμάρρα.

Η συνέχεια είναι γνωστή… Ήρθαν κάτι πεινασμένοι Έλληνες που τους υποδέχθηκαν εγκάρδια οι φιλόξενοι Αλβανοί, όπως είπε ο Έντι Ράμα. Πριν κλείσουμε αυτή την σύντομη αναφορά στην ιστορία της Χειμάρρας, να αναφέρουμε ότι σύμφωνα με τουρκική επίσημη στατιστική στην Ήπειρο, το 1908, στη Χειμάρρα λειτουργούσαν 13 ελληνικά σχολεία με 670 μαθητές, κανένα τουρκικό και κανένα αλβανικό!

Τι σημαίνει το επίθετο Ράμα; Μερικά πρόσθετα στοιχεία για τα γεγονότα του 1687 στην Αθήνα
Το επίθετο Ράμα "συγγενεύει" με το ελληνικό Ράμμος, που απαντά ιδιαίτερα στην περιοχή του Πωγωνίου (που συνορεύει με την Αλβανία) και του Ζαγορίου, αλλά και σε άλλες περιοχές της χώρας μας. Προέρχεται από την τουρκική λέξη ram, που σημαίνει υπάκουος, ευπειθής, υποχείριος (Δίκαιος Βαγιακάκος, "Ιστορικό Λεξικό Ελληνικών Επωνύμων", εκδ. 2016).
Υποχείριο του Ερντογάν, χαρακτήρισε ο μειονοτικός βουλευτής Βαγγέλης Ντούλες τον Έντι Ράμα, όπως επίσης "μεθύστακα και απατεώνα"!

Ο Αλβανός πρωθυπουργός, μία μόνο φορά κουνά το κεφάλι του αρνούμενος τις κατηγορίες, ενώ κάποια στιγμή (3.40 του βίντεο), παίρνει ένα μπουκάλι και πίνει μια γουλιά νερό (!) (ή μήπως τσίπουρο, είναι η εποχή του τώρα!).

Η γκραβούρα που εμφάνισε στην ανάρτησή του στο Facebook ο Ράμα, είναι ίσως η παλαιότερη που απεικονίζει την Ακρόπολη. Είναι έργο ανώνυμου ζωγράφου και χρονολογείται στα 1670.
Παρόμοια είναι και η γκραβούρα που ανακαλύψαμε στο διαδίκτυο. Η Ακρόπολη "avant" (πριν) το 1687, έργο ανώνυμου, που δημοσιεύτηκε στη "Gazette archéologique" I ("Αρχαιολογική Εφημερίδα" Ι), το 1875.





Όσο για το τι άλλες ανεπανόρθωτες ζημιές προκάλεσαν οι Βενετοί του Μοροζίνι (παρά τη μεσολάβηση του προεστού Δούσμανη…) στην Ακρόπολη το 1687;

 Ο Μοροζίνι αποχωρώντας από την Αθήνα, θέλησε να πάρει ένα ζευγάρι αλόγων από το δυτικό αέτωμα, το άγαλμα του Ποσειδώνα και την Άπτερο Νίκη, τα οποία όμως καταστράφηκαν από την αδεξιότητα των εργατών! Έτσι πήρε μαζί του ένα λέοντα που βρισκόταν κοντά στο ναό του Θησέα και τη λέαινα του Πειραιά, όπως γράψαμε την 1/11/2016. Ο γραμματέας του πήρε το κεφάλι της Απτέρου Νίκης, ένας άλλος Βενετός αξιωματικός κομμάτι από τις πλάκες πάνω στις οποίες ο Φειδίας είχε φιλοτεχνήσει τη ζωοφόρο του Παρθενώνα και ένας Δανός (!) λοχαγός, δύο κεφαλές από τις μεσημβρινές μετόπες που είχαν πέσει από την έκρηξη. Το 1803 και το 1812, ο Έλγιν ολοκλήρωσε τη λεηλασία…

Όσο για τον πρίγκιπα Ευγένιο Ρίζο-Ραγκαβή που ανέφερε στην ανάρτησή του στο Facebook ο Ράμα, μάλλον δεν ήταν πρίγκιπας, αλλά αξιωματικός του Στρατού και συγγραφέας (1850-1941). Το έργο που αναφέρει ότι γράφτηκε το 1926, ο Ράμα, είναι προφανώς το "Livre d' Or de la Noblesse Ionienne" ("Χρυσή Βίβλος των Επτανησίων Ευγενών" 1926). Εάν σ' αυτό το έργο γίνεται αναφορά σε… Αθήνα που κατοικείται από Αλβανούς, δεν το γνωρίζουμε.



Μιχάλης Στούκας / Πρώτο Θέμα:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου