Όσοι γνωρίζουμε από παλιά την περιοχή των Εξαρχείων και έχουμε ζήσει σε αυτή, είδαμε με πόνο ψυχής έναν πνευματικό πνεύμονα της Αθήνας και καρδιά του φοιτητόκοσμου, να μεταβάλλεται σε άντρο εμπόρων ναρκωτικών, ρυπαρότητας και ανεξέλεγκτης βίας, εκδιώκοντας σταδιακά και τους τελευταίους κατοίκους της. Κάποτε, τα Εξάρχεια, ανάμεσα στο Πολυτεχνείο, το Χημείο και τη Νομική, αποτελούσαν,...
μαζί με τη Νεάπολη και τις υπώρειες του Λυκαβηττού, το κέντρο της φοιτητικής και βιβλιόφιλης Αθήνας. Βιβλιοπωλεία, παλαιοπωλεία, τυπογραφεία, εκδοτικοί οίκοι, βιβλιοδετεία, έκαναν αυτάρκη την περιοχή σε όλες τις εκδοτικές δραστηριότητες. Ταβερνάκια, μουσικές σκηνές, καφενεία και μπαρ μαζί με δεκάδες εμπορικά καταστήματα, χασάπικα, φούρνους, ψαράδικα και ζαχαροπλαστεία, συμπλήρωναν την εικόνα. Ήταν ίσως η πιο ζωντανή γειτονιά της Αθήνας και, κάπου-κάπου, ανακαλύπταμε στους τοίχους συνθήματα και ίχνη από σφαίρες της Κατοχής και του Εμφυλίου. Εδώ συμβίωναν όλες οι πολιτικές οικογένειες. Μάλιστα, πριν τη δικτατορία, στο κέντρο της πλατείας σύχναζαν δεξιοί φοιτητές και οι αριστεροί προτιμούσαν τα γύρω δρομάκια, σε μια πάντα ειρηνική συμβίωση.
Στη μεταπολίτευση, άρχισε να ενισχύεται ο πολιτικός χαρακτήρας της περιοχής και ήρθαν να προστεθούν τα δεκάδες γραφεία και στέκια των πολιτικών οργανώσεων και ομάδων. Ακόμα και μεγάλα κόμματα, όπως το ΠΑΣΟΚ, είχαν τα γραφεία τους στις παρυφές των Εξαρχείων και η ΚΝΕ ήταν εγκατεστημένη στην πλατεία Κάνιγγος, μια και ο φοιτητόκοσμος στελέχωνε το νευρικό σύστημα όλων των πολιτικών σχηματισμών.
Παρά τις όποιες αντιθέσεις και αντιπαραθέσεις, ιδιαίτερα με αφορμή τις εκδηλώσεις στην επέτειο του Πολυτεχνείου, ο χώρος παρέμενε μάλλον ειρηνικός, σε μια αγαστή συμβίωση των παλαιότερων κατοίκων και των πολιτικοποιημένων επήλυδων. Όλα άρχισαν να αλλάζουν όταν, σταδιακώς, το Πανεπιστήμιο και το Πολυτεχνείο μεταφέρθηκαν στην Πανεπιστημιούπολη και μειώθηκε το ποσοστό των κανονικών φοιτητών στην περιοχή. Κυρίως, από τότε που εμφανίστηκε το πρόβλημα των ναρκωτικών στην Αθήνα, από το 1980 και μετά.
Έκτοτε, αρχίζει η σταδιακή μετάλλαξη των Εξαρχείων, αρχικώς, σε ένα πολιτικοποιημένο γκέτο, από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και ταυτόχρονα σε μια από τις σημαντικότερες πιάτσες ναρκωτικών.
Οι ναρκέμποροι και τα βαποράκια μπορούσαν να χρησιμοποιούν το κλίμα της αμφισβήτησης και της σχετικής απουσίας αστυνόμευσης για να ξεδιπλώνουν τις δραστηριότητές τους. Εξάλλου, πολλοί στην αστυνομία δεν έβλεπαν με άσχημο μάτι την εξάπλωση των ναρκωτικών ανάμεσα στους «αμφισβητίες».
Η περιοχή αδειάζει
Έτσι, η περιοχή άρχισε να αδειάζει από τους παλιούς κατοίκους της και τους φοιτητές και να εποικίζεται ακόμα και από ομάδες χούλιγκαν. Σταδιακώς, εκδιώκονται τα τυπογραφεία, οι εκδοτικοί οίκοι και τα βιβλιοπωλεία. Το γεγονός ότι ένα μέρος του αντιεξουσιαστικού χώρου προσχώρησε σε μια λογική βίαιης επίλυσης των κάθε είδους ιδεολογικών διαφορών, και όχι μόνο απέναντι στην αστυνομία, συνέτεινε και αυτό στην αυξανόμενη γκετοποίηση.Άρχισε πλέον να δημιουργείται το «άβατο των Εξαρχείων», όπου η είσοδος της αστυνομίας ήταν μάλλον «απαγορευμένη» και γινόταν μόνο με πρόσκαιρες στρατιωτικού τύπου επιδρομές. Αυτή η εξέλιξη επέτρεψε την εγκατάσταση κάθε είδους παραβατικών στοιχείων, που εύρισκαν ένα μάλλον ασφαλές καταφύγιο. Η αύξηση του αριθμού των αλλοδαπών, που πλημμύρισαν την περιοχή, έκανε πλέον ακόμα πιο δύσκολο τον διαχωρισμό ανάμεσα στις πολιτικές και τις παράνομες ή και μαφιόζικες δραστηριότητες.
Το σημείο καμπής υπήρξε ο Δεκέμβρης του 2008. Τότε, μέσα σε μία έκρηξη καταστροφικού μηδενισμού, νεαροί ποινικοί από τη μια και πολιτικοποιημένοι από την άλλη, βρέθηκαν στο ίδιο στρατόπεδο απέναντι στο κράτος, τους θεσμούς και την ιδιωτική περιουσία (τράπεζες, δημόσια κτίρια, αυτοκίνητα, καταστήματα κλπ.). Έκτοτε, ενισχύθηκε ανεξέλεγκτα η δύναμη των συμμοριών που κατοικοεδρεύουν ή δραστηριοποιούνται στα Εξάρχεια.
Όλες οι προσπάθειες που έγιναν κατά καιρούς από τους κατοίκους, ακόμα και από ομάδες αντιεξουσιαστών, να αντιμετωπίσουν τις συμμορίες και τα βαποράκια, αποδείχτηκαν άκαρπες. Η ίδια η πολυδιάσπαση που χαρακτηρίζει τον αντιεξουσιαστικό χώρο από τη φύση του, κάνει απαγορευτική την οποιαδήποτε συστηματική αντιμετώπιση της εγκληματικότητας. Πόσο μάλλον όταν ένα κομμάτι των πιο ακραίων ομάδων θεωρεί συμμάχους τους ποινικούς, από τους οποίους συχνά προμηθεύεται όπλα και «υλικά».
Ταυτόχρονα, υπάρχουν δεκάδες κατειλημμένα σπίτια, στα οποία συχνά κατοικεί κάθε καρυδιάς καρύδι. Όλα αυτά βρίσκονται έξω από τον έλεγχο της αστυνομίας, η οποία επί ΣΥΡΙΖΑ έγινε ακόμα πιο «διακριτική». Η κατάσταση αυτή καθιστά αδύνατη οποιαδήποτε εσωτερική αυτοκάθαρση του χώρου. Οι παλιοί κάτοικοι είναι ανήμποροι και οι πολιτικοποιημένες ομάδες δεν θέλουν ή δεν μπορούν.
Το άβατο των Εξαρχείων
Η απομάκρυνση του φοιτητικού κόσμου από το Χημείο, τη Νομική και το Πολυτεχνείο, τώρα πια ήρθε να ολοκληρωθεί από τη μετατροπή του Πολυτεχνείου σε κέντρο και ορμητήριο για όλων των ειδών τις ομάδες. Το «άβατο του Πολυτεχνείου» μεταβλήθηκε στην καρδιά του άβατου των Εξαρχείων. Εδώ, συγκεντρώνονται κάθε φορά τα πολεμοφόδια για τις συγκρούσεις, στους γύρω δρόμους. Εδώ οργανώνεται η διακίνηση ναρκωτικών και το παρεμπόριο. Από εδώ το καρκίνωμα εξαπλώνεται στη γύρω περιοχή.Έτσι, αρχικώς κατεστράφη η οδός Στουρνάρη και εν συνεχεία η Πατησίων, από όπου εξαφανίστηκαν τα καταστήματα και έφυγαν οι κάτοικοι, για να επεκταθεί μέχρι το Οικονομικό Πανεπιστήμιο. Η πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ διόγκωσε τα προβλήματα και τα οδήγησε σε σημείο βρασμού.
Έτσι, το πρόβλημα των Εξαρχείων μεταβλήθηκε σε ένα από τα κεντρικά προβλήματα της πολιτικής ζωής και της τρέχουσας εκλογικής αντιπαράθεσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ και οι καλοθελητές του (βλέπε Παπακώστα) προσπαθούν να το υποβαθμίσουν και η ΝΔ το έχει μεταβάλει σε ένα από τα πρώτα θέματα της εκλογικής αντιπαράθεσης, με αιχμή του δόρατος τον Άδωνι Γεωργιάδη. Οι μεν Συριζαίοι και οι περί αυτούς ισχυρίζονται ότι πρόκειται για ένα «κοινωνικό πρόβλημα», το οποίο δεν αντιμετωπίζεται με την καταστολή, ενώ η ΝΔ αφήνει να εννοηθεί πως θα αρκούσε μια αποφασισμένη κυβέρνηση για να ξεριζώσει το «καρκίνωμα» των Εξαρχείων.
Και επειδή το ζήτημα είναι όντως κοινωνικό και δεν μπορεί να λυθεί αποκλειστικά με την καταστολή, θα πρέπει να γίνουν εκείνες οι αναγκαίες παρεμβάσεις στην κοινωνική πραγματικότητα, ώστε να καταστεί εφικτή η λύση. Και, όπως επισημαίνεται από πολλούς, κεντρική σημασία έχει η πολεοδομική αναδόμηση της περιοχής. Ποια αναδόμηση όμως;
Η λύση είναι δίπλα
Για μια ανασυγκρότηση της περιοχής προς την κατεύθυνση μιας πολιτιστικής αναβάθμισης της Αθήνας κεντρική σημασία έχει το ζήτημα του Πολυτεχνείου: Τωόντι, από τη στιγμή και πέρα που το ιστορικό Πολυτεχνείο έχει πάψει πλέον να λειτουργεί ως χώρος διδασκαλίας, εκτός από ελάχιστα τμήματα, θα πρέπει να επιλεγεί οριστικά και σύντομα μία αλλαγή χρήσης με ανυπολόγιστες θετικές επιπτώσεις, άμεσες και παράπλευρες, όχι μόνο για την εξέλιξη της περιοχής των Εξαρχείων αλλά και για το ίδιο το πολιτιστικό πρόσωπο της πρωτεύουσας.Δίπλα στο Πολυτεχνείο βρίσκεται ένα από τα σημαντικότερα αρχαιολογικά μουσεία του κόσμου, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το οποίο ασφυκτιά στις περιορισμένες αίθουσές του, και έχει καταδικάσει χιλιάδες εκθέματα να στοιβάζονται στις αποθήκες. Ένα μέτρο αποφασιστικής σημασίας θα ήταν λοιπόν η επέκταση του Αρχαιολογικού Μουσείου στον χώρο του Πολυτεχνείου, γεγονός που θα προσέδιδε νέα αίγλη στο Μουσείο και θα προσέλκυε πολύ περισσότερους επισκέπτες.
Μια τέτοια επέκταση του Μουσείου μπορεί και πρέπει να συνδυαστεί με τη δημιουργία στον χώρο του Πολυτεχνείου μιας μεγάλης βιβλιοθήκης της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, διεθνούς εμβέλειας, η οποία να συγκεντρώνει και ό,τι έχει γραφτεί για την Αρχαία Ελλάδα. Βιβλιοθήκη που λείπει από την Ελλάδα και την Αθήνα. Ένας τέτοιος μετασχηματισμός θα ξαναέφερνε στην περιοχή δεκάδες βιβλιοπωλεία, εκδόσεις, ερευνητικά κέντρα και συναφείς δραστηριότητες.
Παρέμβαση για το ιστορικό κέντρο
Θα επέτρεπε την επανενσωμάτωση στον κοινωνικό ιστό όλων των δημιουργικών δυνάμεων της περιοχής – ακόμα και όσων αντιεξουσιαστών ασφυκτιούν από τη μεταβολή των Εξαρχείων σε ένα άθλιο κέντρο μιζέριας, ναρκωτικών και παραβατικότητας. Παράλληλα, θα αφαιρούσε, οριστικά και αμετάκλητα, από τις πάσης φύσεως συμμορίες το όποιο άβατο διαθέτουν, υποχρεώνοντάς τες να εγκαταλείψουν την περιοχή. Έτσι θα ενισχυθεί και πάλι ο παλιός ρόλος της περιοχής, θα γίνει η πολιτιστική καρδιά της πόλης.Ταυτόχρονα, θα αποτελούσε μια παρέμβαση μεγάλης κλίμακας για το ιστορικό κέντρο συνολικά, το οποίο τείνει να αποψιλωθεί από τις πολιτιστικές του δραστηριότητες, μετά τη μεταφορά της Λυρικής και της Εθνικής Βιβλιοθήκης έξω από αυτό. Θα ήταν μία παρέμβαση για να μην εγκαταλειφθεί το κέντρο στη γκετοποίηση και στην πολιτιστική υποβάθμιση. Μια τέτοια λύση όχι μόνο θα μετέβαλλε μεσοπρόθεσμα τα Εξάρχεια και πάλι σε χώρο πολιτισμού, αλλά θα ζωντάνευε και όλη την Πατησίων, καθιστώντας την πάλι άξονα της πόλης.
Διαφορετικά, με τον ένα ή άλλο τρόπο, και με την πολύ πιθανή δημιουργία γραμμής και σταθμού του Μετρό, μαζί με τα μέτρα καταστολής τα οποία αναπόφευκτα θα έρθουν, η περιοχή κινδυνεύει να μεταβληθεί μεσοπρόθεσμα σε ένα νέο γκέτο. Σε γκέτο των airbnb και των ξένων αρπακτικών «επενδυτών», που ήδη αγοράζουν σωρηδόν, σε εξευτελιστικές τιμές, τα διαμερίσματα των Εξαρχείων, με αποτέλεσμα να βρεθούμε και πάλι ξένοι στην πόλη μας.
- Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr
- Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η διακίνηση του άρθρου με την προσθήκη ενεργού link
Γιώργος Καραμπελιάς / https://slpress.gr/koinonia/h-lysi-sto-provlima-ton-exarcheion-einai-to-polytechneio
+1
ΑπάντησηΔιαγραφή