Πόσοι από εσάς θα πιστεύατε ότι η Coca Cola έχει λιγότερη ζάχαρη από ένα γλυκό κρασί ή ένα τυπικό Riesling;
Θα εκπλαγείτε αν μάθετε ότι μια Coca Cola έχει περίπου την ίδια ποσότητα ζάχαρης, περίπου 108 γρ/λ. με μερικά από τα πιο γλυκά επιδόρπια κρασιά.
Για παράδειγμα, ένα Tokaji Aszu 5 puttonyos, έχει 120 g / L υπολειμματικά σάκχαρα! (Με την ευκαιρία, αν δεν έχετε ποτέ δοκιμάσει ένα Tokaji 5 puttonyos, δοκιμάστε το, είναι εξαιρετικό!)
Η γλύκα είναι μια αντίληψη. Επειδή η κόκα κόλα έχει καφεΐνη που είναι πικρή μειώνεται η αντίληψη της γλύκας που έχουμε από το συγκεκριμένο ποτό. Επίσης μειώνεται ακόμα παραπάνω και λόγω της οξύτητας που έχει το αναψυκτικό. Εξ’ ου και η ευχαρίστηση που παίρνουμε από to φωσφορικό οξύ στη κόκα κόλα η ευχαρίστηση που παίρνουμε από την φυσική οξύτητα στο κρασί.
«Ο καθένας μας έχει τα δικά του όρια, όχι μόνο για τα γλυκά αλλά και για όλες τις γεύσεις».
Δείτε για παράδειγμα την λεμονάδα. Η ξινή γεύση του λεμονιού εξισορροπείται από την γλυκύτητα της ζάχαρης. Η ίδια λεμονάδα μπορεί να είναι πολύ ξινή ή πολύ γλυκιά για διαφορετικούς ανθρώπους.
Ο καθένας μας έχει τα δικά του όρια στις γεύσεις.
Το καλά ισορροπημένο Riesling ή κάθε κρασί που έχει υπολειμματικά σάκχαρα, πρέπει να παρουσιάζει μια προσεκτική ισορροπία ανάμεσα στο γλυκό και το ξινό. Αυτή είναι μια από τις μεγαλύτερες δυσκολίες της οινοποίησης του. Γιατί όμως τα πιο γλυκά λευκά κρασία σπάνια τυχαίνουν της προσοχής που αξίζουν; Αν μιλήσουμε για αξιοπρεπή γλυκά κρασιά, η συζήτηση σχεδόν πάντα πηγαίνει στα επιδόρπια κρασιά και προσπερνάει συνήθως αυτά που έχουν λιγότερη ζάχαρη.
Από πού προέρχεται η ζάχαρη στο κρασί;
Η ζάχαρη στο κρασί ή τα υπολλειματικά σάκχαρα όπως ονομάζονται δεν προέρχονται από σιρόπι καλαμποκιού ή κρυσταλλική ζάχαρη. Είναι τα φυσικά σάκχαρα που βρίσκονται στα σταφύλια οινοποίησης, αυτά δηλαδή που περιέχουν φρουκτόζη και γλυκόζη.
Κατά την διάρκεια της οινοποίησης, η μαγιά μετατρέπει όλα τα ζάχαρα σε αλκοόλη (και διοξείδιο του άνθρακα) και έτσι φτιάχνεται το ξηρό κρασί. Μερικές φορές όμως δεν ζυμώνονται όλα τα σάκχαρα και κάποια γλυκύτητα απομένει.
Η αντιπάθεια στα γλυκά κρασιά είναι θέμα κλάσης;
Είναι θέμα αντίληψης και πάλι, μόνο που αυτή την φορά η αντίληψη δεν αφορά στη γεύση αλλά στη ποιότητα του κρασιού. Στο μυαλό των περισσότερων ανθρώπων η ποιότητα του κρασιού συνδέεται με την τιμή του. Αυτά που είναι κορυφαία είναι είτε τα ξηρά κρασιά ή σπάνια επιδόρπια. Αυτά που θεωρούνται χαμηλής ποιότητας είναι συνήθως γεμάτα υπολλειματικά σάκχαρα, συγκαλύπτοντας έτσι τα φτηνά συστατικά τους. Μιλάμε για τα ημίγλυκα κρασιά που διατίθενται συνήθως σε αυτούς που νοιάζονται περισσότερο να πιουν αλκοόλ ανεξάρτητα από το τι γεύση θα έχει. Τα γλυκά κρασιά όμως για τα οποία μιλάμε ανήκουν κάπου στη μέση.
Μην ντρέπεστε αν προτιμάτε γλυκά κρασιά!
Αν αναφέρετε την Μαυροδάφνη, το Μοσχάτο, το Riesling ή το Gewürztraminer οι περισσότεροι άνθρωποι θα υποθέσουν αυτόματα ότι μιλάτε για γλυκό κρασί. Οι ποικιλίες αυτές όμως μπορούν να βγάλουν και εξαιρετικά ξηρά κρασιά. Αυτό συμβαίνει σε μικρότερο βαθμό στα υβρίδια λευκών ποικιλιών που καλλιεργούνται σε οινικές περιοχές που δεν είναι γνωστές, όπως οι ΗΠΑ. Αυτά τα υβρίδια, με ονόματα όπως Vidal Blanc και Chambourcin, ΄πολλοί τα θεωρούν καλύτερα όταν γίνονται σε γλυκό στυλ. Εξαιτίας του φόβου της ζάχαρης όμως, πολλοί οινοποιοί εργάζονται σκληρά για να κάνουν ξηρά κρασιά από τις ποικιλίες αυτές, ζυμώνοντας τα έτσι ώστε να χάνεται κάθε γλυκύτητα που είναι και η πηγή της γοητείας τους.
Δεν πρέπει να θεωρούμε ότι η αγάπη μας για τα γλυκά κρασιά μας κάνει λιγότερο ποιοτικούς, ανεξάρτητα από την ποικιλία του κρασιού που προτιμάμε. Και αν δεν τα έχετε δοκιμάσει, ανακαλύψτε τα. Και γελάστε με αυτούς που σνομπάρουν τις επιλογές σας, γιατί μπορεί να είναι εγκλωβισμένοι σε αυτό που θεωρούν τέχνη, ενώ εσείς θα απολαμβάνετε ένα πολύ καλό κρασί.
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου