Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2016

Εξισώνεται φορολογικά το τσίπουρο με το ουίσκι!


Δεν βλέπω να τη γλιτώνουμε ~ Ας ελπίσουμε ότι θα υπάρξει αφορολόγητο μέχρι τα 100 λίτρα.

Το τσίπουρο είναι τα τελευταία χρόνια το εθνικό μας ποτό, ένα αυθεντικό ελληνικό προϊόν, που η παραγωγή του έχει επεκταθεί στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας, συνδεδεμένο άρρηκτα με τον τρόπο της ελληνικής φιλοξενίας και διασκέδασης.

Αλλά και συγχρόνως το πιο πολύπαθο, γύρω από το οποίο έχει στηθεί ένας απίστευτος χορός παρανομιών που έχουν να κάνουν με τη διάθεση στην αγορά τεράστιων ποσοτήτων είτε νοθευμένου...
και συχνά επικίνδυνου προϊόντος είτε μεγάλων ποσοτήτων που παράγονται πολλαπλάσιες των νόμιμων στο πλαίσιο διήμερων αδειών, χωρίς να καταβάλλεται ο κανονικός ειδικός φόρος κατανάλωσης.

Η επίσημη παραγωγή από τις επιχειρήσεις- αποσταγματοποιεία του κλάδου είναι λίγο πάνω από 1 εκατ. λίτρα. Το μεγαλύτερο μέρος, όμως, περί τους 6 εκατ. λίτρα, παράγονται από τα 36.000 καζάνια και καζανάκια ιδιωτών, στο πλαίσιο των διήμερων αδειών, αλλά ο συνολικός ειδικός φόρος κατανάλωσης είναι για πολύ μικρότερη ποσότητα.


Φοροδιαφυγή

Κι όλα αυτά όταν οι άνθρωποι του κλάδου κάνουν λόγο για συνολική κατανάλωση 18 εκατ. λίτρων τσίπουρου τον χρόνο στη χώρα μας. Στην ίδια ποσότητα υπολογίζεται και σε σχετική έκθεση του ΟΟΣΑ. Και τη συνολική φοροδιαφυγή από τον κύκλο του τσίπουρου να ανέρχεται στα 230-240 εκατ ευρώ.

Τα τελευταία χρόνια εισάγονται τεράστιες ποσότητες οινοπνεύματος σε πολύ χαμηλές τιμές από τη Βουλγαρία -μικρότερες και από την Αλβανία και την Βαρντάρσκα - που προορίζονται για τη νοθεία τσίπουρου, κάτι εξαιρετικά επικίνδυνο για την υγεία του καταναλωτή. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Τυρνάβου, όταν στις αρχές του χρόνου εντοπίστηκαν και δεσμεύτηκαν από την Οικονομική Αστυνομία σε συνεργασία με την Τελωνειακή Υπηρεσία στις εγκαταστάσεις μιας επιχείρησης «χονδρικού εμπορίου τυροκομικών προϊόντων και οίνων - ποτών» πάνω από 300 τόνοι (!) τσίπουρου. Στον χώρο υπήρχαν τέσσερις λέβητες απόσταξης (διήμεροι αποσταγματοποιοί) που για να παράγουν μόνο την ποσότητα των 304.483 λίτρων τσίπουρου που δεσμεύτηκαν, θα έπρεπε να είναι σε λειτουργία σχεδόν ολόκληρο τον χρόνο! Η ποσότητα που δεσμεύτηκε μόνο από αυτή την επιχείρηση αντιστοιχεί σε περίπου μισό εκατομμύριο μπουκάλια εμφιαλωμένου προϊόντος των 0,7 λίτρων.

Η μέση τιμή του εμφιαλωμένου τσίπουρου είναι στα 12-15 ευρώ το κιλό, όταν το χύμα διατίθεται στις ταβέρνες στην τιμή μόλις των 4-5 ευρώ το κιλό και 6-7 ευρώ στο αγοραστικό κοινό στις λαϊκές κ.λπ.


Το εμφιαλωμένο είναι συνήθως «καθαρό», γιατί μπορεί εύκολα να ελεγχθεί από τον ΕΦΕΤ και το Χημείο του Κράτους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και ποσότητες που δεν παράγονται κανονικά χωρίς να καταβάλλεται ο φόρος που αναλογεί, λένε άνθρωποι του κλάδου.

Εκεί όμως που έχει στηθεί ένας ατέλειωτος χορός παρανομιών είναι στο χύμα τσίπουρο, αφού είναι πολύ δύσκολο να ελεγχθεί με τα σημερινά δεδομένα η διακίνησή του. Και έχει να κάνει όχι μόνο με τη φοροδιαφυγή αλλά και με την παραγωγή και διάθεση προϊόντος συχνά νοθευμένου, που παράγεται με την προσθήκη ποσοτήτων αιθυλικής αλκοόλης και τη χρησιμοποίηση ως πρώτης ύλης όχι αποκλειστικά καθαρών στέμφυλων, αλλά με ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς, από υπολείμματα ζαχαρότευτλου, μελάσα κ.λπ.

«Το τσίπουρο είναι η μεγάλη πληγή του κλάδου μας», λέει στο «Εθνος» ο Ανέστης Παπατζιμόπουλος, που εδώ και 52 χρόνια ασχολείται με το κρασί και το τσίπουρο και «φωνάζει» για συστηματικούς ελέγχους.

«Δεν είναι δυνατόν να πουλιέται χύμα τσίπουρο παντού προς 4-5 ευρώ/λίτρο, όταν το εμφιαλωμένο προϊόν κοστίζει 11-13 ευρώ/τα 0,7 λίτρα. Υπάρχει ένα τεράστιο παραεμπόριο και λαθρεμπόριο γύρω από το τσίπουρο και κανείς δεν κόβει το σχοινί», αναφέρει ο κ. Παπατζιμόπουλος. Τα οινοποιεία-αποσταγματοποιεία μπορούν να κάνουν απόσταξη τσίπουρου όλο τον χρόνο, οι ιδιώτες μόνο για δύο μήνες, Οκτώβριο και Νοέμβριο, σε καζάνια που νοικιάζουν ή έχουν στα σπίτια τους με ερωτηματικά για τη νομιμότητα και την ποιότητα της παραγωγής.
«Η παραοικονομία του τσίπουρου είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα. Οχι μόνο γιατί χάνονται τεράστια ποσά για το κράτος από φόρους, αλλά και γιατί τίθεται σε κίνδυνο η υγεία των καταναλωτών», μας λέει ο Κωστής Δαλαμάρας από τη Νάουσα.

Με σπουδές αμπελουργίας και οινολογίας στη Βουργουνδία της Γαλλίας, ο 30χρονος Κ. Δαλαμάρας ανέλαβε τη μικρή, οικογενειακή επιχείρηση στη Νάουσα και εμφιαλώνει 30.000 φιάλες από 5 ετικέτες κρασιού (3 μαύρο, το γνωστό ξινόμαυρο και 2 λευκό κρασί) και 2 τόνους τσίπουρου. Νοικιάζει ωστόσο τα καζάνια του σε αμπελουργούς για να αποστάξουν τσίπουρο και αυτό το διάστημα δουλεύουν όλα στο φουλ, για πάνω από 12 ώρες κάθε μέρα.

«Εμείς δεχόμαστε συνεχείς ελέγχους. Από τον ΕΦΕΤ για την ποιότητα του προϊόντος, από τη Διεύθυνση Γεωργίας για τις ονομασίες προέλευσης και από το Τελωνείο για τις αποστάξεις και τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης. Αρα δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς ότι το προϊόν είναι νόμιμο και καθαρό και οτιδήποτε συμβεί μπορεί να μας βρει ο καταναλωτής ή κάποια υπηρεσία», δηλώνει.








ΠΙΕΣΕΙΣ ΑΠΟ ΚΟΜΙΣΙΟΝ
Εξισώνεται φορολογικά το τσίπουρο με το ουίσκι

Ερχεται φόρος «φωτιά» στο τσίπουρο και στη ρακή με τη βούλα της Κομισιόν. Με την κατάργηση του μειωμένου ειδικού φόρου κατανάλωσης που ισχύει στη χώρα μας για τα παραδοσιακά ποτά, τα δύο ελληνικά αποστάγματα θα φτάσουν να έχουν την ίδια τιμή πώλησης με το ουίσκι και τη βότκα.
Η παραγωγή και η διακίνηση του ελληνικού τσίπουρου έχει μπει λόγω των διαφυγόντων φόρων -και όχι μόνο- στο στόχαστρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αλλά και των θεσμών. Επιδιώκουν να εξισωθεί ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης και να καταργηθεί ο μειωμένος φόρος που προστατεύει τα χαρακτηρισμένα ως ελληνικά παραδοσιακά ποτά. Το θέμα τέθηκε το καλοκαίρι του 2015, αλλά αποκρούστηκε από την ελληνική κυβέρνηση, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορεί να επανέλθει εξισώνοντας το τσίπουρο με το... ουίσκι.

Ο φορολογικός συντελεστής στο τσίπουρο είναι σήμερα στο 12,752% ανά λίτρο αλκοόλης, έναντι 25,5% στο ουίσκι και στα άλλα αλκοολούχα ποτά. Σε ένα απόσταγμα 0,7 λίτρων με 40 βαθμούς βγαίνει περίπου 3,57% ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης, ο οποίος προστίθεται στο κόστος του προϊόντος και στο 23% του ΦΠΑ, με αποτέλεσμα το μπουκάλι να βγαίνει στο ράφι στην τιμή των 12,75 ως 13,5 ευρώ.

Αν εξισωθούν οι συντελεστές, ο φόρος θα διπλασιαστεί από 3,57% σε 7,14% και η τελική τιμή του μπουκαλιού θα εκτοξευτεί στα 16 με 17 ευρώ ή και παραπάνω. Δηλ. θα πωλείται το τσίπουρο όσο ένα μπουκάλι ουίσκι, με ό,τι αυτό σημαίνει για το ελληνικό παραδοσιακό προϊόν που τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει και μια σημαντική ανοδική αγορά στο εξωτερικό.




Σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Αποσταγμάτων και Οινοπνευματωδών Ποτών (ΣΕΟΑΠ), το λαθρεμπόριο στον κλάδο προκαλεί τεράστια απώλεια φορολογικών εσόδων, -σχεδόν 230 εκατ. ευρώ τον χρόνο-, καθώς το 85% του χύμα τσίπουρου που διακινείται δεν δηλώνεται, ενώ υπάρχει μεγάλος αριθμός από αδήλωτους άμβυκες (καζάνια). Τσίπουρο παράγεται σε όλη τη χώρα, από τη Θράκη μέχρι την Κρήτη - η γνωστή τσικουδιά. Στη Θεσσαλία, τη Μακεδονία και τη Θράκη οι αποσταγματοποιοί προσθέτουν σπόρους γλυκάνισου και μάραθου, έτσι παράγουν το τσίπουρο με γλυκάνισο. Το τσίπουρο είναι το απόσταγμα των στέμφυλων των σταφυλιών (οι φλούδες που μένουν μετά το πάτημά τους για την εξαγωγή του μούστου και την παραγωγή του κρασιού) και ολοκληρώνεται με την αργή απόσταξή τους. Η απόσταξη είναι μια διαδικασία σύνθετη και απαιτεί γνώσεις, εμπειρία και σύγχρονο τεχνολογικό εξοπλισμό.


«Τραγικό»
«Αυτό που συμβαίνει τους δύο μήνες κάθε φθινοπώρου είναι μια τραγική κατάσταση. Ολοι κάνουν απόσταξη τσίπουρου και όλοι ξέρουν. Από αυτόν που έχει ένα μικρό αμπέλι και βγάζει ελάχιστη παραγωγή μέχρι αυτόν που διαθέτει τα καζάνια, όλοι θα πουν ότι έχουν μυστικά, τεχνογνωσία και βγάζουν το πιο καθαρό τσίπουρο. Κανείς τους όμως δεν θα πει πως δεν ελέγχονται σε κανένα στάδιο παραγωγής και δεν πληρώνουν τους ανάλογους φόρους. Και φυσικά μοσχοπουλούν το τσίπουρο σχετικά εύκολα», λέει με πίκρα, παράπονο, αλλά και οργή ο κ. Παπατζιμόπουλος, προσθέτοντας ότι «έχουμε κι εμείς τις ευθύνες μας. Ο κλάδος μας είναι διστακτικός και δεν κινήθηκε όλα αυτά τα χρόνια πιο δυναμικά». Ο κ. Παπατζιμόπουλος δεν είναι αντίθετος με την απόσταξη τσίπουρου από μικρούς παραγωγούς και ιδιώτες. Ζητά ωστόσο να οργανωθούν σε συνεταιρισμούς ή ομάδες παραγωγών, να γίνονται έλεγχοι, να φορολογούνται ανάλογα και να πληρώνουν τους φόρους.
«Μπορούν να αποκτήσουν ονομασία προέλευσης, να κάνουνε μικρές μονάδες. Τώρα σε όλη τη χώρα παράγεται νόμιμο και λαθραίο τσίπουρο. Μπάχαλο, δηλαδή», λέει ο οινοποιός που παράγει 260 τόνους τσίπουρο τον χρόνο και εξάγει μέρος της ποσότητας σε Γερμανία, Καναδά, Βέλγιο, ακόμη και στην Αυστραλία.

ΜΑΡΙΑ ΡΙΤΖΑΛΕΟΥ
Πηγή: Έθνος / Ένθετο "Αγρότης"

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου