Το ρήγμα ανάμεσα σε λαούς και κυβερνήσεις που συνταράσσει τον αραβικό κόσμο αντανακλάται και στην Κύπρο, όπου οι Τουρκοκύπριοι –μειονότητα πλέον και στο κατεχόμενο τμήμα του νησιού– σήκωσαν ανάστημα εναντίον της Τουρκίας. Υστερα από 36 χρόνια στη σκιά των δυνάμεων κατοχής, ύστερα από επανειλημμένες απογοητεύσεις,...
οι Τουρκοκύπριοι φώναξαν: «Θέλουμε να γίνουμε αφέντες του σπιτιού μας». Υψωσαν τη φωνή τους εναντίον της «μητέρας πατρίδας», η οποία από το 1974 τους συντηρεί με δισεκατομμύρια ευρώ και τους φρουρεί με δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες, όπως υπενθύμισε στους «αχάριστους» ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μετά την πρώτη μεγάλη διαμαρτυρία στις 28 Ιανουαρίου.
Η απάντηση των Τουρκοκυπρίων ήταν εξίσου οργισμένη, με άλλη μια διαδήλωση. «Μας σώσατε; Αϊ σιχτίρ!» έγραφε ένα πανό στο κατεχόμενο τμήμα της Λευκωσίας την περασμένη Τετάρτη, όπου συγκεντρώθηκαν 50.000 άνθρωποι όλων των ηλικιών και όλων των κομμάτων. Το πανό ήταν έργο του Σενέρ Λεβέντ, εκδότη της εφημερίδας «Αφρίκα» και μόνιμο αγκάθι στη σάρκα του τουρκικού κατεστημένου – δεν αποτελεί κάτι το καινούργιο. Το «απίστευτο», όπως σημειώνει ο βετεράνος Τουρκοκύπριος δημοσιογράφος Γιουσούφ Κανλί στη «Χουριέτ», ήταν ότι ο ίδιος ο Ραούφ Ντενκτάς, ο άνθρωπος της Τουρκίας στο νησί για δεκαετίες, δήλωσε συμπαράσταση στους διαδηλωτές. Ενωμένοι, όλοι οι Τουρκοκύπριοι φώναξαν: «Ούτε όμηροι της Τουρκίας ούτε παράρτημα των Ελληνοκυπρίων».
Η αγωνία των Τουρκοκυπρίων, αυτό που τους ενώνει, είναι ο φόβος του αφανισμού κάτω από το τεράστιο κύμα εποίκων που έχει πλημμυρίσει το κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου. Ενώ οι Τουρκοκύπριοι υπολογίζονται σε περίπου 80.000-110.000, οι έποικοι είναι ίσως πενταπλάσιοι. Οι Τουρκοκύπριοι, με την ντοπιολαλιά τους και το λεπτό χιούμορ, με ένα παρελθόν που μοιράζονται με τους Ελληνοκυπρίους, βλέπουν τα σχολεία τους, τα νοσοκομεία, τις γειτονιές τους να κατακλύζονται από ανθρώπους με τους οποίους δεν έχουν τίποτα κοινό. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο αριθμητικό, είναι πολιτισμικό. Οι έποικοι από τα βάθη της Τουρκίας εισάγουν και έντονη θρησκευτικότητα σ’ έναν πληθυσμό που ήταν μάλλον άθρησκος.
Στην καρδιά του ζητήματος βρίσκεται η ταυτότητα των Τουρκοκυπρίων, η ανάγκη να προστατεύσουν αυτό που είναι, αυτό που τους ξεχωρίζει από τους άλλους. Παλιά, φοβούνταν την αφομοίωσή τους από τους Ελληνοκυπρίους· μετά την εισβολή, τον φόβο διαδέχθηκε ο πραγματικός κίνδυνος αφομοίωσης από την Τουρκία. Σήμερα έχουν χαθεί και οι ελπίδες του 2003, όταν οι Τουρκοκύπριοι διαδήλωναν για μια ενωμένη Κύπρο και ήλπιζαν ότι με το Σχέδιο Ανάν θα έληγε η απομόνωσή τους και θα γίνονταν μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η απόρριψη του Σχεδίου από τους Ελληνοκυπρίους, η συνέχιση της απομόνωσης και της τουρκικής πολιτικής εποικισμού προκαλούν απελπισία και οργή.
Σε αυτό το έδαφος έπεσε η προσπάθεια της Αγκυρας να επιβάλει σχέδιο αυστηρής λιτότητας στα Κατεχόμενα, με περικοπές μισθών έως και 40%, αυξημένους φόρους, μειωμένες συντάξεις και αποκρατικοποιήσεις. Η Τουρκία συνεισφέρει πάνω από 600 εκατομμύρια ευρώ στον προϋπολογισμό των Κατεχομένων (περίπου 25% του ΑΕΠ) και έχει λόγο στα οικονομικά τους. Οταν οι Τουρκοκύπριοι διαμαρτυρήθηκαν (λέγοντας, μεταξύ άλλων, ότι ο αριθμός εποίκων αύξησε την ανάγκη πόρων) η Αγκυρα απάντησε απαξιωτικά, στέλνοντας τον αρχιτέκτονα του προγράμματος λιτότητας στη Λευκωσία ως «πρεσβευτή» της.
Ο βάναυσος τρόπος με τον οποίο η λιτότητα επιβλήθηκε έθιξε όχι μόνο το επίπεδο ζωής των Τουρκοκυπρίων, αλλά και την περηφάνια και την ταυτότητά τους. Η πρώτη διαδήλωση ήταν κυρίως διαμαρτυρία εκπαιδευτικών, μαζί με συνδικάτα και αντιπολιτευτικά κόμματα. Η οργή της Αγκυρας, όμως, προκάλεσε το παλλαϊκό συλλαλητήριο της Τετάρτης. Η απάντηση, διά του υπουργού άνευ χαρτοφυλακίου Εγκεμέν Μπαγίς, αποκάλυπτε τον βαθμό του τουρκικού πατερναλισμού. «Σύμφωνα με τα ήθη μας, τα παιδιά δεν μπορούν να πουν ούτε το παραμικρό επιφώνημα στους γονείς. Αλλά εμείς δεν πρόκειται να αφήσουμε ακάλυπτο το παιδί μας», δήλωσε.
Η Τουρκία κέρδισε τον πόλεμο το 1974, αλλά σήμερα συνθλίβει αυτούς που λέει ότι πήγε να σώσει. Βρίσκεται παγιδευμένη σε μια σχέση από την οποία δεν ξέρει πώς να απεμπλακεί. Η νέα αυτοπεποίθηση των Τουρκοκυπρίων προσφέρει έναν εύσχημο τρόπο στην Αγκυρα να τους αφήσει να χειριστούν μόνοι τους την τύχη τους. Αλλά η Τουρκία δεν φαίνεται έτοιμη να πάρει αυτόν τον δρόμο.
Tου Νικου Κωνστανταρα kathimerini.gr
οι Τουρκοκύπριοι φώναξαν: «Θέλουμε να γίνουμε αφέντες του σπιτιού μας». Υψωσαν τη φωνή τους εναντίον της «μητέρας πατρίδας», η οποία από το 1974 τους συντηρεί με δισεκατομμύρια ευρώ και τους φρουρεί με δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες, όπως υπενθύμισε στους «αχάριστους» ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μετά την πρώτη μεγάλη διαμαρτυρία στις 28 Ιανουαρίου.
Η απάντηση των Τουρκοκυπρίων ήταν εξίσου οργισμένη, με άλλη μια διαδήλωση. «Μας σώσατε; Αϊ σιχτίρ!» έγραφε ένα πανό στο κατεχόμενο τμήμα της Λευκωσίας την περασμένη Τετάρτη, όπου συγκεντρώθηκαν 50.000 άνθρωποι όλων των ηλικιών και όλων των κομμάτων. Το πανό ήταν έργο του Σενέρ Λεβέντ, εκδότη της εφημερίδας «Αφρίκα» και μόνιμο αγκάθι στη σάρκα του τουρκικού κατεστημένου – δεν αποτελεί κάτι το καινούργιο. Το «απίστευτο», όπως σημειώνει ο βετεράνος Τουρκοκύπριος δημοσιογράφος Γιουσούφ Κανλί στη «Χουριέτ», ήταν ότι ο ίδιος ο Ραούφ Ντενκτάς, ο άνθρωπος της Τουρκίας στο νησί για δεκαετίες, δήλωσε συμπαράσταση στους διαδηλωτές. Ενωμένοι, όλοι οι Τουρκοκύπριοι φώναξαν: «Ούτε όμηροι της Τουρκίας ούτε παράρτημα των Ελληνοκυπρίων».
Η αγωνία των Τουρκοκυπρίων, αυτό που τους ενώνει, είναι ο φόβος του αφανισμού κάτω από το τεράστιο κύμα εποίκων που έχει πλημμυρίσει το κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου. Ενώ οι Τουρκοκύπριοι υπολογίζονται σε περίπου 80.000-110.000, οι έποικοι είναι ίσως πενταπλάσιοι. Οι Τουρκοκύπριοι, με την ντοπιολαλιά τους και το λεπτό χιούμορ, με ένα παρελθόν που μοιράζονται με τους Ελληνοκυπρίους, βλέπουν τα σχολεία τους, τα νοσοκομεία, τις γειτονιές τους να κατακλύζονται από ανθρώπους με τους οποίους δεν έχουν τίποτα κοινό. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο αριθμητικό, είναι πολιτισμικό. Οι έποικοι από τα βάθη της Τουρκίας εισάγουν και έντονη θρησκευτικότητα σ’ έναν πληθυσμό που ήταν μάλλον άθρησκος.
Στην καρδιά του ζητήματος βρίσκεται η ταυτότητα των Τουρκοκυπρίων, η ανάγκη να προστατεύσουν αυτό που είναι, αυτό που τους ξεχωρίζει από τους άλλους. Παλιά, φοβούνταν την αφομοίωσή τους από τους Ελληνοκυπρίους· μετά την εισβολή, τον φόβο διαδέχθηκε ο πραγματικός κίνδυνος αφομοίωσης από την Τουρκία. Σήμερα έχουν χαθεί και οι ελπίδες του 2003, όταν οι Τουρκοκύπριοι διαδήλωναν για μια ενωμένη Κύπρο και ήλπιζαν ότι με το Σχέδιο Ανάν θα έληγε η απομόνωσή τους και θα γίνονταν μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η απόρριψη του Σχεδίου από τους Ελληνοκυπρίους, η συνέχιση της απομόνωσης και της τουρκικής πολιτικής εποικισμού προκαλούν απελπισία και οργή.
Σε αυτό το έδαφος έπεσε η προσπάθεια της Αγκυρας να επιβάλει σχέδιο αυστηρής λιτότητας στα Κατεχόμενα, με περικοπές μισθών έως και 40%, αυξημένους φόρους, μειωμένες συντάξεις και αποκρατικοποιήσεις. Η Τουρκία συνεισφέρει πάνω από 600 εκατομμύρια ευρώ στον προϋπολογισμό των Κατεχομένων (περίπου 25% του ΑΕΠ) και έχει λόγο στα οικονομικά τους. Οταν οι Τουρκοκύπριοι διαμαρτυρήθηκαν (λέγοντας, μεταξύ άλλων, ότι ο αριθμός εποίκων αύξησε την ανάγκη πόρων) η Αγκυρα απάντησε απαξιωτικά, στέλνοντας τον αρχιτέκτονα του προγράμματος λιτότητας στη Λευκωσία ως «πρεσβευτή» της.
Ο βάναυσος τρόπος με τον οποίο η λιτότητα επιβλήθηκε έθιξε όχι μόνο το επίπεδο ζωής των Τουρκοκυπρίων, αλλά και την περηφάνια και την ταυτότητά τους. Η πρώτη διαδήλωση ήταν κυρίως διαμαρτυρία εκπαιδευτικών, μαζί με συνδικάτα και αντιπολιτευτικά κόμματα. Η οργή της Αγκυρας, όμως, προκάλεσε το παλλαϊκό συλλαλητήριο της Τετάρτης. Η απάντηση, διά του υπουργού άνευ χαρτοφυλακίου Εγκεμέν Μπαγίς, αποκάλυπτε τον βαθμό του τουρκικού πατερναλισμού. «Σύμφωνα με τα ήθη μας, τα παιδιά δεν μπορούν να πουν ούτε το παραμικρό επιφώνημα στους γονείς. Αλλά εμείς δεν πρόκειται να αφήσουμε ακάλυπτο το παιδί μας», δήλωσε.
Η Τουρκία κέρδισε τον πόλεμο το 1974, αλλά σήμερα συνθλίβει αυτούς που λέει ότι πήγε να σώσει. Βρίσκεται παγιδευμένη σε μια σχέση από την οποία δεν ξέρει πώς να απεμπλακεί. Η νέα αυτοπεποίθηση των Τουρκοκυπρίων προσφέρει έναν εύσχημο τρόπο στην Αγκυρα να τους αφήσει να χειριστούν μόνοι τους την τύχη τους. Αλλά η Τουρκία δεν φαίνεται έτοιμη να πάρει αυτόν τον δρόμο.
Tου Νικου Κωνστανταρα kathimerini.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου