Κι αυτή είναι μόνο η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη αφορά τη φύλαξη του χώρου, η οποία είναι τελείως ανεπαρκής, με αποτέλεσμα πρόσφατα να έχουν γίνει τρεις απόπειρες κλοπής. Στην τρίτη μάλιστα υπήρξαν σημαντικές ζημιές στην αποθήκη φύλαξης υλικών.
«Μηχανοδηγός είμαι, κοπέλα μου, όχι φύλακας…»:
Στο Ναβαρίνο οι εργάτες εργάζονται με ευλάβεια καθαρίζοντας το Ανάκτορο του Γαλερίου. Στο κουβούκλιο, όπου παλαιότερα κόβονταν τα εισιτήρια, υπάρχει ένα χαρτί που ενημερώνει ότι «Ο χώρος παραμένει κλειστός λόγω έλλειψης φυλάκων». Ο κύριος που κάθεται καπνίζοντας στο φυλάκιο ενημερώνει ευγενέστατα ότι δεν υπάρχει προσωπικό, για να λειτουργήσει ο χώρος, και ότι ο ίδιος ήρθε με μετάταξη από τον ΟΣΕ. Δείχνει πάντως να τον πονάει το χώρο και να στενοχωριέται αληθινά που δεν μπορεί να βοηθήσει. «Οδηγός είμαι, κοπέλα μου, και θα μείνω μόνον δύο μήνες. Δυστυχώς δεν υπάρχει φύλακας, για να ανοίξουμε…».
Στις φετινές συμβάσεις αρχαιοφυλάκων δόθηκε βάρος κυρίως στα μουσεία και στους αρχαιολογικούς χώρους νησιωτικών περιοχών. Έτσι για παράδειγμα στο Αρχαιολογικό και το Βυζαντινό Μουσείο υπάρχει επαρκές προσωπικό, καθώς και στο Λευκό Πύργο και οι χώροι λειτουργούν με διευρυμένο ωράριο.
Τόσο η Αρχαία Αγορά όσο και το Ανάκτορο του Γαλερίου είναι υπό την επίβλεψη της ΙΣΤ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης. Στην ίδια Εφορεία ανήκουν οι δύο μεγάλοι μακεδονικοί τάφοι στο Φοίνικα, καθώς και ο τάφος στο Δερβένι, στον οποίο έχουν ολοκληρωθεί τα έργα συντήρησης. Επίσης η ΙΣΤ Εφορεία έχει την ευθύνη για αρχαιολογικούς χώρους στο Κιλκίς και τη Χαλκιδική. «Η Όλυνθος λειτουργεί κανονικά», λέει η προϊσταμένη της Εφορείας Λίλιαν Αχειλαρά. Όχι όμως και ο χώρος του Άμμωνος Διός στην Καλλιθέα, που είναι επισκέψιμος «τις ώρες κατά τις οποίες εργάζεται ο εργάτης που καθαρίζει. Αυτό γίνεται μόνο τις καθημερινές και όχι τα Σαββατοκύριακα…».
Το βάρος από το ΥΠΠΟ έπεσε στα μουσεία
Με δώδεκα αρχαιοφύλακες θα μπορούσαν να λειτουργήσουν το Ναβαρίνο και η Αρχαία Αγορά, πιστεύει η κυρία Αχειλαρά. Ο αριθμός αυτός όμως για ανθρώπους οι οποίοι γνωρίζουν καλά τη λειτουργία των χώρων είναι ελάχιστος. «Μόνο για το Ναβαρίνο θα χρειάζονταν δώδεκα άτομα», εκτιμά εργαζόμενος στο υπουργείο Πολιτισμού, ο οποίος επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του. «Φέτος έπεσε όλο το βάρος στα μουσεία και όχι στους αρχαιολογικούς χώρους. Δυστυχώς…».
Κάποιοι κάνουν λόγο για προσωπικό ασφαλείας κάτω από το όριο… ασφαλείας. Όταν τελειώνει το ωράριο εργασίας των εργατών που εργάζονται στα έργα αποκατάστασης στο Ανάκτορο του Γαλερίου και του εκ μετάταξης μηχανοδηγού-φύλακα, δεν μένει κανείς να φυλάξει το χώρο. Ανάλογο πρόβλημα υπάρχει και στην Αρχαία Αγορά, όπου πρόσφατα σημειώθηκαν τρεις απόπειρες κλοπής. Στην τρίτη μάλιστα, στην προσπάθειά τους να κλέψουν σίδερα, οι κλέφτες προκάλεσαν ζημιές σε υλικά της Εφορείας. «Στόχος τους δεν ήταν να κλέψουν αρχαία, ήθελαν σίδερα και δεν υπήρχε κανείς να τους σταματήσει».
Στο Φοίνικα υπάρχουν οι δύο μακεδονικοί τάφοι, επισκέψιμοι τα προηγούμενα χρόνια αλλά πλέον κλειστοί. Εκεί δεν υπάρχει κανείς να φυλάξει. «Χτυπά ο συναγερμός και πρέπει κάποιος να τρέξει να δει τι γίνεται», λένε εργαζόμενοι.
Οι τάφοι στο Φοίνικα, όπως και το σύμπλεγμα μακεδονικών τάφων στο Δερβένι ήταν ενταγμένοι σε ένα δίκτυο επισκέψιμων μακεδονικών χώρων, για το οποίο καταβάλλονταν προσπάθειες να καθιερωθεί. Υπήρχε σε ταξιδιωτικούς οδηγούς και αποτελούσε επιπλέον έναν λόγο, για να επισκεφθεί κάποιος τη Θεσσαλονίκη. Οι τάφοι στο Δερβένι δεν ήταν μονίμως ανοιχτοί. Ωστόσο μαζί με τους υπόλοιπους αρχαιολογικούς χώρους θα μπορούσαν να αποτελούν ένα πρώτης τάξεως πόλο έλξης για τους τουρίστες.
Βραβευμένη και πανάκριβη πλατεία
Η πλατεία Ναβαρίνου αποκαταστάθηκε με εξαιρετικό τρόπο και έφερε στη Θεσσαλονίκη το βραβείο που απονέμεται από τον οργανισμό Europa Nostra με την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ευρωπαϊκό βραβείο δόθηκε για την εξαιρετική ποιότητα των εργασιών αποκατάστασης και συντήρησης, τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό των υποδομών για την εξυπηρέτηση των επισκεπτών, καθώς και την υψηλή ποιότητα των μελετών. Αξίζει να σημειωθεί ότι κρίθηκε θετικά το σύνολο των παρεμβάσεων, που μετέτρεψαν έναν εγκαταλειμμένο χώρο στην καρδιά της Θεσσαλονίκης σε ελκυστικό, άρτια οργανωμένο και με εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Για το έργο βραβεύτηκαν τόσο η προϊσταμένη της ΙΣΤ Εφορείας Λίλιαν Αχειλαρά όσο και η υπεύθυνη του έργου αποκατάστασης Φανή Αθανασίου. Το ανάκτορο του 4ου μ.Χ. αιώνα παραδόθηκε στο κοινό το 2007 έπειτα από εργασίες που διήρκεσαν δώδεκα χρόνια. Μάλιστα έγινε το πέμπτο κατά σειρά μνημείο που βραβεύεται με Europa Nostra στη Θεσσαλονίκη. Τα άλλα τέσσερα είναι ο Άγιος Παντελεήμονας, ο Λευκός Πύργος, η Βίλα Μπιάνκα και ο Μύλος.
Και άλλα έργα «ανάδειξης»
Με το ποσό των 298.500 ευρώ χρηματοδοτήθηκε πρόσφατα ο αρχαιολογικός χώρος του Ανάκτορου του Γαλερίου, προκειμένου να γίνουν έργα αναβάθμισης και βελτίωσης της επισκεψιμότητάς του. Με 400.000 ευρώ χρηματοδοτείται και σειρά παρεμβάσεων για τη συντήρηση και την ανάδειξη της αψιδωτής αίθουσας του γαλεριανού συγκροτήματος στον άξονα της Δημητρίου Γούναρη. Τα χρήματα προέρχονται από το ΕΣΠΑ.
Τα έργα στο Ανάκτορο (πλατεία Ναβαρίνου) στοχεύουν «εκτός από την προστασία και την ανάδειξή του στη βελτίωση της επισκεψιμότητας και αντίληψης της σημασίας του αρχαιολογικού χώρου με τη δημιουργία στεγασμένης έκθεσης και συστήματος πολυμέσων, που θα είναι διαθέσιμα για ενημέρωση στους επισκέπτες» σύμφωνα με την ανακοίνωση της περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. Όσο για το οικοδόμημα στον άξονα της Δημητρίου Γούναρη, έχει εμβαδόν 325 τ.μ. και αποκαλύφθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Για την ανάδειξη του μνημειακού χώρου προγραμματίζονται μεταξύ άλλων εργασίες καθαρισμού και ηλεκτροφωτισμού, παρεμβάσεις για την αποκατάσταση των τοιχοποιιών και τη συντήρηση του διακόσμου, καθώς και τοποθέτηση ηλεκτροκίνητης πλατφόρμας για την πρόσβαση ατόμων με αναπηρίες.
Προϋπόθεση βεβαίως για την πρόσβαση και την παρουσία των επισκεπτών είναι το απλούστερο: η ύπαρξη προσωπικού, για να λειτουργεί ο χώρος.
«Τροχοπέδη στην τουριστική ανάπτυξη»
Τον περασμένο χειμώνα, όπως συνέβη και προηγούμενες χρονιές, προκλήθηκε σοβαρό πρόβλημα με τη λειτουργία των μουσείων στη Θεσσαλονίκη, με αποτέλεσμα στο Βυζαντινό και το Λαογραφικό να λειτουργεί μόνον από μία έκθεση. Ο λόγος ήταν η γραφειοκρατική διαδικασία πρόσληψης προσωπικού. Για τον ίδιο λόγο ο Λευκός Πύργος είχε μείνει κάποιο διάστημα κλειστός στην αρχή του χρόνου, ενώ κατά καιρούς πολλά μουσεία και αρχαιολογικοί χώροι σε όλη τη χώρα κινδυνεύουν με λουκέτο ολοσχερώς ή σε τμήμα τους. Σε μία τουριστική χώρα όπως η Ελλάδα επιλέγεται αυτή η λύση, προκειμένου να γίνει οικονομία.
«Τροχοπέδη στην τουριστική ανάπτυξη» χαρακτηρίζει τα λουκέτα αυτά ο πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Θεσσαλονίκης Αριστοτέλης Θωμόπουλος. «Είναι ό,τι χειρότερο για την τουριστική προβολή της Θεσσαλονίκης. Έτσι κι αλλιώς η προσέλκυση τουριστών σε μία πόλη δεν είναι καθόλου απλή διαδικασία. Η Θεσσαλονίκη χρειάζεται πολλή δουλειά ακόμη, για να πούμε ότι υπάρχει μία τάση να καθιερωθεί ως προορισμός. Σε μία τέτοια προσπάθεια πρέπει να είμαστε όλοι μαζί και να λειτουργούν τα πράγματα ρολόι». Ο κ. Θωμόπουλος δεν είναι από τους ανθρώπους που ενθουσιάζονται με μία αύξηση τουριστικής κίνησης, η οποία μπορεί να είναι και συγκυριακή. «Μπορεί να φαίνεται ότι υπάρχει τουρισμός από την Τουρκία αυτήν την εποχή, αλλά να δούμε πόσο θα διαρκέσει. Το 2010 είχαμε αύξηση τουριστών από την Τουρκία κατά 42%, αλλά το σημείο εκκίνησης ήταν χαμηλά. Οι διανυκτερεύσεις τους δεν ήταν πάνω από 6.000, αριθμός όχι ικανοποιητικός, αν και πολύ αυξημένος σε σχέση με το 2009. Επίσης για δύο χρόνια είχαμε κύμα τουριστών από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, το οποίο τώρα έχει εξαφανιστεί. Γι’ αυτό σας λέω ότι υπάρχει πολύς δρόμος ακόμη, για να φτάσουμε να μιλήσουμε για καθιέρωση της Θεσσαλονίκης ως προορισμού».
Ταξιδιωτικοί πράκτορες που ασχολούνται με εισερχόμενο τουρισμό και επιθυμούν να μιλήσουν ανώνυμα δίνουν μία άλλη διάσταση: «Καλώς ή κακώς τα μουσεία είναι πιο γνωστά από τους ανοιχτούς αρχαιολογικούς χώρους. Από τη στιγμή που τα μουσεία λειτουργούν, οι τουρίστες έχουν κάποιο λόγο να έρθουν στη Θεσσαλονίκη». Με άλλα λόγια, «αν τίθεται το δίλημμα μουσεία ή αρχαιολογικοί χώροι, προτιμούμε μουσεία…».
Tι θα βλέπαμε αν ήταν επισκέψιμα
Το Ανάκτορο του Γαλερίου βρίσκεται στην πλατεία Ναβαρίνου της Θεσσαλονίκης και περιλαμβάνει ένα κεντρικό περιστύλιο, αίθριο πλαισιωμένο από στοές με ψηφιδωτά, βασιλική, οκτάγωνο και νυμφαίο. Η ανασκαφική έρευνα των δεκαετιών του 1950 και του 1960 έφερε στο φως το νοτιοανατολικό τμήμα του ανακτόρου. Αποκαλύφθηκε ένα κεντρικό περίστυλο αίθριο, το οποίο πλαισιωνόταν στις τρεις πλευρές του από δωμάτια. Στοές με ψηφιδωτά δάπεδα απομόνωναν το αίθριο από τα υπόλοιπα κτίσματα. Έπειτα από σεισμό τον 5ο αι. μ.Χ. καταστράφηκαν η νότια και η δυτική στοά και ανακατασκευάστηκαν τα δάπεδα με μαρμάρινες πλάκες και χονδροψηφιδωτό.
Η Αρχαία Αγορά αποκαλύφθηκε κατά τη διαδικασία θεμελίωσης του δικαστικού μεγάρου της Θεσσαλονίκης το 1962 κατ’ εφαρμογή του σχεδίου Εμπράρ. Άρχισε να κατασκευάζεται στο τέλος του 2ου αι. μ.Χ. στη θέση μιας προϋπάρχουσας αγοράς των πρώτων αυτοκρατορικών χρόνων και αποτέλεσε το διοικητικό κέντρο της εποχής. Το Μουσείο εγκαινιάστηκε τον Ιούλιο του 2010 και η κατασκευή του διήρκεσε έντεκα χρόνια. Πρόκειται για ένα πολύ μοντέρνο μουσείο, που εκτείνεται κάτω από την επιφάνεια του εδάφους και ως συνέχεια της Κρυπτής Στοάς. Στον προθάλαμό του ο επισκέπτης μπορεί να βρει κείμενα με το ιστορικό αποκάλυψης της Ρωμαϊκής Αγοράς και των διεκδικήσεων για την ανάδειξή του, καθώς και στοιχεία για τις εργασίες ανέγερσης του μουσείου. Στην κυρίως αίθουσα ξεδιπλώνεται η ιστορία του χώρου, ενώ παρουσιάζονται και εκθέματα που σχετίζονται με τη νεότερη ιστορία της περιοχής, κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας και μέχρι την πυρκαγιά του 1917.
Της Χριστίνας Ταχιάου ~ makthes.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου