Η ετυμολογία του ονόματός της παραπέμπει στη λέξη «sauvage», που σημαίνει «άγρια», και είναι, μετά το Chardonnay, η πιο διαδεδομένη λευκή γαλλική ποικιλία στον κόσμο.
ΤΟ «ΕΛΛΗΝΙΚΟ» SAUVIGNON BLANC
• Η καλλιέργειά του άρχισε στη χώρα μας στις αρχές του 1990.
• Καλλιεργείται σχεδόν σε όλη την επικράτεια. Eίναι συνιστώμενη ποικιλία στα αμπελουργικά διαμερίσματα Μακεδονίας, Θράκης, Στερεάς Ελλάδας, Πελοποννήσου. Ειδικότερα, στους νομούς Φθιώτιδος, Κεφαλληνίας, Ηρακλείου, Κοζάνης, Φλωρίνης, Καρδίτσας, Κορινθίας, Αχαΐας, Αργολίδος, Αρκαδίας, Ηλείας, Λαρίσης, Τρικάλων, Δράμας, Καβάλας.
• Είναι πρώιμη ποικιλία, αρκετά εύρωστη, μέτριας παραγωγικότητας.
• Παρουσιάζει μικρή παραγωγικότητα και αγαπάει το υψόμετρο και τις μικρές στρεμματικές αποδόσεις, αλλά και τις παραθαλάσσιες περιοχές, όπου δίνει, βέβαια, διαφορετικά αποτελέσματα.
• Είναι ποικιλία ευαίσθητη στη φαιά σήψη, στο βοτρύτη και τον περονόσπορο.
• Το τσαμπί είναι μικρό, συμπαγές και ζυγίζει περίπου 120 - 140 γρ.
• Η ρώγα είναι μικρή, πράσινου χρώματος, με λεπτή φλούδα και πλούσια σάρκα.
• Ωριμάζει από τα τέλη Αυγούστου ώς τις αρχές Σεπτεμβρίου και μπορεί να φτάσει σε υψηλό αλκοολικό δυναμικό.
• Οι αποδόσεις κυμαίνονται μεταξύ 550 και 1.000 κιλών ανά στρέμμα.
• Με τη σωστή καλλιεργεια -και αν τηρηθεί ο κανόνας των μικρών στρεμματικών αποδόσεων-, δίνει εξαιρετικά κρασιά, με πλούσιο αρωματικό δυναμικό, χαρακτηριστική οξύτητα, σώμα, πλούσιο στόμα και υψηλή ποιότητα.
Sauvignon Blanc...
Γεννήθηκε στη Γαλλία και το όνομά της προέκυψε από τις λέξεις «sauvage», που σημαίνει «άγριο», και «blanc», που σημαίνει «λευκό». Στο Μπορντό, την ιδιαίτερη πατρίδα της, εμφανίστηκε για πρώτη φορά τον 18ο αιώνα.
Το κλίμα εκεί είναι ιδιαίτερα ευνοϊκό για μακρά και αργή ωρίμαση, έτσι ώστε στο σταφύλι να επέρχεται ισορροπία μεταξύ της οξύτητας και των σακχάρων. Και η ισορροπία αυτή είναι σημαντική για την ανάπτυξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών ενός κρασιού, ειδικότερα για μια χώρα όπου δίνεται μεγάλη σημασία σε αυτό που αποκαλούμε terroir.
Ας δούμε όμως την εξέλιξη της ποικιλίας κατ' αρχάς στη Γαλλία. To αργιλώδες, με χαμηλά ποσοστά κιμωλίας, έδαφος στο Sancerre και στο Pouilly δίνει κρασιά πλούσια και σύνθετα (ενώ εδάφη πλούσια σε κιμωλία δίνουν κρασιά πιο αρωματικά και φινετσάτα). Η καλλιέργεια του Sauvignon Blanc σε πιο βαριά εδάφη -με χαλίκι-, που βρίσκονται κυρίως δίπλα στον ποταμό Λίγηρα και στους παραποτάμους του, προσδίδουν στα κρασιά της συγκεκριμένης ποικιλίας έναν πικάντικο, λουλουδάτο και με αρώματα ορυκτών χαρακτήρα, ενώ στο Μπορντό τα αντίστοιχα κρασιά έχουν πιο έντονα φρουτώδη προσωπικότητα. Η αμπελοκαλλιέργεια, όμως, σε πυριτικά εδάφη είναι εκείνη που παράγει Sauvignon Blanc με τα πιο έντονα χαρακτηριστικά και με μεγαλύτερη διάρκεια ζωής.
Μια ποικιλία... μεταναστεύει
Από τις αρχές της δεκαετίας του '90 άρχισαν τα κρασιά από Sauvignon Blanc της Νέας Ζηλανδίας να γίνονται δημοφιλή. Η περιοχή του Marlborough είναι η πλέον ενδεδειγμένη για φυτεύσεις, λόγω της καλής αποστράγγισης του εδάφους· το σταφύλι μπορεί εκεί να συγκεντρώσει αλλά και να συμπυκνώσει τα αρωματικά χαρακτηριστικά του ακόμη και σε χαμηλές αποδόσεις. Στην κοιλάδα του ποταμού Wairau η σύσταση του εδάφους αλλάζει καθώς κινούμαστε από τα ανατολικά προς τα δυτικά. Αυτό δημιουργεί μια μεγάλη ποικιλία αρωμάτων. Τα βαρύτερα εδάφη δίνουν βοτανικά αρώματα, ενώ τα ελαφρύτερα προκαλούν πρώιμες ωριμάσεις
- άρα και πιο φρουτώδη κρασιά. Το δροσερό, ωκεάνιο κλίμα της περιοχής είναι ιδανικό για μια μακρά και σταθερή καλλιεργητική περίοδο κατά την οποία τα σταφύλια ωριμάζουν με τέτοιο τρόπο, που επέρχεται μια φυσική ισορροπία των οξέων με τα σάκχαρα. Αυτό αναδεικνύει τις γεύσεις και την ένταση του νεοζηλανδέζικου Sauvignon Blanc. Με αρώματα σπαραγγιών, πράσινων μήλων, άγουρων φραγκοστάφυλων αλλά και με φρέσκια γεύση, είναι ανάμεσα στα πιο δημοφιλή διεθνώς.
Στην Αυστραλία, ιδιαίτερα στην περιοχή Margaret River, θα βρούμε το Sauvignon Blanc σε ένα ενδιαφέρον χαρμάνι με Semillon. Μόνο στην περιοχή της Αδελαΐδας και του Padthaway παράγονται Sauvignon Blanc που τα χαρακτηριστικά τους είναι πολύ κοντά με εκείνα των γειτόνων τους, της Νέας Ζηλανδίας. Εχουν όμως πιο ώριμα αρώματα (λευκό ροδάκινο και λάιμ) και ελαφρώς υψηλότερες οξύτητες.
Συνεχίζοντας το ταξίδι μας, φτάνουμε στις ΗΠΑ και στην Καλιφόρνια, την πολιτεία με τη μεγαλύτερη έκταση καλλιέργειας Sauvignon Blanc. Εκεί, το πρώτο Sauvignon Blanc Fumé παρήχθη από τον «πατριάρχη» του καλιφορνέζικου αμπελώνα, τον Ρόμπερτ Μοντάβι, το 1968. Εκείνη την εποχή, βέβαια, η συγκεκριμένη ποικιλία δεν είχε και τόσο καλή φήμη στην περιοχή, εξαιτίας της χορτώδους γεύσης και των επιθετικών αρωμάτων της. Ο Μοντάβι προσπάθησε -επιτυχώς- να «δαμάσει» αυτά τα χαρακτηριστικά με παλαίωση σε βαρέλι και κυκλοφόρησε το κρασί με το όνομα Fumé Βlanc, που θύμιζε το γαλλικό Pouilly-Fumé. Σήμερα, τα Sauvignon Blanc της Καλιφόρνιας παρουσιάζονται σε δύο μορφές: εκείνα που είναι σαφώς επηρεασμένα από τον νεοζηλανδέζικο τρόπο παραγωγής (έχουν αρώματα τροπικών φρούτων, φρούτων του δάσους και λεμονιού) και εκείνα που έχουν το λεγόμενο «στυλ Μοντάβι», δηλαδή είναι πιο «στρογγυλά», με γλυκά αρώματα, κυρίως πεπονιού.
Μένοντας στην αμερικανική ήπειρο, φτάνουμε νοτιότερα, στη Χιλή. Στις αρχές της δεκαετίας του '90 άρχισε να ξεχωρίζει εκεί η καλλιέργεια του Sauvignon Blanc από το Sauvignonasse. Ο χαρακτήρας του «καθαρού» χιλιάνικου Sauvignon είναι λιγότερο όξινος από εκείνα της Νέας Ζηλανδίας και βρίσκεται πιο κοντά σε αυτά της Γαλλίας
ΤΟΥ ΣΤΕΛΙΟΥ ΛΟΓΟΘΕΤΗ, ΟΙΝΟΛΟΓΟΥ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου