Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2011

Ο παλαιότερος πάπυρος με ελληνικό κείμενο



Στην πυρά του νεκρού του τάφου Α' στο Δερβένι Θεσσαλονίκης, βρέβηκε ένας καμένος κύλινδρος από πάπυρο.

Στα σπράγματα που σώθηκαν διαβάζονται αποσπάσματα πεζού φιλοσοφικού υπομνήματος σε θεογονικό ορφικό ποίημα, που πρέπει να συντάχθηκε στα τέλη του 3ου ή στις αρχές του 4ου αι. π.Χ.

Ο πάπυρος πρέπει να γράφτηκε...
 στα μέσα του τρίτου τετάρτου του 4ου αι. π.Χ. και είναι ο παλαιότερος με ελληνικό κείμενο που έχει σωθεί από την αρχαιότητα.

Πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα του νεκροταφείου του Δερβενίου.

Το συγκεκριμένο εκτείθεται στην Βιτρίνα 41 του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης.

Πηγή: Οδηγός Α.Μ.Θ. 1996 Εκδόσεις Καπόν

Δείτε και ~ τα μυστικά του κρατήρα του Δερβενίου

Όπως ήταν αναμενόμενο, το κείμενο δεν είναι γραμμένο ούτε στα βουλγαρικά, ούτε στα μπασταρδεμένα βουλγαρικά (μακεντόντσκι).
 














































Κι ένα πολύ κατατοπιστικό άρθρο:

Δυόμισι χιλιόμετρα νότια από ένα πέρασμα που ενώνει την κεντρική με την ανατολική Μακεδονία, και εννιάμισι χιλιόμετρα βόρεια από τη σημερινή Θεσσαλονίκη, κοντά στο Δερβένι, ανακαλύφθηκε τον Ιανουάριο του 1962 μια ομάδα εφτά τάφων που χρονολογούνται στα τέλη του 4ου και στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. Οι τάφοι, πέντε από τους οποίους ήταν ασύλητοι και περιείχαν κτερίσματα εξαιρετικής τέχνης, βρίσκονται αρκετά μακριά από το νεκροταφείο της αρχαίας Λητής (στα βόρεια του περάσματος), κοντά σε ένα ιερό της Δήμητρας και της Περσεφόνης. Ο Πέτρος Θέμελης, ο αρχαιολόγος που επιστατούσε στις σωστικές ανασκαφές, αντιλήφθηκε έγκαιρα ότι ένα από τα κάρβουνα της νεκρικής πυράς του τάφου Α΄ (εκεί όπου είχε καεί η σoρός ενός πλούσιου πολεμιστή που ίσως καταγόταν από τη Θεσσαλία) ήταν στην πραγματικότητα ο πρώτος παπύρινος κύλινδρος που ανακαλυπτόταν σε ελληνικό έδαφος. Αντίθετα με τη στεγνή άμμο της Αιγύπτου, το υγρό χώμα της Ελλάδας δεν προσφέρεται για τη διάσωση αντικειμένων από φυτικές ύλες, και ο πάπυρος διατηρήθηκε ανέπαφος για είκοσι τρεις αιώνες ακριβώς επειδή είχε μετατραπεί σε μια συμπαγή, απανθρακωμένη μάζα.


Ο κύλινδρος μεταφέρθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης, όπου δέχτηκε την ειδική φροντίδα ενός αυστριακού συντηρητή, που κατάφερε να σταθεροποιήσει το εύθραυστο υλικό και να αποκολλήσει τα στρώματα του παπύρου. Σώθηκαν 266 κομμάτια, το μέγεθος των οποίων κυμαίνεται από αυτό ενός μεγάλου γραμματοσήμου έως αυτό μιας φακής, τα οποία στη συνέχεια τοποθετήθηκαν ανάμεσα σε γυαλιά περιμένοντας την ανασύνθεσή τους. Η ανασύνταξη του βιβλίου υπήρξε επίπονη και χρονοβόρα: τα εύθρυπτα σπαράγματα δεν ήταν δυνατόν να αγγιχτούν και να τοποθετηθούν το ένα δίπλα στο άλλο, ενώ η τελική εικόνα που θα ερχόταν στο φως ήταν εντελώς άγνωστη. Τελικά, τα περισσότερα από αυτά τοποθετήθηκαν στη σωστή τους θέση, δημιουργώντας έναν κύλινδρο μήκους περίπου τριών μέτρων και μέγιστου ύψους 9,5 εκατοστών που περιείχε 26 στήλες κειμένου. Το επόμενο έργο των ερευνητών ήταν να διαβάσουν τα σωζόμενα σπαράγματα, να συμπληρώσουν τα χάσματα και να ερμηνεύσουν το κείμενο. Από τον κύλινδρο όμως έχει σωθεί μόνο το επάνω μισό, και έτσι το κείμενο προχωρεί με συνεχή άλματα, που συχνά προκαλούν αμηχανία στον αναγνώστη: από κάθε στήλη σώζονται περίπου 15 γραμμές (σπάνια πλήρεις), ενώ σχεδόν άλλες τόσες μοιάζει να περιλάμβανε το χαμένο κάτω τμήμα της.

Η γλώσσα του κειμένου (η ιωνική διάλεκτος με ισχυρές δόσεις της αττικής, ή το αντίστροφο), το ύφος και το περιεχόμενο χρονολογούν τον συγγραφέα του έργου στα τέλη του 5ου αι. π.Χ., δηλαδή περίπου την εποχή του Πελοποννησιακού Πολέμου και του ώριμου Σωκράτη. Η γραφή του παπύρου χρονολογεί τον γραφέα που το αντέγραψε στο τελευταίο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ., δηλαδή περίπου την εποχή του θανάτου του Αριστοτέλη και του Μ. Αλεξάνδρου και πολύ κοντά στη χρονολογία της καύσης του βιβλίου στην πυρά του τάφου Α΄. Η παλαιογραφική χρονολόγηση του κυλίνδρου τον καθιστά τον αρχαιότερο πάπυρο με ελληνικό φιλολογικό κείμενο, πράγμα που σημαίνει ότι είναι και το αρχαιότερο σωζόμενο ευρωπαϊκό βιβλίο. Ακόμη πιο σημαντικό όμως είναι το περιεχόμενό του. Για τα νέα στοιχεία που μας παρέχει σχετικά με τον Ορφισμό και άγνωστες πτυχές της προσωκρατικής φιλοσοφίας, έχει χαρακτηριστεί «η σημαντικότερη νέα μαρτυρία για την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και θρησκεία που εμφανίστηκε από την εποχή της Αναγέννησης», αλλά παράλληλα και «η πιο δύσκολη στην κατανόησή της».

Οι πρώτες εφτά στήλες, που δυστυχώς σώζονται πολύ αποσπασματικά, μας εισάγουν στον κόσμο των οπαδών μυστικιστικών δοξασιών και λατρειών (των μυστών) αλλά και του περσικού ιερατείου (των μάγων). Ο συγγραφέας αναφέρεται σε όσους δεν πιστεύουν στα δεινά που πρόκειται να αντιμετωπίσουν μετά τον θάνατό τους και περιγράφει θυσίες και σπονδές που γίνονται στις Ερινύες και τις Ευμενίδες, που γι’ αυτόν δεν είναι θεότητες αλλά οι αναρίθμητες ψυχές των νεκρών. Οι οντότητες αυτές δεν τιμωρούν μόνο τα ανομήματα των ανθρώπων αλλά και κάθε παράβαση των φυσικών νόμων του σύμπαντος. «Ο ήλιος», υποστηρίζει ο Ηράκλειτος, τον οποίο παραθέτει ο συγγραφέας, «έχει εύρος ενός ανθρώπινου ποδιού και δεν επιτρέπεται να το υπερβεί. Αν το κάνει, θα τον ανακαλύψουν οι Ερινύες, οι βοηθοί της Δίκης, και θα τιμωρήσουν την υπέρβασή του».

Όπως μας πληροφορεί στη συνέχεια το κείμενο, ο Ορφέας είχε συνθέσει ύμνους για να τους ψάλλουν οι ιερείς κατά τη διάρκεια των θυσιών, ύμνους όμως που απευθύνονται στους μυημένους και είναι γραμμένοι με τέτοιον αινιγματικό τρόπο που γίνονται αντιληπτοί μόνο σε όσους διαθέτουν σύνεση και ικανότητα να αντιληφθούν το κρυμμένο νόημά τους. Στο σημείο αυτό ο συγγραφέας αρχίζει την ερμηνεία ενός τέτοιου ορφικού ύμνου, μιας θεογονίας που αρχίζει με τη φράση «Απευθύνομαι σε όσους αντιλαμβάνονται, οι αμύητοι να βάλουν πόρτες στ’ αφτιά τους» και που διαφέρει σε πολλά σημεία από τη θεογονία του Ησιόδου, σαν να επρόκειτο για έναν μυστικό κώδικα που μόνο ο ίδιος μπορεί να αποκρυπτογραφήσει.

Από τους διάσπαρτους στίχους που παραθέτει ο συγγραφέας μπορούμε να αποκαταστήσουμε ένα μεγάλο μέρος αυτού του ορφικού ύμνου, που δεν μας ήταν γνωστός μέχρι τώρα παρά μόνο από μεταγενέστερες παραλλαγές του. Ο Δίας παίρνει τη βασιλεία από τον πατέρα του Κρόνο, που κι αυτός την είχε πάρει εξίσου βίαια από τον δικό του πατέρα, τον Ουρανό. Απόλυτος πλέον άρχοντας, ο Δίας καταπίνει το σύμπαν, συμπεριλαμβανομένων και των άλλων θεών, για να το εξεμέσει στη συνέχεια αναδημιουργώντας το στη μορφή που έχει σήμερα. Γεννά/δημιουργεί τους θεούς, τη γη, τον ήλιο, τη σελήνη και τα άστρα, και τέλος επιθυμεί να σμίξει με την ίδια του τη μητέρα. Εδώ τελειώνει το κείμενο του παπύρου, αλλά ο ύμνος πρέπει να συνέχιζε με άλλα κατορθώματα του Δία (όπως τη γέννηση της Περσεφόνης και του Διόνυσου και τη δημιουργία του γένους των ανθρώπων) που τα γνωρίζουμε από υστερότερες πηγές. Για τον συγγραφέα όλα αυτά δεν είναι παρά αλληγορικές αλήθειες κρυμμένες πίσω από ένα παραπέτασμα λέξεων την πραγματική έννοια των οποίων μόνο ο ίδιος αντιλαμβάνεται και, με πλήρη αυτοπεποίθηση, ερμηνεύει και αποκαλύπτει προκειμένου να προφυλάξει τους μύστες από τσαρλατάνους και αγύρτες που κοροϊδεύουν τον κόσμο με ακατανόητες τελετές και μυστήρια. Επηρεασμένος από τη σκέψη διάφορων προσωκρατικών φιλοσόφων, όπως του Εμπεδοκλή και του Δημόκριτου, αλλά κυρίως του Αναξαγόρα και του Διογένη του Απολλωνιάτη, ερμηνεύει ευφάνταστα τον ορφικό ύμνο στον Δία, τον κυβερνήτη των πάντων, ως αλληγορία της εξέλιξης του σύμπαντος από μιαν αρχική υπέρθερμη και χαοτική κατάσταση σε έναν κόσμο, με την αρχαία σημασία της λέξης, δηλαδή σε ένα εύτακτο σύστημα. Όλα όσα υπάρχουν στο σύμπαν όπως το ξέρουμε σήμερα απαρτίζονται από μικροσκοπικά σωματίδια (τα όντα, δηλαδή «αυτά που υπάρχουν»), τα οποία δεν δημιουργήθηκαν σε κάποια δεδομένη στιγμή από κάποιον δημιουργό αλλά υπήρχαν πάντοτε. Αρχικά όλα αυτά τα όντα ήταν αναμεμειγμένα και αιωρούνταν μέσα στον αέρα που τα περιέκλειε, έναν αέρα όμως που διέθετε νόηση (γι’ αυτό και ο συγγραφέας τον ονομάζει Νουν) και που όρισε πώς πρέπει να δημιουργηθεί το παρόν σύμπαν. Αντιλαμβανόμενος ότι η θερμότητα είναι αυτή που δεν αφήνει τα όντα να συσταθούν και να συμπαγούν, ο νοήμων αήρ απομάκρυνε έναν μεγάλο αριθμό πύρινων σωματιδίων, δημιουργώντας έτσι τον ήλιο. Τότε τα υπόλοιπα σωματίδια άρχισαν να συγκρούονται το ένα με το άλλο, έως ότου οι συνεχείς συγκρούσεις έφεραν σε επαφή όμοια όντα και προκάλεσαν τη συνένωσή τους, δημιουργώντας έτσι τα νυν όντα, δηλαδή όλα όσα βλέπουμε στο τωρινό σύμπαν.

Ο συγγραφέας δεν έχει καμία αμφιβολία ότι αυτό ακριβώς διηγείται ο Ορφέας. Σε ένα κείμενο που αποτελεί την αρχαιότερη σωζόμενη αλληγορική ερμηνεία ενός ποιήματος, μας εξηγεί ότι οι διαδοχικές βασιλείες των θεών δεν είναι παρά τα διαδοχικά στάδια της δημιουργίας του παρόντος κόσμου. Έτσι, όταν ο Ορφέας αναφέρει τον Ουρανό, εννοεί τον Νου που ορίζει τη δημιουργία - Κρόνος είναι και πάλι ο Νους που κρούει τα όντα - Αφροδίτη και Αρμονία δεν είναι παρά ονόματα για τη συνεύρεση και τη συναρμογή των όντων - δεν υπάρχουν θεότητες όπως η Γη, η Μήτηρ, η Δήμητρα, η Ρέα, η Ήρα: όλα αυτά είναι ονόματα του αέρα, της μητέρας από την οποία έρευσαν τα πάντα, του Νου που οι άνθρωποι ονόμασαν Δία, και γι' αυτό νόμισαν ότι κάποτε γεννήθηκε. Ο αήρ/Νους όμως ποτέ δεν γεννήθηκε αλλά υπήρχε πάντοτε, όπως πάντοτε υπήρχαν, και θα υπάρχουν εσαεί, τα όντα που βρίσκονται μέσα του και των οποίων είναι ο απόλυτος κυρίαρχος. Αυτή την επιστημονική αλήθεια εκφράζει και ο Ορφέας όταν λέει, λόγου χάρη, ότι «ο Δίας είναι κεφαλή, ο Δίας είναι μέση, όλα δημιουργήθηκαν από τον Δία». Έτσι, ο Δίας που καταπίνει το σύμπαν δεν είναι παρά ο αέρας που περικλείει τα πάντα, ο ίδιος αέρας που με τη φρόνησή του προχώρησε στη δημιουργία του παρόντος κόσμου.

Ποιος είναι ο συγγραφέας αυτού του παράδοξου και εκπληκτικού κειμένου; Κάποιος αιρετικός Ορφικός που ανακάλυψε την «αλήθεια» στα κείμενα προσωκρατικών φιλοσόφων; Κάποιος περιθωριακός φυσικός φιλόσοφος που είδε στον ορφικό ύμνο την επιβεβαίωση της θεωρίας του; Μας είναι γνωστός από αλλού; Τα ερωτήματα είναι δυσαπάντητα και έχουν διχάσει τους ειδικούς, που έχουν ήδη αναπτύξει πολλές θεωρίες και έχουν προτείνει πολλά ονόματα (ανάμεσα στους συγγραφείς που έχουν προταθεί συγκαταλέγονται από τη μια ο «άθεος» Διαγόρας της Μήλου, που τον παρωδεί ο Αριστοφάνης στις Νεφέλες, και από την άλλη ο θεολογίζων Ευθύφρων του ομώνυμου πλατωνικού διαλόγου). Το κείμενο πάντως τελειώνει απότομα, και δεν είναι απίθανο η πραγματεία του ανώνυμου συγγραφέα να εκτεινόταν σε περισσότερους κυλίνδρους, που είτε δεν κάηκαν στην πυρά ή κάηκαν τελείως και έγιναν στάχτη.

Η έκδοση περιλαμβάνει αναλυτική εισαγωγή, έκδοση και μετάφραση του αρχαίου κειμένου, εκτενή θρησκειολογικό και φιλοσοφικό σχολιασμό, και φωτογραφίες όλων των σπαραγμάτων.

Οι συγγραφείς του βιβλίου είναι μέλη του Τμήματος Φιλολογίας του Α.Π.Θ.: ο Θεόκριτος Κουρεμένος είναι αναπληρωτής καθηγητής της κλασικής φιλολογίας, ο Γιώργος Παράσογλου είναι καθηγητής της παπυρολογίας, ο Κυριάκος Τσαντσάνογλου είναι ομότιμος καθηγητής της κλασικής φιλολογίας.

Πηγή: http://entertainment.flash.gr//book/books/2006/10/17/20740id/


Ο πάπυρος, ως προς το περιεχόμενο του, μπορεί να διαιρεθεί σε δύο μέρη. Το πρώτο αποτελούν οι στήλες 1-6, που είναι και οι περισσότερο αποσπασματικές. Περιέχουν αναφορές στις Ερινύες (1,4), σε δαίμονες που είναι «θεών υπηρέται» (2,3), σε μαντεία και χρησμούς (5), σε θυσίες (6), ενώ στη στήλη 4 μας σώζεται ένα άγνωστο απόσπασμα του Ηράκλειτου. Ο χαρακτήρας του κειμένου είναι προφανώς εσχατολογικός.

Πηγή: Εφημερίδα Καθημερινή, 18/10/2006, σ. 3

http://enaasteri.blogspot.com/2010/10/blog-post_22.html

1 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου