Η κουρτίνα του χρόνου τραβήχτηκε για πρώτη φορά μετά από 11 αιώνες και τα ανθρώπινα βλέμματα αντίκρισαν με δέος την ίδια την ιστορία να έχει «παγώσει» ανέπαφη, σε μια χρονοκάψουλα γεμάτη μυστικά. Εκείνα που κρύβονταν κάτω από το έδαφος, κοντά 10 μέτρα από την επιφάνεια του «Παγοποιείου» στην πλατεία του Αγίου Τίτου στο Ηράκλειο Κρήτης.
Μια γυριστή σκάλα, την οποία ακολουθούσαν τα βήματα ανθρώπων που για πρώτη φορά από το 1923, όταν δημιουργήθηκε το κτήριο, «καταδύονταν» στο παρελθόν και μετά από αιώνες εξερευνούσαν το θρυλικό οικοδόμημα των δεξαμενών που έχουν πάρει το όνομα του ιδιοκτήτη του παλιού εκείνου εργοστασίου πάγου, του Μυστίλογλου.
Με τα λόγια αδύναμα να περιγράψουν αυτό που είδαν για πρώτη φορά οι αρχαιολόγοι της 13ης Εφορίας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων πριν από μερικούς μήνες, οι ρεπόρτερ του neakriti.gr κατέγραψαν τις δεξαμενές της Β' Βυζαντινής Περιόδου, όπως όλες οι ενδείξεις συνηγορούν.
Μοναδική ομορφιά
Οι δεξαμενές είναι κιονοστήρικτες με οικοδομικό υλικό σε δεύτερη χρήση, μαζεμένο δηλαδή από διάσπαρτα στην περιοχή μνημεία και ξαναχρησιμοποιημένο για να στηρίξουν τις δεξαμενές. Μπροστά στα μάτια του χρονοταξιδιώτη ξεδιπλώνουν τη μοναδική ομορφιά τους ρωμαϊκοί, ιωνικοί κίονες, παραστάδες παραθύρων ακόμα και μια παλαιοχριστιανική κολόνα με ένα χαραγμένο σταυρό πάνω της, προφανώς από κάποια Βασιλική των πρώτων χριστιανικών χρόνων, που στηρίζουν πέντε θολοσκέπαστους χώρους οι οποίοι ανοίγονται στο πλάτος με τέσσερα τόξα ο καθένας από αυτούς.
Οι δεξαμενές, που αποθήκευαν το νερό για να ξεδιψάσει το Ηράκλειο, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις χρονολογούνται μετά το 961 μ.Χ. και, αν και γνωστές βιβλιογραφικά από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα και κηρυγμένες ως διατηρητέα μνημεία με το Διάταγμα του 1947, όταν πήραν αυτό το χαρακτηρισμό πολλά από τα φορτωμένα με ιστορικές μνήμες κτήρια του Ηρακλείου, μόνο δύο ή τρεις άνθρωποι είχαν επιχειρήσει να κατέβουν ως εκεί.
«Σφραγισμένη»
«Γνωρίζαμε την ύπαρξη της δεξαμενής από ιστορικά στοιχεία των παλαιότερων χρόνων, καθώς είχε κηρυχθεί το 1947 διατηρητέα. Ήταν σφραγισμένη για πάρα πολλά χρόνια και με αφορμή τις εργασίες ανακαίνισης του κτηρίου του "Παγοποιείου", που βρίσκεται πάνω από τη δεξαμενή, καθαρίστηκε ο χώρος και καταφέραμε να μπούμε πριν από λίγους μήνες. Και βέβαια μείναμε κατάπληκτοι από αυτό που αντικρίσαμε. Διότι είναι ένας χώρος που διατηρείται πραγματικά άθικτος, είναι σε εξαιρετικά καλή κατάσταση και είναι εντυπωσιακός και λόγω της ποιότητας της κατασκευής του, του μεγέθους του. Δεν μπορούσαμε ποτέ να φανταστούμε ότι υπάρχει αυτό το πράγμα κάτω από τα πόδια μας», είπε στο neakriti.gr η προϊσταμένη της 13ης Εφορίας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Βάσω Συθιακάκη.
Β' Βυζαντινή Περίοδος
Οι δεξαμενές αποτελούσαν μέρος του δικτύου που είχε δημιουργηθεί για να ξεδιψάσει το Ηράκλειο και η χρονολόγησή τους φαίνεται να είναι ασφαλής στη Β' Βυζαντινή Περίοδο, καθώς τα τόξα είναι κυκλικά και όχι γοτθικά, οξυκόρυφα, όπως θα ήταν λογικό για την ενετοκρατία, εποχή στην οποία ανάγονται οι άλλες αρχαίες δεξαμενές του Ηρακλείου που έχουν εντοπιστεί μέχρι στιγμής στην πόλη.
Όπως εξήγησε η κα Συθιακάκη, «θεωρούμε ότι πρόκειται για μια από τις παλαιότερες σωζόμενες ακέραιες δεξαμενές της πόλης με πολύ εντυπωσιακό μέγεθος, μεγάλης χωρητικότητας. Η δεξαμενή αρχικά τροφοδοτούνταν με βρόχινα νερά, όπως δείχνουν οι τρύπες στη θολωτή οροφή, με ορατά ακόμα τα στόμια της ροής, και παρέμενε σε χρήση στη διάρκεια της ενετοκρατίας. Πιθανότατα συνδέθηκε με το υδραγωγείο του Μοροζίνι, καθώς έχουν σε οψιμότερη φάση τοποθετηθεί πήλινες σωλήνες υδροδότησης που προφανώς παροχέτευαν πλέον το νερό από το υδραγωγείο στην πόλη».
Ο Μοροζίνι
Σύμφωνα με την προϊσταμένη της 13ης Εφορίας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, «γνωρίζουμε από τις πηγές ότι ο Φραντσέσκο Μοροζίνι (ο παππούς του τελευταίου υπερασπιστή του Χάνδακα, γενικός προβλεπτής από το 1626-28 και κατασκευαστής του θρυλικού σιντριβανιού των λεόντων που φέρει ακόμα το όνομα του, Κρήνη Μοροζίνι), όταν έφερε το νερό, το 1628, από τις Αρχάνες στο Ηράκλειο και ολοκλήρωσε την κατασκευή του υδραγωγείου, φρόντισε να συνδέσει όλες τις παλαιότερες δεξαμενές στην πορεία διέλευσης του αγωγού».
Βυζαντινά πρότυπα
Η δεξαμενή σώζεται σε άριστη κατάσταση και δεν υπήρχε επίχωση, η οποία θα μπορούσε να δώσει κάποια στοιχεία για την απόλυτη χρονολόγηση του μνημείου, όμως όλα δείχνουν ότι ακολουθεί το πρότυπο των βυζαντινών δεξαμενών. Στοιχείο στο οποίο συνηγορεί και η στήριξη με κίονες από ρωμαϊκά και παλαιοχριστιανικά οικοδομήματα, που οι κατασκευαστές της είχαν συγκεντρώσει, όπως συνέβαινε συνήθως, από γειτονικά μνημεία που είχαν περιέλθει σε αχρηστία.
Έργο τέχνης
Το ακόμα πιο εντυπωσιακό στοιχείο του μνημείου είναι ότι τα ιζήματα από το νερό έχουν αφήσει τη σφραγίδα τους πάνω στο υδραυλικό κονίαμα σαν πινελιές ενός άγνωστου ζωγράφου, ενώ τα άλατα έχουν κατακαθίσει πάνω στους κίονες δημιουργώντας έργα τέχνης εκπληκτικής ομορφιάς.
Το δάπεδο της δεξαμενής είναι πατητό με χυτό, κοκκινωπό υλικό σαν κουρασάνι, με μονωτική, για το νερό, χρήση, όπως γίνεται στις δεξαμενές. Τόσο το υδραυλικό κονίαμα των τοιχωμάτων όσο και της οροφής και του δαπέδου σώζεται σε άριστη κατάσταση, όπως και όλα τα αρχιτεκτονικά στοιχεία, κάνοντας το χαρακτηρισμό «άθικτη» ή «παγωμένη στο χρόνο» κυριολεκτικό.
Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι η δεξαμενή δεν αναφέρεται από τον Ιταλό Giuseppe Gerola, ο οποίος κατέγραψε στις αρχές του αιώνα όλα τα βενετσιάνικα μνημεία της Κρήτης στο θρυλικό έργο του Monumenti Veneti nel isola di Creta. Το μνημείο έχει βρει μια εκπληκτική ισορροπία μέσα στους αιώνες, όντας απομονωμένο και μη επισκέψιμο γεγονός που εξηγεί τη μοναδική του διατήρηση και καθιστά δύσκολη την επισκεψιμότητά του, κάτι που θα μπορούσε να γίνει μελλοντικά, υπό συγκεκριμένες όμως προϋποθέσεις.
Πηγή φωτό: neakriti.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου