Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2011

Το σκεπτικό της απόφασης για τα Σκόπια


Σε 170 άρθρα το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αναπτύσσει τη συλλογιστική του ως προς την προσφυγή που κατέθεσε η ΠΓΔΜ κατά της Ελλάδας, κατά την οποία η Ελλάδα είχε αναλάβει την υποχρέωση να μην προβάλει ενστάσεις στο αίτημα ένταξης της προσφεύγουσας στο ΝΑΤΟ.

Συνοπτικά, το δικαστήριο θεωρεί πως έχει τη δικαιοδοσία να επιληφθεί της υπόθεσης, εκτιμά ότι η Ελλάδα προβάλλοντας ενστάσεις στην ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ...
 παραβίασε τη σχετική υποχρέωση που είχε αναλάβει με την Ενδιάμεση Συμφωνία και, τέλος, απορρίπτει όλα τα άλλα αιτήματα που υπέβαλε η ΠΓΔΜ ευσχήμως παρατηρώντας ότι «θα πρέπει να τεκμαίρεται η καλή πίστη της Ελλάδας», ενώ υπογραμμίζει την αμοιβαία υποχρέωση που έχουν αναλάβει τα δύο μέρη από την Ενδιάμεση Συμφωνία, για την επίλυση του θέματος του ονόματος μέσω της διαδικασίας που τελεί υπό την αιγίδα του ΓΓ του ΟΗΕ.

Αναλυτικότερα, το δικαστήριο στην απόφασή του σημειώνει πως η συγκεκριμένη διατύπωση (της μη προβολής ενστάσεων) δεν συνεπάγεται ότι η Ελλάδα θα πρέπει να υποστηρίζει τα αιτήματα της προσφεύγουσας για ένταξή της σε διεθνείς οργανισμούς.

Το δικαστήριο σημειώνει, ωστόσο, ότι το ερώτημα που τέθηκε ενώπιόν του δεν αφορούσε το αν η απόφαση του ΝΑΤΟ για την ένταξη της ΠΓΔΜ είχε να κάνει με την ένσταση που πρόβαλε η Ελλάδα, αλλά το αν η Ελλάδα με τη συμπεριφορά της δεν ανταποκρίθηκε προς την υποχρέωση (να μην προβάλει ενστάσεις) που προβλέπεται στο άρθρο 11 παρ.1 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας.

Το Δικαστήριο κρίνει επίσης ότι «δεν είναι απαραίτητο να αποφασίσει, αν η εναγόμενη χώρα (η Ελλάδα) διατηρεί το δικαίωμα να προβάλλει ενστάσεις σε ενταξιακά αιτήματα της προσφεύγουσας σε διεθνείς οργανισμούς».

Συγκεκριμένα στο πρώτο αίτημα της ΠΓΔΜ το Δικαστήριο απεφάνθη πως η εναγόμενη Ελλάδα είχε συμφωνήσει, να μην προβάλλει ενστάσεις σε ενταξιακά αιτήματα της προσφεύγουσας σε διεθνείς ή περιφερειακούς οργανισμούς, στους οποίους είναι μέλος η εναγόμενη.

Ωστόσο, η Ελλάδα έχει διατηρήσει το δικαίωμα να προβάλλει ενστάσεις σε ανάλογα αιτήματα, εφόσον η ΠΓΔΜ αναφέρεται στους διεθνείς οργανισμούς με όνομα διαφορετικό από αυτό που ορίζεται στο Ψήφισμα 817 του Συμβουλίου Ασφαλείας.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση και στο συνολικό ερώτημα - ως προς το αν η ένσταση της Ελλάδας ήταν συμβατή με την Ενδιάμεση Συμφωνία - το Δικαστήριο έκρινε ότι όλοι οι λόγοι που επικαλέστηκε η Ελλάδα (κυρίως το ό,τι η ΠΓΔΜ είχε πρώτη παραβιάσει την Ενδιάμεση Συμφωνία) για να υποστηρίξει την ένστασή της, δεν ήταν βάσιμοι.

Στην αντίκρουση εξάλλου της Ελλάδας πως το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης δεν έχει τη δικαιοδοσία να επιληφθεί της υπόθεσης, το δικαστήριο έκρινε ότι έχει τη δικαιοδοσία.

Το Δικαστήριο υπενθυμίζοντας επίσης, ότι η ΠΓΔΜ είχε ζητήσει στην προσφυγή της να εκδοθεί:

1) μια Δήλωση όπου θα σημειώνεται ότι «η εναγόμενη ενήργησε παράνομα» και

2) μια εντολή πως «η εναγόμενη θα πρέπει στο εξής να απέχει από κάθε ενέργεια που παραβιάζει το άρθ.11 παρ.1 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας», στην απόφασή του σημειώνει πως «δεν θεωρεί απαραίτητο να ζητήσει από την εναγόμενη να απέχει από κάθε μελλοντική ενέργεια που παραβιάζει την υποχρέωσή της (όπως ορίζεται στο άρθρ.11 παρ.1), καθώς, όπως εξήγησε προηγουμένως το Δικαστήριο, «ως γενικός κανόνας, δεν υπάρχει λόγος να εικάζεται ότι μια χώρα, η ενέργεια ή η συμπεριφορά της οποίας κρίθηκε από το Δικαστήριο λανθασμένη, θα επαναλάβει την ίδια ενέργεια ή συμπεριφορά στο μέλλον, δεδομένου ότι θα πρέπει να τεκμαίρεται η καλή της πίστη».

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο θεωρεί πως η κρίση του ότι η εναγόμενη παρέβη την υποχρέωσή της, όπως ορίζεται στην Ενδιάμεση Συμφωνία, «αποτελεί την κατάλληλη έκφραση ικανοποίησης».


Πηγή: ΑΠΕ

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου