Αρχικό συναίσθημα: Deja Vu. Στην ίδια καρέκλα κάθισα αναπαυτικά, το ίδιο πολύχρωμο λιβάδι με περίμενε για να με προϋπαντήσει, το ίδιο οκτάνοτο (πασίγνωστο πλέον) μουσικό θέμα με καλωσόρισε στην Μέση Γη, οι ίδιες κοντοπίθαρες μορφές περπατούσαν αμέριμνες, φιλικές, χαρούμενες και ειρηνικές πέρα δώθε, λέγοντας μου καλημέρα.
Δώδεκα ακριβώς Δεκέμβρηδες, μετά από εκείνη την πρώτη φορά, που σηματοδότησε την έναρξη της απόλυτης κινηματογραφικής εμπειρίας για μια ολάκερη γενιά, νιώθω πως τα πάντα επαναλαμβάνονται από την αρχή. Τρεις - σχεδόν - ώρες κατοπινά, αυτό το πρωταρχικό feeling του repeat, έχει ξεθυμάνει αισθητά μέσα μου, όχι με τίποτα απογοητευτικές συνέπειες, μην πηγαίνει το μυαλό σου στο κακό.
Άλλωστε ήμουν αποξαρχής προετοιμασμένος - θες κάτι το περιορισμένο προμόσιον, καμία σχέση με την καταιγίδα που βιώσαμε στο Μιλένιουμ, θες κάτι η εμπειρία από ένα άλλο πρίκουελ φιλμικού σίριαλ, που ποτέ δεν έφτασε τα επίπεδα της ακόλουθης τριλογίας των Τζεντάι - πως το Hobbit δεν θα είναι το ίδιο με το The Lord Of The Rings. Όπως και τελικά δεν ήταν...
Τίποτα δεν προμήνυε στον γαλήνιο ορίζοντα του Σάιρ, την περιπέτεια που εντός ολίγου θα αγκάλιαζε τον χαμηλότονο και φιλήσυχο χόμπιτ Μπίλμπο Μπάγκινς, μέχρι την στιγμή που στο κατώφλι του νοικοκυρεμένου σπιτιού του θα κάνει την εμφάνιση της μια ομάδα άγνωστων του, φωνακλάδων και φασαριόζων νάνων, αναστατώνοντας του την ηρεμία. Αναπάντεχη συνάντηση που μέσα της κρύβει μια βαθύτερη πρόκληση για τον πειθαρχημένο Μπίλμπο, αφού θα κληθεί να συνοδεύσει την φράξια των δεκατριών μικρόσωμων, αλλά και αήττητων μαχητών καθώς και του Γκρίζου σοφού Γκάνταλφ, μέχρι την σκοτεινή πλευρά του κόσμου, στο Μοναχικό Βουνό, πάλαι ποτέ τόπο βασιλείας των Νάνων, που τώρα βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο του γιγάντιου και τρομακτικού δράκοντα Σμογκ. Οι αρχικές του φοβισμένες αντιρρήσεις, σύντομα θα δώσουν την θέση τους στην θαρραλέα απόφαση, να αφήσει πίσω την καθημερινότητα του μικρού χωριού, για να γίνει μέρος της συντροφιάς, σε ένα ταξίδι γεμάτο κινδύνους και εκπλήξεις.
Και κάπως έτσι αρχινά να ξετυλίγει το κουβάρι της, η (προ)ιστορία της τόσο καλογραμμένης από τον ευφάνταστο Tolkien, πορείας που ολοκληρώθηκε με το πολυβραβευμένο The Return Of The King, σκορπίζοντας απίθανες συγκινήσεις σε εκατομμύρια φανατικούς σινεφίλ, ανά τον κόσμο. Ουσιαστικά το Unexpected Journey, παίζει τον ρόλο της εισαγωγής στον μύθο, γνωρίζοντας μας πρόσωπα και καταστάσεις, που και βέβαια γνωρίζουμε ήδη πολύ καλά από το Trilogy του Ring, αλλά υποκρινόμαστε πως μαθαίνουμε για πρώτη φορά, κουμπώνοντας συνάμα, βήμα προς βήμα κάποια στοιχεία του παζλ της συναρπαστικής υπόθεσης, που στο πίσω μέρος του μυαλού μας, υπήρχαν μόνον ως παρελθόν. Η ομάδα των 15, σαν σε ρεπρίζ της Fellowship, παίρνει τον δρόμο που οδηγεί στο κυριευμένο Όρος (εκεί που είναι και θαμμένος ο αμύθητος θησαυρός των Νάνων) και που σε κανένα του βήμα δεν μοιάζει ασφαλής και ανεμπόδιστος.
Τεράστια πεινασμένα τρολς, γίγαντες πέτρινοι κολοσσοί που μετασχηματίζουν μονομιάς το έτσι κι αλλιώς απόκρημνο διάβα, σιχαμερά Όρκς, αιμοσταγή Γουάργκς, ιπτάμενοι πανέξυπνοι αετοί, άφοβα και δυναμικά ξωτικά, που έχουν για αρχηγό κάποιον Έλροντ και για Νύμφη κάποια Γκαλάντριελ, μάγοι κανονικοί και μάγοι χαζοχαρούμενοι, ένα απροσδιόριστο σκιερό δαιμόνιο που ακολουθεί κάθε τους βήμα, αλλά και ένας μυστηριώδης πανάσχημος κοκαλιάρης, με τεράστια μάτια, φοβιστική φωνή και διπρόσωπο χαρακτήρα, που ζει ολομόναχος στα έγκατα της γης. Γκόλουμ! Αυτό ουσιαστικά είναι και το σημείο που περιμένει κάθε φανατικός φίλος της σειράς να παρακολουθήσει στο Hobbit, την ανέκδοτη μέχρι ώρας στιγμή που ο Μπίλμπο συναντιέται απρόσμενα με το στοιχειό, περνώντας για πρώτη φορά στο δάκτυλο του, το ολόχρυσο κειμήλιο!
Κι εδώ πίπτει το βασικό ερώτημα, όλων όσων δεν ζουν και αναπνέουν προσμένοντας το καινούργιο τσάπτερ, δια χειρός Peter Jackson. Είναι ικανά όσα περιγράφει ένα και μόνο βιβλίο, να αποτελέσουν την βάση για μια εξίσου συγκλονιστική τριλογία, όπως η προηγούμενη? Εκ πρώτης όψης και αν κρίνω από το πως ο Νεοζηλανδός παρατραβάει χρονικά τις σκηνές του, προκειμένου να φτάσει στο τελικό epik;o τρίωρο, μάλλον όχι. Από την άλλη αν πάρω σαν αισιόδοξο οιωνό, τα λόγια του Χόμπιτ στο αντίκρυ του Βουνού των Νάνων ("τα χειρότερα τα αφήσαμε πίσω μας") υπάρχει μια ελπίδα, για κάτι τουλάχιστον πιο ενδιαφέρον θεματικά στα επόμενα δύο τεύχη της prequel trilogy.
Για Πες: Αν το δει κάποιος, με την στενή έννοια, απλώς ως ένα επίτευγμα τεχνικής αρτιότητας και πρωτοπορίας στην ταχύτητα αναπαραγωγής, θα συμφωνήσω πως το έργο είναι ένα έργο τέχνης, που αφήνει τον θεατή του άφωνο με το εντυπωσιακό βάθος πεδίου που διαγράφεται στο εκράν ή με τις εντυπωσιακές παραμυθένιες εικόνες των τοπίων της Ρίβεντελ. Επειδή όμως οι συγκρίσεις με το (υποδεέστερο τεχνολογικά, όντας μια δεκαετία προγενέστερο) LOTR είναι άμεσες και συναφείς, τότε το Hobbit, λογικά, σε κάθε άλλο τομέα εμφανίζεται πιο αδύναμο από τον θρυλικό προκάτοχο του. Απόντων μάλιστα βασικών προσωπικοτήτων της ιστορίας - δεν υπάρχει Άραγκορν, απλά αντικαθίσταται από την πιο μικροσκοπική του εκδοχή, τον Θόριν Δρύασπι, δεν υπάρχει Λέγκολας ούτε Φρόντο, αλλά και ο Γκάνταλφ, δεν έχει δα και κανέναν πρώτο ρόλο - όλο το βάρος σηκώνει στις πλάτες του, ο αξιόλογος, κυρίως στις κωμικές εκφράσεις του προσώπου του, Martin Freeman, που δεν λείπει σχεδόν από καμία σεκάνς της αναίτια μακροσκελέστατης αφήγησης. Ο οποίος μεταστρέφοντας βαθμηδόν τον χαρακτήρα του, από ελαφρώς φοβιτσιάρη σε πραγματικό ήρω, δίνει το σύνθημα για μια πιο ενδιαφέρουσα και σε άλλους τομείς, πλην της εφετζίδικης τελειότητας, συνέχεια, με τον τίτλο The Desolation Of Smaug, που θα παρακολουθήσουμε σε ακριβώς 365 ημέρες από σήμερα.
http://lessthanzervo.blogspot.gr/2012/12/hobbit-review.html
Αν και μεγάλος φαν των έργων του Τόλκιν και της προηγούμενης τριλογίας του Τζάκσον φεύγοντας απο τον κινηματογράφο αισθάνθηκα μια μεγάλη απογοήτευση. Δυστυχώς φοβάμαι πως αντί πλοκής το βάρος επικεντρώθηκε στα εφέ και λίγο πολύ το HOBBIT μου θύμισε το απαράδεκτο πρίκουελ του star wars. Κρίμα την αναμονή αλλά θέλω πραγματικά να πιστεύω ότι λόγω των αρνητικών σχολίων σε παγκόσμιο επίπεδο οι επόμενες δύο ταινίες να είναι καλύτερες
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμφωνώ, κι εμένα δε μου έκατσε καλά. Σε μερικά σημεία βαρέθηκα από τους περιττούς διαλόγους, η σκηνή με τον Ράνταγκαστ και τις κουνελοδρομίες ήταν για κλάματα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπορεί να φταίει που είχα δει τη μισή ταινία σε trailers κλπ.
Άκουσα καλύτερα λόγια από όσους είδαν την ταινία σε 3D.